Ανησυχητική επισήμανση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΔΟΕ): Παγκοσμίως πρέπει να προστεθούν ή να αντικατασταθούν 80 εκατομμύρια χιλιόμετρα δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2040 –ισούται με όλο το υπάρχον δίκτυο σήμερα– ώστε να (λέμε ότι μπορούν) οι χώρες να πετύχουν τους εθνικούς κλιματικούς στόχους και να υποστηρίξουν την ενεργειακή τους ασφάλεια.

Αν οι επενδύσεις στο δίκτυο «δεν κλιμακωθούν αρκετά γρήγορα και οι μεταρρυθμίσεις για τα δίκτυα είναι αργές, τότε οι σωρευτικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) μεταξύ 2030 και 2050 θα είναι σχεδόν 60 δισεκατομμύρια τόνους υψηλότερες λόγω της αργής διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) – που οδηγεί σε υψηλότερη κατανάλωση ορυκτών καυσίμων. Αυτό ισοδυναμεί με τις συνολικές εκπομπές CO2 από τον παγκόσμιο τομέα ηλεκτρικής ενέργειας τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Μια τέτοια εξέλιξη θα έθετε την παγκόσμια άνοδο της θερμοκρασίας πολύ πάνω από τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για 1,5°C, με πιθανότητα 40% να υπερβεί τους 2°C».

Αναβάθμιση υποδομών

Σε έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, όπου παρουσιάζεται η πρώτη παγκοσμίως απογραφή δικτύων, υπογραμμίζεται: «Καθώς τα δίκτυα επεκτείνονται σε σφαίρες όπου προηγουμένως κυριαρχούσαν τα ορυκτά καύσιμα, αυξάνονται παράλληλα οι απαιτήσεις για επέκταση και αναβάθμισή τους παγκοσμίως». Και διαπιστώνεται:«Τα δίκτυα που έχουν αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας για περισσότερο από 100 χρόνια, παρέχοντας ενέργεια σε σπίτια, επιχειρήσεις, εργοστάσια, γραφεία και νοσοκομεία,δεν συμβαδίζουν με τη νέα ενεργειακή οικονομία και την ταχεία ανάπτυξη βασικών τεχνολογιών καθαρής ενέργειας (ηλιακή, αιολική, ηλεκτρική ενέργεια αυτοκίνητα και αντλίες θερμότητας κ.ά.)».

Ετήσιες επενδύσεις

Στην έκθεση αναφέρεται επίσης ότι είναι «απαραίτητες σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας και ρύθμισης των δικτύων, ενώ οι ετήσιες επενδύσεις στα δίκτυα, που παρέμειναν σε γενικές γραμμές στάσιμες, πρέπει να διπλασιαστούν σε περισσότερα από 600 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ ετησίως έως το 2030».

Οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, εξαιρουμένης της Κίνας, τονίζεται στην έκθεση,«έχουν δει μείωση των επενδύσεων στο δίκτυο τα τελευταία χρόνια, παρά την ισχυρή αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και τις συνεχείς προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων πρόσβασης στην ενέργεια».

Επίτευξη στόχων

Για την επίτευξη των εθνικών ενεργειακών και κλιματικών στόχων των χωρών, «η παγκόσμια χρήση ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αυξηθεί κατά 20% ταχύτερα την επόμενη δεκαετία από ό,τι στην προηγούμενη. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αυξηθεί ακόμη πιο γρήγορα σε μια παγκόσμια πορεία προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050, κάτι που συνάδει με τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1,5°C.Τα διευρυμένα δίκτυα είναι ζωτικής σημασίας για να επιτρέψουν τέτοια επίπεδα ανάπτυξης, καθώς ο κόσμος αναπτύσσει περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα, εγκαθιστά περισσότερα ηλεκτρικά συστήματα θέρμανσης και ψύξης και κλιμακώνει την παραγωγή υδρογόνου χρησιμοποιώντας ηλεκτρόλυση».

Ανάπτυξη ΑΠΕ

Στο σενάριο του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για Καθαρές Μηδενικές Εκπομπές έως το 2050, «η αιολική και η ηλιακή ενέργεια αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% της αύξησης. Η επιτάχυνση της ανάπτυξης ΑΠΕ απαιτεί εκσυγχρονισμό των δικτύων διανομής και δημιουργία νέων διαδρόμων μεταφοράς για τη σύνδεση ανανεώσιμων πηγών –όπως ηλιακά φωτοβολταϊκά έργα στην έρημο και υπεράκτιες ανεμογεννήτριες στη θάλασσα– που απέχουν πολύ από κέντρα ζήτησης όπως πόλεις και βιομηχανικές περιοχές».

Τα δίκτυα ενδέχεται να καταστούν ο αδύναμος κρίκος της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια, διευκρινίζει ο ΔΟΕ:«Τουλάχιστον 3.000 γιγαβάτ (GW) έργων ΑΠΕ, από τα οποία 1.500 GW βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, περιμένουν σε ουρές σύνδεσης στο δίκτυο –ισοδυναμεί με πενταπλάσια ποσότητα ηλιακής και αιολικής ισχύος που προστέθηκε το 2022.Ο αριθμός των έργων που αναμένουν σύνδεση παγκοσμίως είναι πιθανό να είναι ακόμη υψηλότερος, καθώς τα δεδομένα για τέτοιες ουρές είναι προσβάσιμα για χώρες που αντιπροσωπεύουν το ήμισυ της παγκόσμιας δυναμικότητας αιολικής και ηλιακής φωτοβολταϊκής ενέργειας. Ενώ οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αυξάνονται ραγδαία –σχεδόν διπλασιάζονται από το 2010–, οι παγκόσμιες επενδύσεις στα δίκτυα έχουν σχεδόν αλλάξει, παραμένοντας στατικές στα περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως».

Καθυστέρηση μετάβασης

Το Grid Delay Case (Υπόθεση Καθυστέρησης Πλέγματος) δείχνει ότι οι μεταβάσεις καθυστερούν, με βραδύτερη απορρόφηση ΑΠΕ και υψηλότερη χρήση ορυκτών καυσίμων.Σε μια εποχή εύθραυστων αγορών φυσικού αερίου και ανησυχιών για την ασφάλεια του εφοδιασμού με φυσικό αέριο, η αποτυχία δημιουργίας δικτύων αυξάνει την εξάρτηση των χωρών από το φυσικό αέριο. Ο σχεδιασμός για τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής πρέπει να ευθυγραμμιστεί περαιτέρω και να ενσωματωθεί με ευρείες διαδικασίες μακροπρόθεσμου σχεδιασμού από τις κυβερνήσεις. Η νέα υποδομή δικτύου απαιτεί συχνά πέντε έως 15 χρόνια για να σχεδιαστεί, να αδειοδοτηθεί και να ολοκληρωθεί, σε σύγκριση με ένα έως πέντε χρόνια για νέα έργα ΑΠΕ και λιγότερο από δύο χρόνια για τη νέα υποδομή φόρτισης EV’s (electric vehicles).

Τα σημαντικότερα εμπόδια στην ανάπτυξη του δικτύου διαφέρουν ανά περιοχή και χώρα: Για παράδειγμα στην Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Χιλή και την Ιαπωνία, τα ισχυρότερα εμπόδια έχουν να κάνουν με τη δημόσια αποδοχή νέων έργων και την ανάγκη για ρυθμιστική μεταρρύθμιση. Εδώ, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να επιταχύνουν την πρόοδο στα δίκτυα βελτιώνοντας τον προγραμματισμό, διασφαλίζοντας ότι οι εκτιμήσεις ρυθμιστικού κινδύνου επιτρέπουν προκαταρκτικές επενδύσεις και εξορθολογίζοντας τις διοικητικές διαδικασίες. Σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, της Ινδονησίας και της Κορέας, η οικονομική υγεία των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας αποτελεί κεντρική πρόκληση, ενώ η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και το υψηλό κόστος κεφαλαίου αποτελούν βασικούς φραγμούς σε πολλές αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδιαίτερα στην Υποσαχάρια Αφρική.

Ανάπτυξη δικτύων σημαίνει, εκτός των άλλων, και «την ανάγκη για ειδικευμένους επαγγελματίες σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού».

Η έκθεση συνιστά στις κυβερνήσεις να υποστηρίξουν έργα μεταφοράς μεγάλης κλίμακας για να διασφαλίσουν ότι τα δίκτυα είναι προετοιμασμένα για περαιτέρω ισχυρή ανάπτυξη στην ανανεώσιμη ενέργεια. Και προτρέπει τους προγραμματιστές και τους χειριστές δικτύων να αγκαλιάσουν την ψηφιοποίηση για να επιτρέψουν στα δίκτυα του μέλλοντος να είναι πιο ανθεκτικά και ευέλικτα.

Σχέδια ΔΕΔΔΗΕ

Ο προϋπολογισμός του Σχεδίου Ανάπτυξης Δικτύου (ΣΑΔ) 2022-2026 προς τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ πρώην ΡΑΕ) του Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ – διαχειρίζεται τη συντήρηση, την ανάπτυξη και τη λειτουργία των δικτύων διανομής του ηλεκτρικού ρεύματος προς κάθε καταναλωτή και πάροχο ηλεκτρικού ρεύματος) ανέρχεται σε 3,308 δισ. ευρώ έναντι 2,449 δισ. ευρώ του ΣΑΔ 2021-2025. Είναι αυξημένος κατά 859 εκατ. ευρώ (35%), λόγω της προσθήκης νέων έργων και μεταβολών στον προϋπολογισμό εγκεκριμένων σε προηγούμενα ΣΑΔ.

Η ΡΑΑΕΥ έχει εγκαλέσει τον ΔΕΔΔΗΕ για τη μη ένταξη έργων που συνδέονται με τις διασυνδέσεις νησιών του Αιγαίου στο Σχέδιο Ανάπτυξης Δικτύου και τον καλεί να τα εντάξει για να υλοποιηθούν έως το 2029 –έτος που ο ΑΔΜΗΕ έχει προγραμματίσει την ολοκλήρωση των διασυνδέσεων.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο