Οι συνδικαλιστικοί φορείς της εκπαίδευσης εμφανίστηκαν στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, αντίθετοι με τις διατάξεις του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας που θεσπίζει την έννοια της αξιολόγησης- και των συνεπακόλουθων συνεπειών από αυτή.

Στο πλαίσιο αυτό, ο πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας, Θανάσης Κικινής ζήτησε την απόσυρση των επίμαχων διατάξεων, την ενίσχυση του ρόλου των διδακτικών συλλόγων και την αποδυνάμωση των διευθυντών. «Με το νομοσχέδιο ο ρόλος των διδασκόντων υποχωρεί. Προτείνεται ένας υπερδιευθυντής, γενικός ηγέτης με όρους όχι δημοκρατίας μέσα στην σχολική μονάδα», είπε και πρόσθεσε πως η Ομοσπονδία είναι θετική στην αξιολόγηση υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα γίνεται από τους ίδιους. Σε αντίστοιχο μήκος κύματος ο επικεφαλής της ΟΛΜΕ, Θ. Τσούχλος κατήγγειλε πως δεν προηγήθηκε διάλογος προκειμένου να υπάρξει συναίνεση στο νομοσχέδιο, προειδοποιώντας πως οι διατάξεις του θα φέρουν προβλήματα στην εξέλιξη- ακόμα και μισθολογική- των δασκάλων και των καθηγητών.

Ωστόσο, υπήρξαν και φορείς που χαιρέτησαν τις διατάξεις, όπως ο Γ. Αντωνίου, πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής Ιωάννης Αντωνίου, που χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «τομή» που υπερβαίνει τις παθογένειες της δεκαετιών στην εκπαίδευση. «Η θέσπιση αξιολογικής διαδικασίας είχε νομοθετηθεί και στο παρελθόν αλλά ακυρώθηκε το 2015. Η αξιολόγηση συνιστά προσαρμογή του ελληνικού σχολείου στον κανόνα που ισχύει στο 90% της ευρωπαϊκής εκπαίδευσης. Είναι μηχανισμός συνειδητοποίησης των προβλημάτων και τα διορθώνει», είπε.

«Ο διευθυντής έχει τις λιγότερες αρμοδιότητες σε σχέση με τα άλλα κράτη της ΕΕ. Για την ύλη η αρμοδιότητα του διευθυντή στην χώρα μας είναι μόλις 1% αντί 22% που ισχύει στην ΕΕ. Για την αξιολόγηση των μαθητών 5% αντί 32%. Η εισήγηση των ομοσπονδιών είναι να παραμένουμε ουραγοί;», απάντησε με νόημα η παρευρισκόμενη υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως.