Το ισοδύναμο εγκατάστασης περίπου 223 φωτοβολταϊκών (φ/β) σταθμών, ίδιας ισχύος με εκείνο των ΕΛΠΕ που εγκαινιάστηκε πρόσφατα στην Κοζάνη (204,3MW), θα χρειαζόμαστε για να καλύψουμε σήμερα τις ανάγκες της χώρα μας σε ηλεκτρική ενέργεια (!), η τιμή της οποίας κατέγραψε αύξηση 79% τον Μάρτιο του 2022 σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2021.

Μια υπόθεση

Αν και είναι σαφές ότι για την ισορροπία και την ασφάλεια του ηλεκτρικού συστήματος θα χρειαστούμε όλες τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ας δούμε, με τη συνδρομή του Στέλιου Ψωμά,συμβούλου ενέργειας του ΣΕΦ (Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών), ένα φανταστικό και εν πολλοίς ακραίο σενάριο,με βάση το οποίο θα μπορούσαμε να καλύψουμε σήμερα όλες τις ανάγκες μας σε ηλεκτρική ενέργεια με φ/β, τα οποία υποστηρίζονται από συστήματα αποθήκευσης.

Συνολικά τα έργα αυτά θα απαιτούσαν, μεταξύ άλλων, περί τα 90 εκατομμύρια φωτοβολταϊκά πλαίσια (πάνελ σημερινής τεχνολογίας),4.000 χιλιόμετρα περίφραξης και 670.000 χιλιόμετρα καλωδίων. Αν και οι τιμές των φωτοβολταϊκών παρουσίασαν άνοδο τον τελευταίο χρόνο, η εγκατάσταση συστημάτων μεγάλης κλίμακας κοστίζει περίπου 600.000 με 650.000 ευρώ ανά εγκατεστημένο μεγαβάτ – πολύ λιγότερο δηλαδή από τα μικρής κλίμακας συστήματα. Το σταθμισμένο (πλήρες) κόστος παραγωγής των φωτοβολταϊκών είναι το μικρότερο μεταξύ όλων των τεχνολογιών, αφού για τα μεγάλης κλίμακας συστήματα βρίσκεται κάτω από τα 40 ευρώ ανά MWh μεγαβατώρα (την ώρα που οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στο Χρηματιστήριο Ενέργειας κινούνται εσχάτως πάνω από τα 200 ευρώ ανά MWh– μέση τιμή Μαρτίου 2022 ίση με 273 ευρώ ανά μεγαβατώρα). Ο συνδυασμός φ/β με μπαταρίες σε μεγάλη κλίμακα έχει σήμερα ένα σταθμισμένο κόστος παραγωγής περίπου 80 με 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με προοπτική να πέσει σημαντικά τα επόμενα χρόνια.

Τo 72% των συσσωρευτών παράγεται σήμερα στην Κίνα, η Ευρώπη έχει ένα μικρό μερίδιο (6.750 MWπαραγωγική δυνατότητα, ενώ η ζήτηση στις ευρωπαϊκές χώρες υπερβαίνει τα 25.000 MWετησίως).

Η ανάπτυξη αυτών των φ/β συστημάτων θα μπορούσε να στηρίξει ετησίως (για τα επόμενα 28 έτη) περί τις 82.000 θέσεις εργασίας (37.000 άμεσες στην εγκατάσταση και συντήρηση και 45.000 έμμεσες).

Ένα τέτοιο εγχείρημα με τα περίπου 223 φωτοβολταϊκά πάρκα θα απαιτούσε εκτάσεις περίπου 600.000 στρεμμάτων, διάσπαρτες σε όλη την Ελλάδα (το 0,45% της συνολικής έκτασης της χώρας ή λίγο λιγότερο από την έκταση της Κέρκυρας ή 4 φορές την έκταση του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης ή, αντίστοιχα, 1,5 φορά την έκταση του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας). Στην πράξη οι εκτάσεις θα ήταν μικρότερες, αφού ένα σημαντικό ποσοστό των νέων έργων θα εγκατασταθεί στις στέγες κτιρίων.

Σημειώνεται ότι, για να καλύψουμε σε ηλεκτρική ενέργεια τις ανάγκες το 2050, θα χρειαζόμασταν περίπου 50.000 ΜWφωτοβολταϊκών και διπλάσια ισχύ συσσωρευτών. Θα έπρεπε δηλαδή να υπερ-δεκαπλασιάσουμε τη σημερινή εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών (4.500 ΜW).

Εφικτός στόχος

Η πραγματικότητα σήμερα, λέει ο κ. Ψωμάς, δείχνει ότι η καύση ορυκτών καυσίμων στο ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα καθιστά την ηλεκτροπαραγωγή ως τον τομέα με τις υψηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Το 2030, ήδη στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το ηλεκτρικό σύστημα προβλέπεται να μειώσει σημαντικά το ανθρακικό του αποτύπωμα, λόγω της απόφασης απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων και της σημαντικής διείσδυσης των ΑΠΕ (σ.σ. με πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αυξάνεται: η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη και κατά 50% η εξόρυξή του –στο πλαίσιο απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Είναι επίσης βέβαιο και σε αυτό το περιβάλλον ότι η νέα μονάδα Πτολεμαΐδα 5, την οποία κατασκευάζει η ΔΕΗ, θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μονάδα για τα επόμενα χρόνια. Το πιο πιθανό, έως το 2028. Και αν χρειάζεται να παραμείνουν σε λειτουργία κάποιες από τις πιο σύγχρονες παλιές μονάδες της ΔΕΗ, όπως η Μελίτη, ο Άγιος Δημήτριος 5, αυτό είναι κάτι το οποίο θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής, αλλά και ανάλογα φυσικά με τη διαμόρφωση των τιμών και τη διαθεσιμότητα του φυσικού αερίου).

«Στο πλαίσιο της μακροχρόνιας στρατηγικής», συνεχίζει ο σύμβουλος του ΣΕΦ,«η ηλεκτρική ενέργεια έχει έναν συστημικό ρόλο. Αφού το ανθρακικό αποτύπωμά της καταστεί πιο μικρό ως αποτέλεσμα του ΕΣΕΚ για το έτος 2030, αμέσως μετά το 2030 ο εξηλεκτρισμός θερμότητας και κινητικότητας θα επιτρέψει μείωση των εκπομπών και στους τομείς της ζήτησης ενέργειας ήδη από τα πρώτα στάδια της μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Με τον τρόπο αυτόν, η απανθρακοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής και ο εξηλεκτρισμός αποτελούν μια από τις κύριες βασικές πολιτικές».

Ας δούμε μερικά βασικά μεγέθη του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος: «Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας το 2030 θα ανέρχεται σε 61,4 TWτεραβατώρες(δισεκατομμύρια κιλοβατώρες), ενώ σε ένα σενάριο αυξημένης ζήτησης που εξέτασε ο ΑΔΜΗΕ, σε 65,7 TWh. To 2050, τα μεγέθη αυτά αυξάνονται σε 74,7-80,3 TWh.Με βάση το ισχύον ΕΣΕΚ (το οποίο πάντως τελεί υπό αναθεώρηση), το 2030 η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ θα πρέπει να ανέλθει σε 18.900 MW (Μεγαβάτ), ένας στόχος που πιθανότατα θα ανέβει σε 25.000 MWστο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ. Από αυτά, τη μερίδα του λέοντος καταλαμβάνουν τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά, όντας σήμερα οι φθηνότερες τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής. Τα φωτοβολταϊκά, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να φτάσουν τα 11.000-15.000 MWτο 2030. Στόχος απολύτως εφικτός και λόγω του τεράστιου επενδυτικού ενδιαφέροντος και λόγω κόστους και επειδή θα υπάρξει μέχρι τότε αναβάθμιση των δικτύων για να υποδεχθούν τόση ισχύ».

Προφίλ πάρκου

Ο φωτοβολταϊκός σταθμός των ΕΛΠΕ στην Κοζάνη είναι το μεγαλύτερο σε λειτουργία έργο ΑΠΕ στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου και ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα του είδους σε ολόκληρη την Ευρώπη, με συνολική εγκατεστημένη ισχύ που φτάνει στα 204,3 MW. Υπολογίζεται ότι θα παράγει ετησίως ενέργεια 350 GWh και θα καλύψει τις ανάγκες 75.000 νοικοκυριών.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο