Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα, μια πρόκληση που ταλανίζει τη χώρα δεκαετίες, δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο. Είναι κοινό πρόβλημα για πολλές ευρωπαϊκές χώρες και πιέζει όχι μόνο τους πιο ευάλωτους, αλλά πλέον και τη μεσαία τάξη. Στη χώρα μας, ένας στους δύο ενοικιαστές δαπανά πάνω από το 30% του εισοδήματός του για στέγη, ενώ τα ενοίκια, τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες μεγάλες πόλεις, αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό από τους μισθούς. Για χρόνια, η Πολιτεία προσπαθούσε να απαντήσει σε αυτήν τη δυσκολία με αποσπασματικά
μέτρα. Σήμερα, όμως, η κυβέρνηση επιχειρεί μια συνολική στρατηγική που συνδυάζει εισοδηματική στήριξη, νέα εργαλεία πολιτικής και ψηφιακή διαφάνεια.
Ο άξονας της ενίσχυσης των νοικοκυριών ξεκίνησε με το πρόγραμμα «Σπίτι I» και συνεχίζεται σήμερα με
το «Σπίτι II», που δίνει σε οικογένειες, νέους και νέα ζευγάρια τη δυνατότητα να αποκτήσουν ιδιόκτητη
κατοικία με ευνοϊκούς όρους, εκεί όπου μέχρι χθες η αγορά ήταν απαγορευτική. Σε λίγες μέρες, οι ενοικιαστές θα
λάβουν την επιστροφή ενός ενοικίου για το τρέχον έτος, μια ενίσχυση που, χωρίς να λύνει το πρόβλημα, προσφέρει μια πραγματική «ανάσα» στον μηνιαίο τους προϋπολογισμό. Τα μέτρα αυτά δεν επαρκούν από μόνα τους για να αναστρέψουν την κρίση, αλλά στέλνουν ένα σαφές μήνυμα: Το κράτος δεν είναι αδιάφορος παρατηρητής.
Το δεύτερο σκέλος πολιτικής αφορά την αύξηση της προσφοράς στέγης. Με τον νέο νόμο για την κοινωνική αντιπαροχή και την κοινωνική μίσθωση, το Δημόσιο ενεργοποιεί για πρώτη φορά συστηματικά το «κρυμμένο κεφάλαιο» των ακινήτων του: Παραχωρεί γη και κτίρια σε ιδιώτες, με αντάλλαγμα τη δημιουργία νέων κατοικιών που θα διατίθενται με χαμηλό ενοίκιο. Παράλληλα, προωθούνται φορολογικά κίνητρα υπέρ της μακροχρόνιας μίσθωσης και νέα προγράμματα ανακαίνισης χιλιάδων κλειστών διαμερισμάτων, ώστε να επιστρέψουν στην αγορά. Το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει ότι έως το τέλος του έτους θα ανακοινωθούν και πρόσθετες παρεμβάσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, το τρίτο, και ίσως πιο καθοριστικό, επίπεδο είναι η ψηφιακή τομή.
Από τα τέλη Ιουλίου ενεργοποιήθηκε το νέο Ψηφιακό Μητρώο Ακινήτων, που ενώνει για πρώτη φορά Ε9, Κτηματολόγιο, ΔΕΔΔΗΕ, ασφαλιστήρια, άδειες, χρήσεις. Για πρώτη φορά, ιδιοκτήτες και ενοικιαστές βρίσκονται στην ίδια «εικόνα» για την κατάσταση των ακινήτων: Ποια σπίτια είναι κενά, ποια νοικιάζονται και με ποιους όρους. Αυτή η καταγραφή είναι προϋπόθεση για δικαιότερη φορολόγηση και πιο αποτελεσματικές στεγαστικές παρεμβάσεις.
Η κυβέρνηση δεν ισχυρίζεται ότι διαθέτει μαγικές λύσεις. Όμως η μετάβαση από σκόρπιες παρεμβάσεις σε μια ολοκληρωμένη στεγαστική στρατηγική είναι μια αλλαγή που αποτελεί πλέον πραγματικότητα. Η επιτυχία της
δεν θα κριθεί στα νομοσχέδια, αλλά στο κατά πόσο οι πολίτες θα δουν την καθημερινότητά τους να αλλάζει:
περισσότερες διαθέσιμες κατοικίες, δικαιότερες τιμές, μεγαλύτερη διαφάνεια στην αγορά. Το στεγαστικό
δεν είναι θέμα τεχνικό, είναι βαθύτατα κοινωνικό. Και όσο η Πολιτεία επιμένει να το αντιμετωπίζει με συνέπεια,
τόσο πιο κοντά θα έρχεται η στιγμή που η κατοικία δεν θα αποτελεί βάρος ή άγχος, αλλά μια σταθερή βάση για να χτίσει κανείς το μέλλον του.
Γράφει ο Αναστάσιος Μπαρτζώκας
Βουλευτής Ημαθίας με τη ΝΔ, πρόεδρος της Επιτροπής
Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης
της Βουλής

