Ποιος ή ποιοι είπαν στον Κυριάκο Μητσοτάκη –και τον πανικόβαλλαν–
όλες αυτές τις θεωρίες που σήμερα καταρρίπτονται από στοιχεία που προϋπήρχαν;
Χρειάστηκε να καταπέσει ο κουρνιαχτός των αντιδράσεων και των διαδηλώσεων για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη και να γίνουν αποκαλύψεις, οι οποίες καταρρίπτουν θεωρίες συνωμοσίας, που είχαν αναπτυχθεί, για να περάσει στην «αντεπίθεση της αλήθειας» ο πρωθυπουργός. «Ήρθε η σειρά της αλήθειας να αντεπιτεθεί», είπε την περασμένη Παρασκευή απευθυνόμενος στους βουλευτές του κόμματός του. Παράλληλα έκανε λόγο για «συγκάλυψη» της αλήθειας από την «άλλη πλευρά», όσων κατήγγειλαν για «συγκάλυψη» την κυβέρνηση και για χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Όμως αυτή την «επιχείρηση χειραγώγησης της κοινής γνώμης» με fake news και θεωρίες συνωμοσίας την έβλεπε εδώ και μήνες η κυβέρνηση και ουδέν έπραττε.
Δεν είχε πάρει χαμπάρι τι ετοιμαζόταν από τον Δεκέμβριο του 2024, αφού μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων η ατμόσφαιρα στα κοινωνικά δίκτυα μύριζε μπαρούτι. Η κυβέρνηση και οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν τα έβλεπαν. Και έτσι υπήρξε ο γνωστός αιφνιδιασμός από τις πρώτες μεγάλες πανελλήνιες συγκεντρώσεις της 26ης Ιανουαρίου. Και τότε ο πρωθυπουργός, υπό την πίεση των γεγονότων έδωσε την περίφημη συνέντευξη (στον Alpha), όπου εμφανίστηκε σχεδόν απολογούμενος. Άφησε μάλιστα και ο ίδιος ανοικτό το θέμα της ύπαρξης και της μεταφοράς παράνομου εύφλεκτου υλικού, υιοθετώντας -εμμέσως πλην σαφώς- τις μέχρι τότε θεωρίες. Κάτι όμως που θα έπρεπε να διερευνήσουν οι συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο «στενός κύκλος» του στο Μέγαρο Μαξίμου, πριν δώσει την εν λόγω συνέντευξη. Έπρεπε να τον προφυλάξουν και δεν το έκαναν. Πάντως, η θεωρία του «εύφλεκτου υλικού» ήταν η καύσιμη ύλη της οργής, καθώς η αποδοχή της σήμαινε ότι τουλάχιστον κάποια από τα θύματα θα είχαν επιβιώσει από τη σύγκρουση, αν δεν υπήρχε το «εύφλεκτο υλικό». Αυτή η πορεία, στα τυφλά, της κυβέρνησης αποδεικνύει πως είχε παντελή άγνοια των στοιχείων της ανάκρισης, κάτι θεσμικά απολύτως σωστό. Πολιτικά όμως αυτοκτονικό, διότι η άλλη πλευρά δημοσιοποιούσε επιλεκτικά ό,τι τη συνέφερε, («μονταζιέρα», ξυλόλιο, μεταφορά εύφλεκτου υλικού, «συνομιλίες για μπάζωμα» κ.ά.). Σε αυτόν τον «βρόμικο πόλεμο» η κυβέρνηση δεν είχε όπλα. Τώρα με όπλο την αλήθεια, όπως υποστηρίζει ο πρωθυπουργός, κηρύσσει αντεπίθεση για την αναστροφή του κλίματος, με επικράτηση του πολιτικού λόγου και της λογικής. Όμως μέχρι τώρα τα «Τέμπη» αποτέλεσαν το μοναδικό «θέμα», που δεν επικράτησε η λογική και που έδωσε σε όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης «πολιτικό λόγο» και «απήχηση» στην κοινή γνώμη. Η γενικόλογη καταγγελία, η τοξικότητα και οι «θεωρίες συνωμοσίας» ήταν επί σειρά μηνών το κύριο «επιχείρημα» και «όπλο» στον λόγο των κομμάτων, που σε συνδυασμό με την εύλογη ευαισθησία της κοινής γνώμης, αλλά και την αδικαιολόγητα παθητική, αρχικά, στάση της, έφερε την κυβέρνηση στη θέση του συνεχώς απολογουμένου και κατηγορουμένου. Και επέφερε μια ουσιαστική μείωση της απήχησής της στην κοινή γνώμη, όπως αποδεικνύουν όλες οι δημοσκοπήσεις. Όμως, αυτές ακριβώς φωτογραφίζουν -όλες ανεξαιρέτως- τη «μεγάλη αποκάλυψη». Και αυτή δεν αναφέρεται φυσικά στην αλήθεια για τα πραγματικά περιστατικά και αίτια του δυστυχήματος, για την οποία θα αποφανθεί τελικά μόνον η Δικαιοσύνη. Η «μεγάλη αποκάλυψη» είναι ότι η κοινή γνώμη, ο πολίτης, καταλογίζει στα κόμματα το γεγονός ότι έκαναν απροκάλυπτη και αδίστακτη πολιτική εκμετάλλευση του δυστυχήματος.
Αυτό σημαίνει ότι ο πολίτης θέλει μεν να μάθει την αλήθεια, αλλά πρέπει να πειστεί ότι αυτό θα γίνει μόνο μέσω της Δικαιοσύνης και όχι μέσω της πολιτικής αντιπαράθεσης και της πολιτικής εκμετάλλευσης του δυστυχήματος.
Το δυστύχημα έχει βεβαίως αλλάξει τους συσχετισμούς δυνάμεων, έτσι όπως αυτές καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, με τη ΝΔ, με μειωμένα μεν ποσοστά, αλλά πάντοτε πρώτη και με μεγάλη διαφορά. Υπάρχει όμως ένα καταλυτικό στοιχείο. Είναι ότι το κόμμα της κας Κωνσταντοπούλου έχει περάσει στη δεύτερη θέση. Τι σημαίνει αυτό, όταν το 80% πιστεύει ότι η αντιπολίτευση εκμεταλλεύεται πολιτικά το θέμα; Σημαίνει κατά την κοινή κρίση ότι η κα Κωνσταντοπούλου υπερέβαλε όλους σε κομματική εκμετάλλευση. Είναι το «μέτρο» σε αυτήν τη γενική απαξίωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η οποία δεν οφείλεται μόνο στην πολιτική εκμετάλλευση των Τεμπών, αλλά κυρίως στην πραγματική κατάσταση που επικρατεί στα κόμματα αυτά και στην αντικειμενική αδυναμία τους να προβληθούν ως μελλοντικοί φορείς εξουσίας. Το τελευταίο αυτό καταφαίνεται και από την όλη εικόνα που δίνουν ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν ασκήσει εξουσία, αλλά και από το γεγονός ότι είναι σχεδόν μοναδικό φαινόμενο το κυβερνών κόμμα, στο μέσον πια της θητείας του, να προηγείται κατά δέκα μονάδες από το δεύτερο κόμμα (και πολύ περισσότερο από τα δύο άλλα), και μάλιστα ευρισκόμενο στη δεύτερη, συνεχή, θητεία του. Αυτό δεν έχει προηγούμενο. Ο κανόνας, που μέχρι τώρα επικρατούσε, είναι ότι το πρώτο σε δύναμη αντιπολιτευτικό κόμμα, στα μέσα της θητείας του, προηγείται του κυβερνητικού κόμματος. Ο «κανόνας» αυτός σπανίως ανατράπηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Και τη μη ανατροπή του επιδιώκει τώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κηρύσσοντας την «αντεπίθεση της αλήθειας». Θα τα καταφέρει; Δύσκολα.
Σημείωση: Με αυτόν τον απίστευτο βομβαρδισμό των fake news και των θεωριών συνωμοσίας, ξεχάσαμε την ουσία μιας συζήτησης που στην πραγματικότητα δεν έγινε ποτέ: Τις αιτίες που οδήγησαν στο τρομερό δυστύχημα και σε αυτά που πρέπει να γίνουν, ώστε να μη θρηνήσουν άλλοι γονείς τα παιδιά τους, όπως θρήνησαν οι γονείς των Τεμπών τα δικά τους παιδιά.
του Φώτη Σιούμπουρα

