«Οι ανεξάρτητες αρχές, με τον ελεγκτικό και εγγυητικό τους ρόλο, δεν αποτελούν μόνο πυλώνες ασφάλειας του Δικαίου, αλλά και δείκτες ποιότητας της Δημοκρατίας μας» τόνισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου, που διοργανώνουν από κοινού οι πέντε συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές, στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, με τίτλο «Συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές: Η συμβολή τους σε ένα ευρωπαϊκό δημοκρατικό κράτος δικαίου».

Η κυρία Σακελλαροπούλου επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι «οι πολύπλευρες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ανεξάρτητες αρχές, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ταλανίζουν ακόμη και τις πιο προηγμένες δημοκρατίες και επαναπροσδιορίζουν τα όρια ανάμεσα στο δίκαιο και την πολιτική» και προσέθεσε: «Στην εποχή των αλλεπάλληλων κρίσεων και των μεγάλων κοινωνικών αλλαγών, τα ευρωπαϊκά κράτη δικαίου καλούνται να υπερασπιστούν τα κεκτημένα των δικαιωμάτων και τις θεμελιώδεις αρχές του νομικού μας πολιτισμού. Με προσήλωση στις αξίες που μας συνέχουν, καθώς και εύλογο πραγματισμό, όταν διακυβεύεται το γενικό συμφέρον».

Ακολουθεί ολόκληρος ο χαιρετισμός της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου:

«Με χαρά κηρύσσω σήμερα την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων αρχών. Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και επίκαιρη θεματική του αγγίζει τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και συνοψίζει κρίσιμους προβληματισμούς για τις προοπτικές και τις αντιφάσεις της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Στη μεταπολίτευση, ειδικά μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, οι ανεξάρτητες αρχές απασχόλησαν έντονα τόσο τους θεωρητικούς, όσο και τους εφαρμοστές του δικαίου. Παρήγαγαν έναν ισχυρό συμβολισμό για τον εκσυγχρονισμό του Κράτους και συνετέλεσαν στην άμβλυνση της πλειοψηφικής εκδοχής της δημοκρατίας και την εμπέδωση της δημοκρατίας των αντιβάρων. Διαθέτουν δικαιοκρατική κατά βάση νομιμοποίηση, που απορρέει κυρίως από την κρατική λειτουργία που επιτελούν.

Το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού και ο Συνήγορος του Πολίτη ανέλαβαν τη διασφάλιση της αξιοκρατίας και την καταπολέμηση της κακοδιοίκησης στον δημόσιο τομέα, ενώ το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κλήθηκαν να ρυθμίσουν ευαίσθητα πεδία που συνδέονται με την τεχνολογική εξέλιξη σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, την ελευθερία της επικοινωνίας και των μέσων ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Κοινό σημείο, ωστόσο, αναφοράς και θεμελιώδης σκοπός των αρχών -και όχι μόνο των συνταγματικά κατοχυρωμένων- υπήρξε και παραμένει η ισχυρή προστασία των δικαιωμάτων. Αυτά δεν απειλούνται πια μόνον από την κρατική αυθαιρεσία, αλλά και από ιδιωτικά συμφέροντα και εξουσίες, ιδίως στα σύγχρονα περιβάλλοντα της υψηλής διακινδύνευσης.

Η θέση, τυπικά και ουσιαστικά, των ανεξαρτήτων αρχών στην πολιτεία μας πρέπει να συμβαδίζει με την αποστολή τους. Η διαδικασία της επιλογής των μελών τους υπακούει στην αρχή της συναίνεσης μεταξύ των κομμάτων, όπως αυτή αποτυπώνεται σήμερα στην πλειοψηφία των τριών πέμπτων, όμως ταυτόχρονα πρέπει να υπηρετεί τη λειτουργικότητα και τη νομιμοποίησή τους, χωρίς προσχηματικές αρνήσεις. Οι αρχές είναι φορείς δημόσιας εξουσίας και ο σεβασμός τους προϋποθέτει την ανεμπόδιστη άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, δίχως παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Χρέος της Πολιτείας είναι να εγγυάται την επιτέλεση του έργου των αρχών και την ανεξαρτησία τους. Στο ζήτημα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, στο οποίο εμπλέκονται θεσμικά δύο από τις ανεξάρτητες αρχές, είναι σε εξέλιξη δικαστική έρευνα, η οποία ελπίζουμε σύντομα να αποφέρει καρπούς. Παράλληλα, η διαφύλαξη του κύρους και της λειτουργίας τους συνιστά καθήκον των ίδιων των αρχών και των μελών τους. Οι πράξεις τους υπόκεινται σε κοινοβουλευτικό και δικαστικό έλεγχο και οφείλουν να τηρούν την αρχή της νομιμότητας και τη διάκριση των εξουσιών. Αυτή προϋποθέτει θεσμική ισορροπία, σταθμισμένη σχέση και αρμονική συνεργασία μεταξύ των εξουσιών.

Οι πολύπλευρες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ανεξάρτητες αρχές, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ταλανίζουν ακόμη και τις πιο προηγμένες δημοκρατίες και επαναπροσδιορίζουν τα όρια ανάμεσα στο δίκαιο και την πολιτική. Η μεταρρύθμιση του Κράτους και της δημόσιας διοίκησης είναι στο επίκεντρο του ψηφιακού μετασχηματισμού και της υπέρβασης των στεγανών του παρελθόντος μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Ο πλουραλισμός στην ενημέρωση και η κατοχύρωση του πληροφοριακού αυτοκαθορισμού και της ιδιωτικότητας του προσώπου δοκιμάζονται στην ανοικτή κοινωνία της διάχυτης, αν όχι χαοτικής, πληροφορίας. Το απόρρητο των επικοινωνιών καθίσταται ιδιαίτερα ευάλωτο στις νέες τεχνολογικές δυνατότητες και στα επιθετικά λογισμικά, ενώ υποκρύπτει δύσκολες σταθμίσεις μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας. Στην εποχή των αλλεπάλληλων κρίσεων και των μεγάλων κοινωνικών αλλαγών, τα ευρωπαϊκά κράτη δικαίου καλούνται να υπερασπιστούν τα κεκτημένα των δικαιωμάτων και τις θεμελιώδεις αρχές του νομικού μας πολιτισμού. Με προσήλωση στις αξίες που μας συνέχουν, καθώς και εύλογο πραγματισμό, όταν διακυβεύεται το γενικό συμφέρον. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ανεξάρτητες αρχές, με τον ελεγκτικό και εγγυητικό τους ρόλο, δεν αποτελούν μόνο πυλώνες ασφάλειας του δικαίου, αλλά και δείκτες ποιότητας της δημοκρατίας μας».