Με κόστος 10-15 ευρώ μηνιαίως, χιλιάδες σεισμοπαθείς, πυροπαθείς ή πλημμυροπαθείς θα μπορούσαν να έχουν ασφαλισμένη την περιουσία τους, παίρνοντας στο ακέραιο την αποζημίωση ολικής καταστροφής, η οποία αντιστοιχεί σε 1.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο!

Κι όμως, ένα τόσο μικρό ετήσιο έξοδο δεν βρίσκεται στις… προτεραιότητες των Ελλήνων, με αποτέλεσμα, όταν συμβεί το κακό (όπως βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες με τις πυρκαγιές), να χάνονται οι κόποι μιας ζωής και να ζητείται η συνδρομή του κράτους. Επί της ουσίας πρόκειται για ένα κόστος το οποίο αντιστοιχεί σε μισή… φραντζόλα ψωμί την ημέρα και θα ήταν σωτήριο στις περιπτώσεις μερικής ή ολικής καταστροφής ενός περιουσιακού στοιχείου, λόγω σεισμού, φωτιάς, πλημμύρας ή άλλων αιτιών. Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις χειρότερες χώρες του δυτικού κόσμου ως προς την ασφαλιστική κουλτούρα, καθώς το 85% των κτιρίων είναι εντελώς ανασφάλιστο έναντι πάσης φύσεως κινδύνων! Έτσι, χάνονται περιουσίες είτε πρόκειται για αστικά ακίνητα και εξοχικές κατοικίες είτε για μικρούς επαγγελματικούς χώρους.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, επί συνόλου 7.000.000 ιδιωτικών αστικών ακινήτων, μόλις το 1.100.000 είναι ασφαλισμένα, με την ασφαλιστέα περιουσία τους να ανέρχεται σε 325 δισ. ευρώ. Μάλιστα, ο αριθμός των ασφαλισμένων ακινήτων θα ήταν πολύ μικρότερος, αν τα τελευταία 20-25 χρόνια δεν ήταν υποχρεωτική η ασφάλιση για όσους έλαβαν στεγαστικό δάνειο. Η… αμέλεια ή το… περιττό έξοδο της ασφάλισης της περιουσίας φέρνει κάθε χρόνο στο προσκήνιο πολλά δράματα, καθώς οι κόποι μιας ζωής χάνονται μέσα σε λίγα λεπτά, λόγω σεισμού, πυρκαγιάς ή πλημμύρας. Από την άλλη, πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την τελευταία δεκαετία, λόγω της οικονομικής πίεσης και της υπερχρέωσης των νοικοκυριών, τα περιθώρια για ασφαλιστικές καλύψεις στην περιουσία περιορίστηκαν σημαντικά και έτσι η ασφάλιση της περιουσίας θεωρείται πολυτέλεια. Ωστόσο, όταν γίνεται η… στραβή, τότε είναι πολύ αργά.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της πρόσφατης φωτιάς στη Βαρυμπόμπη, όπου σε κάποιες περιορισμένες περιπτώσεις ζημιών ασφαλισμένων κατοικιών, η αυτοψία από μεγάλη ασφαλιστική εταιρεία ολοκληρώθηκε εντός 48ώρου και μάλιστα μέσα στις επόμενες ημέρες θα δοθούν οι προκαταβολές και στη συνέχεια, το σύνολο της αποζημίωσης. Επιπλέον, για τους ελάχιστους ασφαλισμένους-παθόντες τέτοιων περιπτώσεων, προβλέπεται και απαλλαγή πληρωμής ασφαλίστρων για τους επόμενους έξι μήνες.

Τα 4 σημεία-κλειδιά των ασφαλειών

Η ταυτότητα του κτιρίου αποτελεί τη βάση υπολογισμού του ασφαλιστέου κεφαλαίου επί του οποίου υπολογίζονται τα ασφάλιστρα.

Βασική προϋπόθεση αποτελεί η νομιμότητα του κτιρίου, που αποδεικνύεται με την οικοδομική άδεια ή με τα έντυπα τακτοποίησης όταν πρόκειται για αυθαίρετους χώρους. Από εκεί και πέρα, οι άλλοι δύο συντελεστές της κατασκευαστικής-ασφαλιστικής αξίας του ακινήτου είναι η ποιότητα των υλικών και το έτος κατασκευής. Όλες οι ασφαλιστικές εταιρείες συστήνουν στους πελάτες τους να υιοθετήσουν την πραγματική αξία ανακατασκευής του ακινήτου, ενώ είναι σύνηθες το φαινόμενο της υποασφάλισης. Δηλαδή, αν η ανακατασκευή ενός πλήρως κατεστραμμένου ακινήτου κοστίζει 1.000 ευρώ/τετραγωνικό μέτρο και ο ιδιοκτήτης το έχει ασφαλίσει για 500 ευρώ/τ.μ., εξυπακούεται ότι θα λάβει τη μισή αποζημίωση σε σχέση με τη βλάβη που έχει υποστεί.

Τα τέσσερα βασικά σημεία-κλειδιά μιας ασφάλισης περιουσίας είναι τα εξής:

1. Ο υπολογισμός της ασφαλιστέας αξίας του ακινήτου πρέπει να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ο ασφαλιζόμενος οφείλει να γνωρίζει εκ των προτέρων τι αποζημίωση θα λάβει ανάλογα με τη δυνητική βλάβη. Σημειώνεται ότι το ασφαλιζόμενο κεφάλαιο της οικοδομής δεν υπολογίζεται με βάση την εμπορική ή την αντικειμενική αξία, αλλά με βάση το κόστος κατασκευής ανά τετραγωνικό μέτρο, δηλαδή τα 1.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, και προφανώς δεν περιλαμβάνει την αξία του οικοπέδου. Δηλαδή, αποζημιώνεται το ακίνητο σαν να ξαναφτιάχνεται από την αρχή.

2. Οι ασφαλιστικές εταιρείες κατατάσσουν τα κτίσματα σε τρεις κατηγορίες από πλευράς ποιότητας της κατασκευής, προκειμένου να υπολογίσουν το ακριβές ύψος των ασφαλίστρων και το ελάχιστο ποσό υπολογισμού της ασφαλιστέας αξίας.

Συγκεκριμένα:

α. Αν πρόκειται για πολυκατοικία με κύρια χρήση κατοικίας, τότε το κατασκευαστικό κόστος για μια συνήθη κατασκευή υπολογίζεται με βάση τα 1.000-1.100 ευρώ/τ.μ., αν πρόκειται για μια σύγχρονη κατασκευή κυμαίνεται μεταξύ 1.100-1.600 ευρώ/τ.μ., ενώ αν είναι πολυτελής η κατασκευή, τότε το κόστος υπολογισμού του ασφαλιστέου κεφαλαίου υπολογίζεται μεταξύ 1.600-2.600 ευρώ/τ.μ.

β. Αν πρόκειται για μονοκατοικίες, τότε το κόστος υπολογισμού του ασφαλιστέου κεφαλαίου για μια συνήθη κατασκευή υπολογίζεται μεταξύ 1.100-1.300 ευρώ/τ.μ., για μια πολύ καλή σε 1.300-1.800 ευρώ/τ.μ., ενώ για μια πολυτελή μεταξύ 1.800 και 3.400 ευρώ/τ.μ.

3. Η αποζημίωση σε περίπτωση ολικής ή μερικής καταστροφής υπολογίζεται με βάση την ανακατασκευή του κτιρίου σύμφωνα με τον ισχύοντα πολεοδομικό και αντισεισμικό κανονισμό. Συγκεκριμένα:

– Αν το υπό ασφάλιση ακίνητο έχει κατασκευαστεί με οικοδομική άδεια από το 2000 και μετά, τότε το ετήσιο ασφάλιστρο ανά 1.000 ευρώ αξίας, υπολογίζεται σε 1,00-1,20 ευρώ.

– Αν πρόκειται για κατασκευή μεταξύ των ετών 1990-1999, τότε το ετήσιο ασφάλιστρο υπολογίζεται σε 1,20-1,40 ευρώ.

– Αν είναι κατασκευασμένο μεταξύ ετών 1960-1989, τότε το ετήσιο ασφάλιστρο διαμορφώνεται μεταξύ 1,30-1,50 ευρώ.

Δηλαδή, όσο πιο παλιό είναι το ακίνητο, τόσο υψηλότερο είναι το ασφάλιστρο ανά 1.000 ευρώ ασφαλιστέου κεφαλαίου. Σημειώνεται ότι οι οικοδομές χτίζονται με βάση τον ισχύοντα πολεοδομικό και αντισεισμικό κανονισμό, κάτι που ανεβάζει την ασφαλιστέα αξία, ανάλογα και με την περιοχή στην οποία βρίσκονται.

4. Για τις επιχειρήσεις δεν αρκεί μόνο η προστασία του κτιρίου, αλλά ασφαλίζονται ο μηχανολογικός ή ηλεκτρονικός εξοπλισμός, η αξία των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών. Εξυπακούεται ότι σε τέτοιες περιπτώσεις τα ασφάλιστρα μπορούν να φτάσουν σε… κάμποσες χιλιάδες ευρώ ετησίως.

Ο προσδιορισμός της αξίας τέτοιων παραμέτρων, σε περίπτωση καταστροφής και αντικατάστασης τους λόγω πυρκαγιάς, πλημμύρας, κλοπής, σεισμού, τρομοκρατικών ενεργειών ή άλλων αιτιών, είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία. Έως σήμερα έχει αποδειχθεί ότι χιλιάδες επαγγελματίες καταστράφηκαν στην κυριολεξία, καθώς, εκτός από μερικές ή ολικές ζημίες στο κτίριο, υπέστησαν και ολική καταστροφή του εξοπλισμού τους, ο οποίος δεν ήταν ασφαλισμένος. Επιπλέον, στην περίπτωση των επιχειρήσεων πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν και τα διαφυγόντα έσοδα ή κέρδη λόγω προσωρινής ή οριστικής διακοπής λειτουργίας.

Πολύ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της καταστροφής στο Μάτι το 2018, όπου ένας πολύ μικρός αριθμός ιδιοκτητών ακινήτων και επιχειρήσεων, που ήταν υποχρεωτικά ασφαλισμένα λόγω τραπεζικού δανεισμού, έλαβαν αποζημιώσεις 200.000 έως 250.000 ευρώ μέσα σε λίγες ημέρες! Αντιθέτως, η συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών με ανασφάλιστα ακίνητα ή ακίνητα που ούτως ή άλλως δεν ασφαλίζονται (αυθαίρετα), καταστράφηκαν και απλώς… προσεύχονται να τους αποκαταστήσει το κράτος.

Τι (δεν) ασφαλίζεται

Οι ασφαλιστικές εταιρείες καλύπτουν σχεδόν τα πάντα ανάλογα με την περίπτωση ή τις ανάγκες του πελάτη, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ακινήτου, όπως το αντικείμενο της οικονομικής δραστηριότητας ή η περιοχή στην οποία βρίσκεται.

Ενδεικτικά, για την ασφάλιση ενός καφενείου σε επαρχιακή πόλη με ασφαλιστέο κεφάλαιο 50.000 ευρώ και περιεχόμενο 20.000 ευρώ, το ετήσιο ασφάλιστρο κυμαίνεται μεταξύ 130 και 150 ευρώ, ανάλογα με την ασφαλιστική εταιρεία. Αντίστοιχα, για ένα φροντιστήριο με τα ίδια οικονομικά στοιχεία το ετήσιο ασφάλιστρο κυμαίνεται μεταξύ 110 και 130 ευρώ, ενώ για ένα συνεργείο που έχει μεγαλύτερο κίνδυνο λόγω του εξοπλισμού μπορεί να ανέβει στα 180-220 ευρώ. Από την άλλη πλευρά, για ένα σπίτι αξίας 100.000 ευρώ, σύγχρονης κατασκευής, χωρίς κάλυψη για σεισμό, το ετήσιο ασφάλιστρο κυμαίνεται μεταξύ 50 και 90 ευρώ ανάλογα με την ασφαλιστική εταιρεία και κάποιους ειδικούς όρους του συμβολαίου. Σημειώνεται ότι στο περιεχόμενο δεν ασφαλίζονται ποτέ χρήματα, κοσμήματα και τιμαλφή.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες ασφαλίζουν κτίρια, περιεχόμενο, βοηθητικούς χώρους και αναλογία κοινόχρηστων χώρων, ανάλογα με τη σύσταση οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας του ακινήτου. Στις πρόσθετες καλύψεις περιλαμβάνονται και τυχόν ζημιές που μπορεί να προκληθούν με υπαιτιότητα του ασφαλισμένου σε τρίτους. Δηλαδή, κάποιος μπορεί να προκαλέσει ζημιά σε άλλο πρόσωπο, αλλά εφόσον είναι ασφαλισμένη η περιουσία του, θα τη βγάλει… καθαρή. Αν προκαλέσει ζημιά χωρίς να έχει ασφαλιστική κάλυψη (π.χ. πρόκληση πυρκαγιάς, ζημιά σε εγκαταστάσεις κ.λπ.), τότε μπορεί να χάσει ό,τι έχει και δεν έχει, προκειμένου να αποζημιώσει τους παθόντες!

Ειδικότερα, οι βασικές καλύψεις που προσφέρουν οι ασφαλιστικές εταιρείες σε ένα πλήρες πακέτο είναι οι εξής: Πυρκαγιά, Πυρκαγιά από δάσος, Πτώση κεραυνού, Σεισμός, Έκρηξη, Τρομοκρατική ενέργεια, Πτώση ή πρόσκρουση αεροσκαφών, Αστική ευθύνη από μετάδοση πυρκαγιάς, Έξοδα κατεδάφισης και απομάκρυνσης ερειπίων, Θύελλα, Καταιγίδα, Πλημμύρα, Ζημιές λόγω χιονιού, Ζημιές λόγω παγετού, Διάρρηξη ή υπερχείλιση δεξαμενών και σωληνώσεων, Αστική ευθύνη διαρροής υδάτων, Έξοδα άντλησης υδάτων, Έκρηξη λέβητα κεντρικής θέρμανσης, Κακόβουλες ενέργειες, Πολιτικές ταραχές, Στάσεις, Απεργίες, Οχλαγωγίες, Πρόσκρουση οχήματος, Ζημιές οικοδομής λόγω διάρρηξης, Απώλεια μισθώματος, Κατοικίδια ζώα και πολλά άλλα βάσει ειδικών όρων.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες, εκτός από τα αυθαίρετα, μπορεί να μην ασφαλίσουν ή να απαιτήσουν δυσβάστακτα ποσά για ακίνητα σε δασικές περιοχές ή με ιδιαίτερα γεωλογικά χαρακτηριστικά ή αν πρόκειται για ακίνητα και επιχειρήσεις σε περιοχές όπου σημειώνονται τρομοκρατικές ενέργειες ή κακόβουλες πράξεις (π.χ. Εξάρχεια).

Σύμφωνα με το άρθρο 198 του Εμπορικού Δικαίου, στον Κλάδο Περιουσίας έχει υποχρεωτική ισχύ ο αναλογικός όρος. Έτσι, αν κάποιος έχει ασφαλισμένο το σπίτι του για 80.000 ευρώ, θα πάρει στο ακέραιο το συγκεκριμένο ποσό και μέχρι την αποκατάσταση των ζημιών, θα έχει καλύψεις από την ασφαλιστική, σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου (π.χ. καταβολή μηνιαίου ποσού ως ενοίκιο). Αν η ζημιά είναι 80.000 ευρώ και το ακίνητο είναι ασφαλισμένο για 40.000 ευρώ, τότε ο ασφαλισμένος θα πάρει ως αποζημίωση 40.000 ευρώ. Σε περίπτωση που κάποιος ασφαλισμένος έχει «φουσκώσει» την αξία της ασφαλιστέας περιουσίας, πληρώνοντας βεβαίως και υψηλότερα ασφάλιστρα, τότε η ασφαλιστική εταιρεία θα πληρώσει ακριβώς την αξία κατά τον χρόνο που έγινε η ζημιά. Μάλιστα, αν η υπερασφάλιση ενέχει δόλο, τότε θεωρείται άκυρη και η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να απαιτήσει τα δεδουλευμένα ασφάλιστρα έως τη στιγμή της ζημιάς.

 

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1

Έστω κύρια κατοικία 80 τ.μ., κατασκευής 2001 (κατηγορία Α σύμφωνα με τον πιο πάνω πίνακα), με πλήρες πακέτο κάλυψης από σεισμό, θεομηνίες ή άλλες αιτίες και περιεχόμενο 20.000 ευρώ. Το ετήσιο ασφάλιστρο πυρός-σεισμού κυμαίνεται μεταξύ 80 και 130 ευρώ. Για το περιεχόμενο ανάλογα με την ασφαλιστική εταιρεία, το ασφάλιστρο κυμαίνεται από 1,5 έως 2,5 ευρώ ανά 1.000 ευρώ ασφαλιστέου κεφαλαίου. Δηλαδή, για περιεχόμενο 20.000 ευρώ, το ασφάλιστρο διαμορφώνεται στα 30-50 ευρώ. Άρα, συνολικά το ετήσιο ασφάλιστρο για τη συγκεκριμένη κύρια κατοικία θα κυμαίνεται μεταξύ 125 και 205 ευρώ.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2

Έστω κατοικία ασφαλιστέας αξίας 100.000 ευρώ που δεν έχει κάλυψη για σεισμό, αλλά όλες τις υπόλοιπες. Αν καταστραφεί ολοσχερώς από φωτιά, πλημμύρα ή άλλη αιτία, τότε ο ιδιοκτήτης θα πάρει στο ακέραιο το ποσό των 100.000 ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση, το ετήσιο ασφάλιστρο ανάλογα με την εταιρεία κυμαίνεται μεταξύ 60 και 100 ευρώ! Αν όμως καταστραφεί λόγω σεισμού, δεν λαμβάνει καμία αποζημίωση, εκτός αν υπάρχουν ειδικοί όροι στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

του Λουκά Αθ. Γεωργιάδη

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο