Αυτό πρέπει να είναι η κορυφαία προτεραιότητα της διάσκεψης COP27  στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου.

Οι εργασίες της COP27 στην πόλη του Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου από 6 έως 18 Νοεμβρίου, στις οποίες συμμετέχουν περισσότεροι από 100 ηγέτες,σηματοδοτούν φέτος την 30ή επέτειο από την έγκριση της Σύμβασης Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή.

Την ίδια στιγμή,Κίνα,ΗΠΑ, ΕΕ, Ινδία και Ρωσία συνεχίζουν να αποτελούν την πεντάδα των μεγαλύτερων ρυπαντών του πλανήτη,ενώ οι φτωχότερες χώρες προσπαθούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε προσιτή ενέργεια και ηλεκτρικό ρεύμα.

Ευθύνες μεγάλων

Το World Energy Outlook 2022 αναφέρει ότι «παγκοσμίως 660 εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια.Ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί μέχρι τέλος του 2022, φτάνοντας τα 775 εκατομμύρια (το 85% αυτών των ανθρώπων ζει στην υποσαχάρια Αφρική). Πλήρης πρόσβαση στο ηλεκτρικό ρεύμα έως το 2030 σημαίνει ότι θα πρέπει περίπου 100 εκατομμύρια άνθρωποι να συνδέονται κάθε χρόνο(!) πράγμα αδύνατο με τα σημερινά δεδομένα.Εξάλλου, περίπου 75 εκατομμύρια άνθρωποι που απέκτησαν προσφάτως πρόσβαση στον ηλεκτρισμό είναι πιθανό να μην μπορούν να πληρώσουν, λόγω των υψηλών τιμών των καυσίμων, που ευθύνονται για το 90% της αύξησης του μέσου κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως.

Δεν υπάρχει δρόμος προς το καθαρό μηδέν (μηδενικές εκπομπές αερίων μέχρι το 2050) χωρίς πρώτα να ολοκληρωθεί η καθολική πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια». Η πανδημία,ο πληθωρισμός,η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν καθυστερήσει την πρόοδο για καθολική πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια«η οποία πρέπει να είναι η κορυφαία προτεραιότητα του COP27».

Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες απηύθυνε έκκληση «για τη σύναψη συμφωνίας ανάμεσα στις πλουσιότερες και τις φτωχότερες χώρες, ώστε να επιταχύνουν τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα και τη χρηματοδότηση που απαιτείται για να διασφαλιστεί ότι οι φτωχότερες μπορούν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων και να αντιμετωπίσουν τις αναπόφευκτες επιπτώσεις της υπερθέρμανσης». Και πρόσθεσε: ΗΠΑ και Κίνα, οι δύο μεγάλες οικονομίες, έχουν ιδιαίτερη ευθύνη να συμμετάσχουν στις προσπάθειες για να κάνουν αυτήν τη συμφωνία πραγματικότητα.

Επενδυτική απαίτηση

Υπενθυμίζεται ότι ησυνολική επενδυτική απαίτηση για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικήςοι αναπτυσσόμενες χώρες,βάσει της έκθεσης του οικονομολόγου Νίκολας Στερν, ανέρχεται σε 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030, εκ των οποίων τα μισάθα προέρχονται από εξωτερική χρηματοδότηση και τα υπόλοιπα από δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους σε αυτές τις χώρες. Το προβλεπόμενο αυξανόμενο μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας στην παγκόσμια κατανάλωση τελικής ενέργειας συνδέεται με μια τεράστια αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας –με το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ανάπτυξης να προέρχεται από τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Όχι εφησυχασμός

Και η Ευρώπη δεν πρέπει να εφησυχάζει.Σημειώνεται ότι περίπου 54 εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες πλήττονται από την ενεργειακή φτώχεια. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας δίνει τη διάσταση ενός περαιτέρω κινδύνου που μπορεί να επιδεινώσει την ήδη υπάρχουσα κατάσταση:«Ενώ τα αποθέματα φυσικού αερίου της ΕΕ είναι 5%, ή 5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) πάνω από τον μέσο όρο των 5 τελευταίων ετών, αυτό το πρόσθετο μαξιλάρι αποθήκευσης θα μπορούσε να διαγραφεί γρήγορα, καθώς 5 bcm είναι μόλις δύο ημέρες ζήτησης αερίου στην ΕΕ κατά τη διάρκεια ενός ψύχους. Ένας κρύος χειμώνας θα μπορούσε γρήγορα να αλλάξει το ισοζύγιο φυσικού αερίου της Ευρώπης, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ακόμη πιο σκληρή δοκιμασία το 2023 (το 2021 περίπου το 7% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης –σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής εταιρείας Statista–δεν είχε πρόσβαση σε επαρκή θέρμανση).

Ο ΔΟΕ εκτιμά ότι «η πλήρης διακοπή των προμηθειών φυσικού αερίου από τη Ρωσία αγωγό ΕΕ, σε συνδυασμό με την ανάκαμψη των κινεζικών εισαγωγών LNG στα επίπεδα του 2021, θα οδηγήσει την Ευρώπη να αντιμετωπίσει ένα προκλητικό χάσμα προσφοράς-ζήτησης 30 bcm κατά τη βασική περίοδο αναπλήρωσης-αποθήκευσης φυσικού αερίου το καλοκαίρι του 2023.Αυτό αντιπροσωπεύει σχεδόν το μισό αέριο που χρειάζεται για την πλήρωση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης στο 95% της χωρητικότητας μέχρι την έναρξη της περιόδου θέρμανσης 2023-24».

Να γιατί λοιπόν «οι κυβερνήσεις πρέπει να λάβουν άμεση δράση για να επιταχύνουν τις βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση και να επιταχύνουν την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και αντλιών θερμότητας,προσδιορισμό των επιλογών αλλαγής καυσίμου στη βιομηχανία και στον τομέα της ενέργειας και άλλα βήματα για τη διαρθρωτική μείωση της ζήτησης αερίου.Αυτό είναι απαραίτητο για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, την ευημερία των πολιτών και των βιομηχανιών της και τη μετάβασή της στην καθαρή ενέργεια».

Η παγκόσμια ενεργειακή κρίση πάντως, που τροφοδοτείται από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία,θα επιβαρύνει τις διαπραγματεύσεις στη Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή της COP27: «Αυτό μας υπενθυμίζει ότι η εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα διαιωνίζει τους κινδύνους ενεργειακής ασφάλειας. Και επίσης ότι η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια προσφέρει νέες προκλήσεις που πρέπει να εκμεταλλευτούμε.Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι θεμελιώδης πτυχή της ενεργειακής ασφάλειας είναι πρωτίστως να έχουμε αδιάλειπτη παροχή και πρόσβαση στην ενέργεια».

«Ταβάνι» 1,5 βαθμοί Κελσίου

Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες, στο μήνυμά του προς τις χώρες που συμμετέχουν στη Διάσκεψη Κορυφής για το κλίμα COP27, το έκανε ξεκάθαρο: να συνεργαστούν τώρα για να μειώσουν τις εκπομπές αερίων ή να καταδικάσουν τις επόμενες γενιές σε μια κλιματική καταστροφή.

Υπενθυμίζεται ότι οι υπογράφοντες τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα το 2015 δεσμεύτηκαν να επιτύχουν τον μακροπρόθεσμο στόχο της διατήρησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας όχι πάνω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Οι επιστήμονες το έχουν θέσει αυτό ως ταβάνι για την αποφυγή της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής. Για να διατηρηθεί ζωντανή η όποια ελπίδα επίτευξης αυτού του στόχου θα πρέπει να επιτευχθούν μηδενικές εκπομπές αερίων ως το 2050.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο