Πολλές έρευνες επισημαίνουν την ισχυρή αλληλεξάρτηση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και της ενεργειακής κατανάλωσης, που έχει ως αποτέλεσμα η οποιαδήποτε αύξηση στην εθνική παραγωγή να προκαλεί αύξηση των εκπομπών CO2 και γενικότερα των αερίων του θερμοκηπίου. Δηλαδή ανάπτυξη ίσον ρύπανση – αλλά χωρίς ανάπτυξη έχουμε ανεργία, φτώχεια, κ.λπ. Η υιοθέτηση πολιτικών μέτρων για αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) ενοχοποιείται εσχάτως, καθώς «συνεπάγεται περιβαλλοντική επιβάρυνση» ή, αλλιώς, «η οικονομική ανάπτυξη οδηγεί σε περιβαλλοντική υποβάθμιση».

Στο κείμενο που ακολουθεί, φαίνεται η επίδραση του ΑΕΠ στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου CO2. Η σχέση παράλληλης αύξησης «μεταξύ του ΑΕΠ και του CO2 έχει αρχίσει να χαλαρώνει, με διακυμάνσεις ανάμεσα στον αναπτυγμένο και αναπτυσσόμενο κόσμο», μας πληροφορεί ο Siddharth Singh, αναλυτής ενεργειακών επενδύσεων του ΙΕΑ – Διεθνούς Ενεργειακού Οργανισμού: Με σταθερές βελτιώσεις στην ενεργειακή ένταση της οικονομικής ανάπτυξης (που σημαίνει ότι απαιτείται λιγότερη ενέργεια για να παραχθεί μια πρόσθετη μονάδα του παγκόσμιου ΑΕΠ) και, πιο πρόσφατα, μια δραματική αύξηση στην ανάπτυξη καθαρής ενέργειας, έφερε απόκλιση μεταξύ της αύξησης της ΑΕΠ και των εκπομπών CO2 στις περισσότερες οικονομίες σε όλο τον κόσμο».

Διαφορές οικονομιών

Περιοχές όπου οι εκπομπές CO2 μειώνονται ενώ το ΑΕΠ συνεχίζει να αυξάνεται είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα , η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία. Περιοχές όπου οι εκπομπές και η αύξηση της ΑΕΠ αποκλίνουν είναι η Κίνα, η Ινδία, η Αφρική και η Λατινική Αμερική. Περιοχές όπου οι εκπομπές έχουν αυξηθεί στο ίδιο επίπεδο με το ΑΕΠ είναι η Νοτιοανατολική Ασία και η Μέση Ανατολή.

Siddharth Singh: Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οικονομία είναι 66% μεγαλύτερη τώρα, ενώ οι εκπομπές CO2 είναι 30% χαμηλότερες από το 1990. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το ΑΕΠ έχει διπλασιαστεί από το 1990, αλλά οι εκπομπές CO2 έχουν επιστρέψει στο επίπεδο που ήταν τότε. Μαζί αυτές οι δύο και άλλες προηγμένες οικονομίες αντιπροσωπεύουν πολύ περισσότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου ΑΕΠ και πάνω από το ένα τρίτο της ζήτησης ενέργειας.

Σε πολλές αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι τροχιές των εκπομπών CO2 και της αύξησης της ΑΕΠ έχουν επίσης ξεκινήσει να αποκλίνουν: Η κινεζική οικονομία έχει δεκατέσσερις φορές ανάπτυξη πάνω από το 1990 και οι εκπομπές CO2 είναι πέντε φορές μεγαλύτερες από αυτές του 1990. Στην Ινδία επίσης, η αύξηση του ΑΕΠ ξεπέρασε την αύξηση των εκπομπών CO2 κατά περισσότερο από 50%. Η Κίνα και η Ινδία μαζί με τις προηγμένες οικονομίες αντιπροσωπεύουν πάνω από το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ και σχεδόν το 70% της ζήτησης ενέργειας. Άλλες αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως αυτές της Αφρικής, της Ευρασίας και της Λατινικής Αμερικής, έχουν επίσης αποκλίνουσες τάσεις οικονομικής δραστηριότητας και εκπομπών. Υπάρχουν μόνο ελάχιστες χώρες και περιοχές όπου το ΑΕΠ και οι εκπομπές συνεχίζουν σχεδόν να συμβαδίζουν. Μια από αυτές είναι η Νοτιοανατολική Ασία. Και μια άλλη είναι η Μέση Ανατολή, λόγω φθηνών ορυκτών καυσίμων. Η Νοτιοανατολική Ασία και η Μέση Ανατολή μαζί αντιπροσωπεύουν το 6,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

«World Energy Outlook»

Η εκτίμηση του World Energy Outlook είναι ότι «το ΑΕΠ και οι εκπομπές αερίων ενδέχεται να εξελιχθούν στα επόμενα χρόνια. Σε ένα σενάριο που βασίζεται στις σημερινές ρυθμίσεις πολιτικών, η χαλάρωση της σχέσης μεταξύ του ΑΕΠ και των εκπομπών CO2 επιταχύνεται σε γενικές γραμμές, συμπεριλαμβανομένης της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Ασίας.  Αυτή η χαλάρωση της σχέσης μεταξύ του ΑΕΠ και των εκπομπών CO2 τα τελευταία χρόνια είναι το αποτέλεσμα τεσσάρων παραγόντων:

·       Ταχεία ανάπτυξη των επενδύσεων σε καθαρή ενέργεια. Πριν από δύο δεκαετίες, για κάθε δολάριο που δαπανήθηκε για υποδομές ορυκτών καυσίμων, δαπανήθηκαν μόνο 50 σεντς για καθαρή ενέργεια. Το 2016 και σήμερα, 1,8 δολάρια επενδύονται στην καθαρή ενέργεια για κάθε δολάριο που επενδύεται σε ορυκτά καύσιμα. Τα αποτελέσματα αυτής της αλλαγής στις ροές κεφαλαίων είναι πιο ορατά στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, όπου το μερίδιο της παραγωγής χαμηλών εκπομπών (ΑΠΕ και πυρηνικά) είναι ήδη πάνω από 40%.

·       Αυξανόμενη τάση ηλεκτροδότησης παγκοσμίως, παράλληλα με το αυξανόμενο μερίδιο της καθαρής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό περιλαμβάνει την απορρόφηση της ηλεκτρικής κινητικότητας, την ηλεκτρισμένη θέρμανση μέσω αντλιών θερμότητας, την ηλεκτροδότηση βιομηχανικών και γεωργικών διεργασιών και το ηλεκτρικό μαγείρεμα. Ειδικότερα, ο αριθμός των ηλεκτρικών οχημάτων στους δρόμους πενταπλασιάστηκε μεταξύ 2023 και 2030. Το 1990, η ηλεκτρική ενέργεια αποτελούσε περίπου το 13% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Σήμερα είναι 20%.

·       Οι βελτιώσεις στην τεχνική ενεργειακή απόδοση σε όλους τους τομείς μείωσαν τη ζήτηση ενέργειας σε μια σειρά οικονομικών τομέων και δραστηριοτήτων. Ψυγεία, κλιματιστικά, οχήματα, ηλεκτροκινητήρες και βιομηχανικοί λέβητες είναι μεταξύ των διάφορων τεχνολογιών που σημειώνουν αξιοσημείωτες βελτιώσεις στην απόδοση. Ως αποτέλεσμα, από το 1990, σημειώθηκε μείωση κατά 36% στην ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για τη δημιουργία μιας μονάδας παγκόσμιου ΑΕΠ. Η ενεργειακή κρίση του 2022 οδήγησε σε μεγάλη κλιμάκωση της δράσης, με τις χώρες που αντιπροσωπεύουν το 70% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης να εισάγουν ή να ενισχύουν σημαντικά πακέτα πολιτικής απόδοσης.

·       Μεταβάσεις σε πολλές προηγμένες οικονομίες. Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο τομέας των υπηρεσιών είχε μεγαλύτερη συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη από ό,τι η βιομηχανία, η οποία είναι πολύ πιο ενεργή. Ακόμη και στην Κίνα, όπου η βιομηχανική δραστηριότητα έχει σημειώσει 20πλάσια αύξηση από το 1990, ο τομέας των υπηρεσιών είχε μεγαλύτερη συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη από τη βιομηχανία αυτή την περίοδο.

Πρωταθλητισμός ΕΕ

Ωστόσο, «η σημαντική χαλάρωση της επίδρασης μεταξύ του ΑΕΠ και των εκπομπών CO2 δεν αρκεί για την επιλογή των παγκόσμιων κλιματικών στόχων. Για να εξουδετερωθεί η επίδραση, οι προηγμένες, αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες θα πρέπει να κλιμακώσουν τις επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια, για να ευθυγραμμιστούν με τις τροχιές του Σεναρίου Καθαρών Μηδενικών Εκπομπών (NZE) έως το 2050 – το μονοπάτι για τον παγκόσμιο περιορισμό μέσης αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 βαθμούς πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα το 2100».

Προς το παρόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει πράσινο πρωταθλητισμό, ενώ η συμβολή της στο παγκόσμιο μερίδιο αέριων ρύπων ανέρχεται περίπου στο 8%. Ελπίζουμε να της βγει μακροπρόθεσμα σε καλό.

Ιστορικό χαμηλό CO2

Μπορεί να μη φαίνεται καθαρά η επίδραση του ΑΕΠ στις εκπομπές CO2 από τα στοιχεία που παραθέτουμε στη συνέχεια, καθώς δεν είναι απολύτως συγκρίσιμα, αλλά είναι ενδεικτικά μιας πραγματικότητας στη χώρα μας.

Στην Ελλάδα, με βάση «τα διαθέσιμα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, είχαμε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1% το τρίτο τρίμηνο του 2022 – ενώ σε όρους όγκου το 3ο τρίμηνο 2023 παρουσιάστηκε αύξηση κατά 0,02%, σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του 2023. Απ’ την άλλη, όπως αναφέρεται σε έκθεση του Green Tank, «οι εκπομπές CO2 ολόκληρου του τομέα ηλεκτροπαραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαϊκών μονάδων στα μη διασυνδεμένα νησιά, σημείωσαν πέρυσι ιστορικό χαμηλό με 14,7 εκατ. τόνους CO2, 22,6% λιγότερους από το προηγούμενο χαμηλό των 19 εκατ. τόνων του 2022». Στην έκθεση δεν περιλαμβάνονται οι εκπομπές από τον κτιριακό τομέα, τις μεταφορές, άλλες βιομηχανικές και εμπορικές δραστηριότητες, όπου παρατηρείται μια σημαντική μείωση.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο