Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας, από τη Θεσσαλονίκη, κατά την έναρξη του 11ου ετησίου επιστημονικού συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Δημοσιολόγων, επισήμανε ότι «η χώρα μας τηρεί απαρέγκλιτα και σέβεται τις αρχές του Κράτους Δικαίου υπό την εγγύηση της θεσμικής λειτουργίας της Δικαιοσύνης».

Στο συνέδριο με θέμα «Το Ευρωπαϊκό Δημόσιο Δίκαιο σε ρόλο πρωταγωνιστή στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις», που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο 5-6 Απριλίου 2024 στη συμπρωτεύουσα, παρευρέθηκαν o πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Δημοσιολόγων Βασίλης Γ. Τζέμος, o πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Φινοκαλιώτης, ο κοσμήτορας Νομικής Σχολής ΑΠΘ Παναγιώτης Γκλαβίνης, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Στέλιος Αγγελούδης και ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών Γεώργιος Ρέκκας.

Στην ομιλία του, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης αναφέρθηκε στο Σύνταγμα του 1975, που αποτέλεσε ένα πρωτοπόρο παράδειγμα καθιέρωσης του Κράτους Δικαίου ενώ προετοίμασε την ένταξη της χώρας μας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, αλλά και την υποδοχή των κανόνων του κοινοτικού Δικαίου στην ελληνική έννομη τάξη.

Ακολούθως, ως προς τη σχέση εθνικού συντάγματος και ενωσιακού δικαίου, ο Μπούγας χαρακτήρισε τη σχέση «δυναμική», δεδομένου ότι οι κανόνες ενίοτε αντιπαρατίθενται και αλληλοσυγκρούονται, καθώς απαιτείται διαρκής διάλογος προς διατήρηση της ευκταίας ισορροπίας και διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας των θεσμών και της προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών.

Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης πρόσθεσε ότι «η Ενωμένη Ευρώπη βασίζεται στις εθνικές παραδόσεις των λαών. Κάθε περίπτωση αντίθεσης, πρέπει να επιλύεται με σεβασμό προς τις αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου, αλλά και του εθνικού Συντάγματος».

Για τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε: «Θα παρουσιάσουμε συνεκτικό πλαίσιο προτάσεων των προς αναθεώρηση Συνταγματικών διατάξεων, που θα προστατεύουν αλλά και θα διευκολύνουν την αποτελεσματικότερη διοίκηση του κράτους, την αποτελεσματικότερη νομοθέτηση και την αποτελεσματικότερη απονομή της Δικαιοσύνης.

Στο πλαίσιο αυτό θα ληφθούν υπόψη παράμετροι που σχετίζονται με τη διασφάλιση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, την οικονομία, αλλά και τη δυνατότητα ύπαρξης ποιοτικής – μη κρατικής – ανώτατης εκπαίδευσης».