Στην «κεντροαριστερή» αντιπολίτευση κάποιοι ονειρεύονται… Επινέ

Το Επινέ είναι ένα προάστιο στα βόρεια του Παρισιού (άλλοτε «κόκκινο», σήμερα «λαϊκό»), στο οποίο το 1971 ο Φρανσουά Μιτεράν, οργανώνοντας και πραγματοποιώντας το (ιστορικό) Συνέδριο του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, συνένωσε υπό τη σκέπη του κεντρώους, αριστερούς και αριστεριστές. Με σύνθημα, που είχε κυριαρχήσει και στο Συνέδριο, «ποιος μπορεί να νικήσει τον Βαλερί Ζισκάρντ’ Εστέν», δέκα χρόνια αργότερα κατάφερε να κερδίσει τον τότε ηγέτη της Κεντροδεξιάς και να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας.

Στα καθ’ ημάς (εντάξει καμία σύγκριση), αλλά κάποιοι από τον ευρύτερο χώρο της «ριζοσπαστικής Αριστεράς και του προοδευτικού Κέντρου» μιλούν για… «Εμπρός για νέο Επινέ» και την Τρίτη και 13 οργανώνουν«σχετική συζήτηση» στο θέατρο «Άλφα» της Πατησίων. Με τον εύγλωττο τίτλο: «Απέναντι στον Μητσοτάκη, ποιος;» ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ και η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά θα συζητήσουν για το ενδεχόμενο συσπείρωσης των λεγόμενων «προοδευτικών δυνάμεων», έστω και αν οι ηγεσίες ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν καλοδέχτηκαν τη συμμετοχή των στελεχών τους, αλλά προς το παρόν δεν έχουν εκδώσει απαγορευτικό.

Βέβαια, μπορεί ο χρόνος της συζήτησης να είναι άκαιρος και η θέση του ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του προσώπου δηλαδή που θα μπορούσε να τρώσει τον πρωθυπουργό, να είναι επισφαλής, αλλά, αντικειμενικά τώρα,υπάρχει σήμερα πεδίο σύγκλισης των κεντροαριστερών κομμάτων; Ως ιδέα την είχε διατυπώσει πρώτος ο Χρήστος Σπίρτζης, μετά από την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και τη σημαντική, αλλά όχι και μεγάλη, ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ στις διπλές εκλογές του Μαΐου-Ιουνίου. Και κάποιοι, προερχόμενοι κυρίως από το άλλοτε κραταιό Κίνημα του Ανδρέα Παπανδρέου,άρχισαν τότε να μιλούν για μια προσωπικότητα που θα προκύψει ως «αξιόλογος αντίπαλος» του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μία ανάλογη κίνηση είχε κάνει το 2017 η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, θέτοντας την ηγεσία της στο ΠΑΣΟΚ υπό την κρίση των ψηφοφόρων του ευρύτερου χώρου, με στόχο να ενώσει κόμματα και ομάδες, προκειμένου να δώσει μία προοπτική στο κόμμα. Στις ανοιχτές εκλογές όμως που έγιναν, χωρίς να προηγηθεί συνέδριο, φάνηκε ότι οι διαφορές ήταν τόσο μεγάλες και οι προτεραιότητες του καθενός τόσο διαφορετικές, που η κατάληξη δεν θα μπορούσε να ήταν άλλη, από τα να…τραβήξει ο καθείς τον δρόμο του.

Σήμερα, οι συσχετισμοί μεταξύ των κομμάτων που έχουν απομείνει στον χώρο δυσκολεύουν πολύ περισσότερο –από τότε– την όποια συνεννόηση ή συναντίληψη. Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να παίξει τον ρόλο μίας οιονεί αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον Νίκο Ανδρουλάκη να θέλει να γίνει ο βασικός αντίπαλος του πρωθυπουργού, προκειμένου να επαναφέρει ψηφοφόρους του από το Κέντρο, στο οποίο όμως έχει διεισδύσει και σε μεγάλο μάλιστα βαθμό ο Μητσοτάκης. Δηλώνει,δε, ότι θα αναλάβει πρωτοβουλίες συνεννόησης μετά τις ευρωεκλογές και θα απευθυνθεί, λέει, στην κοινωνία, εφόσον το κόμμα του έρθει δεύτερο και κατακτήσει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και ναι μεν ο ίδιος δεν κάνει «γκελ» στον λαό, αλλά το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα, άσχετα με τις διαφωνίες για επί μέρους θέσεις του, παρουσιάζεται ως το πιο ορθολογικό και, τηρουμένων των αναλογιών, το λιγότερο λαϊκίστικο όλης της αντιπολίτευσης. Δεν δείχνει να έχει πεδίο συνταύτισης με τον«τρία πουλάκια κάθονται» ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου, ο οποίος περιφέρεται χωρίς πυξίδα, εκπέμποντας φραστικές πομφόλυγες και παλινδρομώντας ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και τον απολίτικο αριστερισμό. Ούτε φυσικά έχει μεγάλη σχέση το ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Αριστερά, της οποίας οι πρόσφατες ανακοινώσεις για τα πανεπιστήμια και ταF-35 παραπέμπουν σε αριστερίστικα γκρουπούσκουλα 18άρηδων «επαναστατών χωρίς αιτία».

Ο Κασσελάκης, από την άλλη, αναφέρεται συνέχεια σε αυτόνομο ΣΥΡΙΖΑ που θα νικήσει τον Μητσοτάκη, γιατί ξέρει, λέει, καλύτερα αγγλικά.Αλλά υπάρχει και το εξής, που δεν μπορεί να ξεχάσει κανείς:Μπορεί η αποχώρηση Τσίπρα να άφησε τον Μητσοτάκη χωρίς «σκιάχτρο» για τους κεντρώους ψηφοφόρους, αλλά η εμπειρία από τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ισχυρή στη μνήμη αυτού του κομματιού του εκλογικού σώματος.

Επομένως, αυτοί που μιλούν για «συνενώσεις δημοκρατικών-προοδευτικών» δυνάμεων και φωνάζουν «εμπρός για νέο Επινέ» ουσιαστικά καλούν το ΠΑΣΟΚ να θυσιαστεί, ώστε να «ξεπλυθούν» οι κυβερνητικές αμαρτίες του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, ακόμα κι αν ο Ανδρουλάκης ήταν διατεθειμένος να γίνει ολοκαύτωμα για χάρη του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, αυτό δεν θα οδηγούσε σε πολλαπλασιασμό των δυνάμεων του χώρου, ούτε καν σε πρόσθεση, αλλά μάλλον σε διαίρεση.Είναι βέβαιο ότι οι ιδέες περί «συνένωσης όλων των δυνάμεων από την Κεντροαριστερά έως τον αριστερισμό» θα επανέλθουν αμέσως μετά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, ανεξάρτητα από το ποιος από τους δύο, που διεκδικούν την αξιωματική αντιπολίτευση, κερδίσει.

Οι πολίτες όμως θέλουν ηγεσίες με ξεκάθαρες θέσεις, σταθερούς κομματικούς σχηματισμούς και όχι κόμματα-συνιστώσες. Και σε ό,τι αφορά τις επιλογές τους στην κάλπη, θέλουν να αισθανθούν ότι επιλέγουν πολιτικούς που θέλουν να δώσουν λύσεις και όχι απλώς να βρουν τον ρόλο τους στην πολιτική, διαγκωνιζόμενοι απλώς για τη δεύτερη θέση.Και προς το παρόν τουλάχιστον (και ίσως για πολλά χρόνια ακόμη) δεν διαφαίνεται να δίνεται απάντηση από την αντιπολίτευση στο:«Απέναντι στον Μητσοτάκη, ποιος;».

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο