«Σε συνεργασία με τους επιστήμονες του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Βασιλική Κατή, εξετάστηκαν σχολαστικά οι υποψήφιες περιοχές για να κηρυχθούν “Απάτητα Βουνά”, Σμόλικας, Σάος, Μαίναλο, Άγραφα, Δίκτη, Ταΰγετος, Χατζή, Τύμφη και Λευκά Όρη. Τίποτα δεν έγινε βιαστικά», είναι η απάντηση υποστηρικτών του θεσμού των «Απάτητων Βουνών» στις θέσεις του Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ (ΕΣΗΑΠΕ) και της Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), που φιλοξενήσαμε σε άλλο δημοσίευμα.

Οι δύο φορείς έχουν κάνει λόγο για «τυφλούς και οριζόντιους αποκλεισμούς ΑΠΕ» σε εκτεταμένες περιοχές, αναφέροντας για παράδειγμα την πρωτοβουλία για τα «Απάτητα Βουνά». Θεωρούν μάλιστα ότι «οι αποφάσεις για τους στόχους διατήρησης των προστατευόμενων περιοχών –αν και αναγκαίες– εκδόθηκαν χωρίς διαβούλευση και χωρίς δεδομένα». ΕΣΗΑΠΕ και ΕΛΕΤΑΕΝ έχουν επίσης τονίσει ότι είναι ανάγκη οι στόχοι του ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) να συνοδεύονται από μια χωροθέτηση (Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ), για να ξέρουμε εκ των προτέρων ποιες τεχνολογίες ΑΠΕ μπαίνουν και πού «αν επιθυμούμε ειλικρινά την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της εγχώριας καθαρής ενέργειας».

Προστασία βιοποικιλότητας

Οι υποστηρικτές των «Απάτητων Βουνών» επισημαίνουν: «Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα της Ευρώπης που έθεσε σε καθεστώς υψηλότατης περιβαλλοντικής προστασίας τεράστιο ορεινούς όγκους της χώρας, απαγορεύοντας τη διάνοιξη οποιουδήποτε δρόμου και την κατασκευή τεχνητών επιφανειών, κτισμάτων, εγκαταστάσεων κ.λπ. Έως σήμερα έχουν κηρυχθεί ως “απάτητα βουνά” 1.300.000 στρέμματα σε εννιά μεγάλα βουνά της χώρας, που παρουσιάζουν τεράστια σημασία για τη διατήρηση διαφόρων ειδών της άγριας πανίδας, αλλά και φυσικών τοπίων που πρέπει να μείνουν έξω από τις ανθρωπογενείς πιέσεις. Η ταξινόμηση και στη συνέχεια με υπουργικές αποφάσεις η κήρυξη αυτών των περιοχών ως “Απάτητων Βουνών”, που έγινε από το υπουργείο περιβάλλοντος ενέργειας (ΥΠΕΝ), βασίστηκε στην επιστημονική τεκμηρίωση που παρείχε το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Πρόκειται για μία μεταρρύθμιση υψηλού ενδιαφέροντος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με πυρήνα την προστασία της βιοποικιλότητας και των ενδιαιτημάτων της άγριας πανίδας».

Τουριστική τάση

«Τα “Απάτητα Βουνά” θα αποτελέσουν μια διεθνή τουριστική τάση για τα επόμενα χρόνια. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο γίνεται μεγάλη συζήτηση, ώστε να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση πιο τολμηρά στην προστασία περιοχών και ιδιαιτέρως στη διαφύλαξή τους από τον κατακερματισμό που προκαλείται από τη διάνοιξη δρόμων».

Παράγοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εκφράζονται θετικά, λέγοντας ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από τους δήμους για τα «Απάτητα Βουνά» – θέμα που μετατράπηκε σε απτά αιτήματα για χρηματοδότησή τους από το Ταμείο Ανάκαμψης, για να ενταχθούν στο εθνικό δίκτυο μονοπατιών.

Η κυβέρνηση απ’ την πλευρά της προσπαθεί να κινητοποιήσει τις τοπικές κοινότητες, παρέχοντας κίνητρα για την ανάπτυξη του οικοτουρισμού, όπως κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης, 30 εκατομμύρια ευρώ, για τη διάνοιξη μονοπατιών και ορειβατικών πεζοπορικών διαδρομών.

Χωροταξικό ΑΠΕ

Σε ό,τι αφορά το χωροταξικό για τις ΑΠΕ, επαΐοντες του χώρου, που δεν είναι απέναντι στις ΑΠΕ, έχουν την εξής άποψη: «Το ΕΧΠ (Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο ΑΠΕ) καθορίζει τις βασικές κατευθύνσεις και τους γενικούς κανόνες για τη χωροθέτηση έργων ΑΠΕ στο σύνολο του εθνικού χώρου, ώστε αφενός να καταστούν εκ των προτέρων γνωστές οι κατηγορίες περιοχών, στις οποίες αποκλείεται εν όλω ή εν μέρει η χωροθέτηση έργων ανανεώσιμων πηγών, και αντιστοίχως οι εν δυνάμει κατάλληλες για την υποδοχή τους περιοχές, και αφετέρου οι ειδικότερες, ανά κατηγορία ΑΠΕ, χωροταξικές προϋποθέσεις εγκατάστασης ιδίως σε συνάρτηση με τη φυσιογνωμία, τη φέρουσα ικανότητα και εν γένει το περιβάλλον των περιοχών εγκατάστασης». Κατ’ αυτούς, «το ΕΧΠ ΑΠΕ προσδιορίζει ρητά περιοχές αποκλεισμού και ζώνες ασυμβατότητας έργων ΑΠΕ τόσο για τις ίδιες εγκαταστάσεις όσο και για τα συνοδά τους έργα. Επίσης, στο ΕΧΠ ΑΠΕ έχουν ενσωματωθεί όροι, περιορισμοί και κατευθύνσεις για την προστασία και διαχείριση του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν από την εφαρμογή του, στο πλαίσιο της τήρησης της διαδικασίας Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης που προηγήθηκε της έγκρισής του. Επί του παρόντος, προωθείται η αναθεώρηση του ισχύοντος ΕΧΠ για τις ΑΠΕ. Στόχος του είναι η βελτίωση – επικαιροποίηση των στρατηγικών κατευθύνσεων χωροθέτησης ΑΠΕ ανά κατηγορία δραστηριότητας και κατηγορία χώρου, μέσα από κανόνες και κριτήρια χωροθέτησης, που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη βιώσιμων εγκαταστάσεων ΑΠΕ και οι οποίες θα ανταποκρίνονται, μεταξύ άλλων, στους στόχους των εθνικών και κοινοτικών πολιτικών για την ενέργεια και το περιβάλλον».

Πότε όμως η κλίμακα του τοπίου πρέπει να υπερτερεί μιας εγκατάστασης ΑΠΕ; Οι ίδιοι εξηγούν ότι το ΕΧΠ ΑΠΕ «προσδιορίζει ρητά περιοχές αποκλεισμού και ζώνες ασυμβατότητας έργων ΑΠΕ, τόσο για τις ίδιες εγκαταστάσεις όσο και για τα συνοδά τους έργα. Ειδικότερα για το τοπίο, στο ισχύον ΕΧΠ ΑΠΕ προβλέπονται κριτήρια ένταξης των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο και στην αναθεώρησή του, επαναξιολογούνται τα θέματα του τοπίου ενώ προβλέπονται μεταξύ άλλων και κριτήρια για την ένταξη και των εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας καθώς και λοιπών εγκαταστάσεων ΑΠΕ στο τοπίο».

Όροι μετάβασης

Συνοψίζοντας, να σημειώσουμε ότι πολίτες, Τοπική Αυτοδιοίκηση, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις διαμορφώνουμε οι ίδιοι τους όρους της ενεργειακής μετάβασης σε μία οικονομία που θα στηρίζεται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Για να το δούμε αυτό να γίνεται πράξη στην Ελλάδα «απαιτείται η δημιουργία πολιτικών και κανονισμών που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών, επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και αποκεντρωμένα ενεργειακά συστήματα».

Αδειοδότηση έργων

Σύμφωνα με υπηρεσιακούς παράγοντες, «το ζητούμενο στην περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της αδειοδότησης ΑΠΕ, είναι η αξιοπιστία των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην τεκμηρίωση των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Αυτή πρέπει με κάθε πρόσφορο τρόπο να εξακριβώνεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου. Τα ανοιχτά περιβαλλοντικά δεδομένα και η γεωχωρική πληροφορία συνδράμουν τη Διοίκηση, στην κατεύθυνση της επαλήθευσης των στοιχείων, με στόχο την ορθολογική εκτίμηση των επιπτώσεων».

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο