Η υπόθεση του προφυλακισμένου εκλεγμένου πριν από τρεις μήνες δημάρχου Χειμάρρας, Φρέντι Μπελέρη, δεν είναι εύκολη. Ούτε για τα Τίρανα ούτε και για την Αθήνα. Και όσο καθυστερεί η διευθέτηση, με ευθύνη της αλβανικής πλευράς, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να «κακοφορμίσει» και οι ελληνοαλβανικές σχέσεις να οξυνθούν έτι περαιτέρω, με άμεση επίπτωση στην ευρωπαϊκή διασύνδεση για το γειτονικό μας κράτος, αλλά και στην υπόθεση της παραπομπής στη Χάγη του ζητήματος της ΑΟΖ με την Ελλάδα.

Η ιδιαίτερη ενόχληση της Ελλάδας στο θέμα του (μειονοτικού) δημάρχου Χειμάρας διεφάνη και κατά τη συνάντηση –με πρωτοβουλία του Κυριάκου Μητσοτάκη– των ηγετών των Δ. Βαλκανίων την περασμένη Δευτέρα. Στη συνάντηση αυτή, στην οποία συμμετείχαν και η πρόεδρος της ΕΕ Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, δεν παρευρέθηκε ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα, γιατί δεν είχε προσκληθεί.

Μήνυμα η μη πρόσκληση

Η απόφαση του πρωθυπουργού να μη σταλεί πρόσκληση στον Έντι Ράμα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Πρόκειται για μια κίνηση διπλωματική μεν, αλλά που συνιστά «μήνυμα» για την απόφαση της αλβανικής κυβέρνησης να «τραβήξει το σχοινί» στην υπόθεση Μπελέρη, που όχι μόνο συνεχίζει να είναι προφυλακισμένος, αλλά δεν του έχει επιτραπεί καν να ορκιστεί δήμαρχος Χειμάρρας. Η απόφαση της Αθήνας να σταλεί πρόσκληση στον πρόεδρο της Αλβανίας Μπαϊράμ Μπεγκάι (ο οποίος πρόβαλε κώλυμα και δεν προσήλθε) αποτυπώνει τη στόχευση να δοθεί μήνυμα ενόχλησης για τον Έντι Ράμα, καθώς στην αντίστοιχη περίπτωση της Β. Μακεδονίας, όπου επίσης ο πρόεδρος έχει περιορισμένες αρμοδιότητες και ο πρωθυπουργός έχει την πραγματική εξουσία, εστάλη πρόσκληση στον πρωθυπουργό Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι.

Διπλωματικές πηγές εξηγούσαν ότι η απόφαση του πρωθυπουργού αποτελεί έναν διπλωματικό τρόπο να δείξει όχι μόνο στον κ. Ράμα αλλά και στους υπόλοιπους ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων πως η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται θέματα αρχών, όπως είναι η τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που στην περίπτωση του Μπελέρη θεωρεί πως καταπατά η Αλβανία.

Καθόλου τυχαίο…

Την ίδια ώρα όμως και ο Έντι Ράμα έδειξε ότι τραβά το σχοινί στα άκρα. Χαρακτηριστικό είναι πως, με αφορμή τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη Χειμάρρα υπέρ του φυλακισμένου δημάρχου, ο Ράμα προχώρησε σε μια ιδιαίτερα επιθετική ανάρτηση, που δεν ήχησε καθόλου καλά στην Αθήνα. Ο Αλβανός πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, κατηγόρησε την ελληνική πλευρά για παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, χαρακτηρίζοντας «σουρεαλιστική» την προσπάθεια της Αθήνας. Παράλληλα προσκάλεσε για ολιγοήμερες διακοπές στον Αυλώνα, την ονομαζόμενη αλβανική Ριβιέρα, την πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι και τον πρώην πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Τόνι Μπλερ, που ξεναγήθηκε με ελικόπτερο στα παράλια της Αδριατικής. Οι επιλογές των δύο αυτών προσωπικοτήτων δεν είναι καθόλου τυχαίες. Κατά τον αλβανικό Τύπο, ο Ράμα έχει αναθέσει στο νομικό γραφείο της Σερί Μπλερ, συζύγου του πρώην πρωθυπουργού, την υπόθεση της παραπομπής στη Χάγη του ζητήματος της ΑΟΖ με την Ελλάδα, έναντι αμοιβής 3.000.000 ευρώ, ενώ η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζ. Μελόνι ενδιαφέρεται να μεταφέρει στην Ιταλία με αγωγό το πόσιμο νερό από τη μειονοτική περιοχή της Φοινίκης στον Νότο, όπως και για την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στην Αλβανία.

Επιδιώκουν την «έκπτωση»

Όσον αφορά την άσκηση πίεσης προς την ανεξάρτητη αλβανική Δικαιοσύνη, την οποία επικαλείται σε κάθε συζήτησή του ο Έ. Ράμα, η Αθήνα τονίζει ότι το μόνο που επιθυμεί η Ελλάδα και διαμηνύεται σε όλες τις επίσημες συζητήσεις αναφορικώς με το θέμα είναι η παραχώρηση στον Μπελέρη της δυνατότητας να ορκιστεί δήμαρχος. Εκτιμάται όμως ότι αυτό δεν επιθυμούν τα Τίρανα. Και κωλυσιεργούν με την προφυλάκιση, η οποία με βάση τα επιβαρυντικά στοιχεία δεν δικαιολογείται.

Εικάζεται μάλιστα ότι η αλβανική πλευρά επιδιώκει να εκπέσει του αξιώματός του ο ομογενής δήμαρχος και με τη διενέργεια νέων εκλογών να αναδειχθεί ένα άλλο πιο διαλλακτικό, κατά την άποψή τους, πρόσωπο ώστε να επέλθει συνεννόηση ως προς την αξιοποίηση των παραθαλάσσιων οικοπέδων, η ιδιοκτησία των οποίων αμφισβητείται ότι ανήκει στους Έλληνες ομογενείς, σαν κατάλοιπο της κομμουνιστικής περιόδου. Από το 2019 μάλιστα ο Αλβανός πρωθυπουργός έχει ανακοινώσει τη δήμευση 1.377.000 στρεμμάτων, με τον ισχυρισμό ότι οι Έλληνες ιδιοκτήτες τους δεν διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας! Η αλήθεια είναι ότι δεν διαθέτουν, επειδή το αλβανικό κράτος απέφυγε να δώσει στους Έλληνες μειονοτικούς αυτό που έδωσε στους υπόλοιπους Αλβανούς πολίτες, δηλαδή τους τίτλους ιδιοκτησίας που είχαν πριν κρατικοποιήσει τα πάντα το καθεστώς Χότζα.

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο