Ένα είναι δεδομένο και αδιαπραγμάτευτο: Είμαστε ένας υπερβολικός λαός… σε όλα μας! Είμαστε ανυπόμονοι, μιμητικοί και δεν είναι λίγες οι φορές που λειτουργούμε με το θυμικό μας.
Ας πούμε, ανοίγει κάποιος ένα φαρμακείο στην Ομήρου (τον εμπορικό δρόμο της Νέας Σμύρνης), μέσα σε λίγους μήνες το ένα θα γίνει οκτώ (το νούμερο είναι πραγματικό)…
Ανεβάζει κάποιος μια είδηση ή κάποιος πολιτικός κάνει μια καταγγελία; Θα την «τεντώσουμε» μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή μέχρι να βρεθεί κάτι πιο πικάντικο για να μας τραβήξει την προσοχή…
Γιατί αυτοί είμαστε! Η αλήθεια είναι ότι η «υπερβολικότητα» αυτή έχει τα καλά της (λίγα αν με ρωτάς τη γνώμη μου) και τα κακά της (πολλά αν με ρωτάς πάλι τη γνώμη μου)!
Και θα αναφέρω ένα τελευταίο παράδειγμα, στο οποίο και θα σταθώ…
Κάποιος ή κάποιοι επισκέπτονται ένα ελληνικό νησί ή περιοχή, το εκθειάζουν και την επόμενη χρονιά συμβαίνουν τα εξής: Τα καταλύματα από δύο γίνονται 102 (όποιος έχει 4 ντουβάρια τα κάνει δωμάτιο προς ενοικίαση), τα καφενεία, οι ταβέρνες και τα μπαράκια πολλαπλασιάζονται, οι παραλίες γεμίζουν ξαπλώστρες και beach bars και οι τιμές εκτοξεύονται στον Θεό.
(ανοίγω παρένθεση)
Α, ξέχασα να πω ακόμα ένα ελάττωμα του Έλληνα: Αν στήσει μια επιχείρηση σήμερα, θέλει να βγάλει λεφτά χθες, όπως και όταν ψηφίζει έναν πολιτικό σήμερα, θέλει να του λύσει όλα τα προβλήματα χθες…
(κλείνω την παρένθεση)
Παρακολουθώ συχνά-πυκνά το «Trip Advisor», έναν ιστότοπο στον οποίο επισκέπτες γράφουν τις εμπειρίες τους και την κριτική τους για διάφορους προορισμούς του πλανήτη. Πολύ ψηλά σε αυτές ήταν και παραμένει η Ελλάδα, όπου μέχρι πριν από δύο χρόνια είχαμε καταφέρει να αποσπάσουμε 5 αστέρια με διθυραμβικές κριτικές, τόσο για τις τοποθεσίες, όσο και για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Και μετά ήρθαν οι πανηγυρισμοί, τα ρεκόρ, τα εγκωμιαστικά δημοσιεύματα με τη γνωστή ελληνική υπερβολή. Τότε είχα γράψει ένα κομμάτι εκφράζοντας την ανησυχία μου για τον «κακό» εαυτό του Έλληνα, που παίρνουν τα μυαλά του αέρα, αλλά και τον υπερτουρισμό αυτόν καθ’ αυτόν, και κατηγορήθηκα πολύ γι’ αυτό…
Το αποτέλεσμα είναι ότι τα δύο τελευταία χρόνια, όπου η Ελλάδα σπάει το ένα «τουριστικό» ρεκόρ μετά το άλλο, τα αστέρια από 5 έγιναν 3 και σε διάφορους δημοφιλέστατους προορισμούς (όπως Μύκονος, Πάρος, Σαντορίνη) δυστυχώς τα αστέρια έγιναν 1 και οι κακές κριτικές εκατοντάδες…
Και κάπως έτσι σήμερα, όπου η τουριστική περίοδος είναι σε πλήρη εξέλιξη, δεν θα πω ότι «ανησυχώ για το τι θα γίνει», αλλά «τρέμω για το τι έχει ήδη γίνει»!
Πάρα πολλοί προορισμοί υποδέχονται περισσότερο τουρισμό από ό,τι μπορούν να αντέξουν, οι εργαζόμενοι σε αυτά τα νησιά –και μετά την εμπειρία των δύο τελευταίων ετών– είναι λιγότεροι από όσοι χρειάζονται και, σαν ένα άλλο ντόμινο, η βαριά βιομηχανία της χώρας μας καταστρέφεται με αποκλειστικά δική μας ευθύνη.
Και δεν μπορώ να παραβλέψω τη συνέντευξη που έδωσε ο πασίγνωστος αρχιτέκτονας Κάρλος Μορένο (εμβληματική προσωπικότητα στον παγκόσμιο χώρο του αστικού σχεδιασμού, μια και είναι ο εμπνευστής της ιδέας για την «πόλη των 15 λεπτών»), ο οποίος εκτός των άλλων προειδοποίησε για τις επιπτώσεις του υπερτουρισμού στο αστικό και φυσικό περιβάλλον.
Ο διάσημος αρχιτέκτονας βρέθηκε στην Ελλάδα για το 1ο Διεθνές Συνέδριο του ΤΜΕΔΕ με τίτλο: «Redefining the Future Horizons: Σχεδιάζοντας τις βιώσιμες στρατηγικές του αύριο», όπου συμμετείχε ως ομιλητής.
Μιλώντας για την κλιματική κρίση και τον ελληνικό τουρισμό, ο κ. Μορένο είπε:
«Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής είναι απολύτως η ίδια και για την Ελλάδα… Έφτασα στην Αθήνα και η θερμοκρασία τη νύχτα ήταν πάνω από 30ºC και την ημέρα πάνω από 40ºC. Η πραγματική αίσθηση ήταν πάνω από 45ºC. Είναι αδύνατο να διατηρήσουμε το ίδιο μοντέλο τουρισμού, όταν η κλιματική αλλαγή μεταμορφώνει τις συνθήκες που ζούμε. Πρέπει να αλλάξουμε αυτό το είδος τουρισμού πριν να είναι πολύ αργά», και συνέχισε λέγοντας:
«Πρέπει να αναπτυχθούν μικρές διασυνδεδεμένες αστικές κοινότητες, όπου οι περισσότερες μετακινήσεις θα γίνονται με τα πόδια ή με ποδήλατο και όπου οι κάτοικοι δεν θα βιώνουν κοινωνικό και οικονομικό αποκλεισμό. Και αυτό πρέπει να γίνει και στις περιοχές που ελκύουν μαζικό τουρισμό, όπως η Αθήνα ή τα ελληνικά νησιά. Πρέπει να αποκεντρώσουμε τον τουρισμό, δεν είναι πλέον δυνατόν να συνεχίσουμε να χτίζουμε μεγάλα ξενοδοχεία, μεγάλες υποδομές για τη φιλοξενία χιλιάδων ανθρώπων στο ίδιο μέρος. Δεν είναι πλέον δυνατόν να συνεχίσουμε να προσφέρουμε προϊόντα, για παράδειγμα τρόφιμα, που τα εισάγουμε από άλλες χώρες, πρέπει να χρησιμοποιούμε περισσότερα τοπικά προϊόντα.
Επίσης, πρέπει να αλλάξει το επιχειρηματικό μοντέλο των τοπικών καταστημάτων. Για παράδειγμα, βρήκα σε καταστήματα της Αθήνας σουβενίρ που προέρχονται από την Κίνα, επειδή είναι πολύ φτηνά. Όλα αυτά πρέπει να αλλάξουν. Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα νέο τουριστικό ρεύμα, που θα βασίζεται στον αειφόρο τουρισμό».
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να συμπληρώσω κάτι, όταν όλοι μας έχουμε βιώσει τις κακές και ακριβές υπηρεσίες, το κυκλοφοριακό χάος του Κηφισού σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου και το υπέρογκο κόστος των μετακινήσεων.
Ούτε θέλω να κινδυνολογήσω. Το σίγουρο είναι ότι «βγάζουμε τα μάτια μας με τα χέρια μας» και καταστρέφουμε την ισχυρότερη βιομηχανία με ρυθμό πολύ πιο γρήγορο από ό,τι θα φανταζόμασταν.
Ίων Παπαδάκης
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο

