Οι ρωσικές αρχές κατήρτισαν έναν κατάλογο «εχθρικών» χωρών προς τη Ρωσία, στις οποίες Ρώσοι ιδιώτες και εταιρείες μπορούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους σε ρούβλια, ένα νόμισμα του οποίου η αξία έχει χάσει 45% από τον Ιανουάριο, ανακοίνωσε το μεσημέρι η ρωσική κυβέρνηση, μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο.

Αυτή η λίστα χωρών περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Αυστραλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τον Καναδά, το Μονακό, τη Νότια Κορέα, τις ΗΠΑ, την Ελβετία και την Ιαπωνία.

Η λίστα ετοιμάστηκε μετά από προεδρικό διάταγμα που εκδόθηκε την Παρασκευή, που καθιέρωσε με αόριστους όρους μια «προσωρινή διαδικασία» για την αποπληρωμή χρεών «προς ορισμένους ξένους πιστωτές».

Για να γίνει αυτό, ένας οφειλέτης θα μπορεί πλέον να ζητήσει από μια ρωσική τράπεζα να δημιουργήσει έναν ειδικό λογαριασμό σε ρούβλια στο όνομα του ξένου πιστωτή και να του στείλει μια πληρωμή σε ισοδύναμο ρούβλι, με τη συναλλαγματική ισοτιμία της ημέρας της Κεντρικής Τράπεζας.

Αυτή η νέα προσωρινή διαδικασία ισχύει για πληρωμές που υπερβαίνουν τα 10 εκατομμύρια ρούβλια το μήνα σε ισοδύναμο ξένου νομίσματος.

Το μέτρο είναι μια από τις πρώτες απαντήσεις της Μόσχας στις άνευ προηγουμένου κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία από πολλές δυτικές χώρες μετά τη στρατιωτική της εισβολή στην Ουκρανία.

Η Δύση

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και οι ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Βρετανίας επιβεβαίωσαν σήμερα, στις συνομιλίες που είχαν μέσω βιντεοκλήσης, ότι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν να αυξάνουν το τίμημα που θα πληρώσει η Ρωσία «για την απρόκλητη και αδικαιολόγητη εισβολή στην Ουκρανία», ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.

Ο Μπάιντεν, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον «υπογράμμισαν ότι δεσμεύονται να συνεχίσουν να παράσχουν οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια, καθώς επίσης και βοήθεια στον τομέα της ασφάλειας, στην Ουκρανία», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Το πολύ ενωμένο, έως τώρα, μέτωπο των Δυτικών όσον αφορά τις οικονομικές κυρώσεις εμφάνισε ρωγμές σήμερα, στο ζήτημα της απαγόρευσης αγοράς ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου, μια πρόταση που απορρίπτεται κυρίως από τη Γερμανία.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ