Το συμβάν που έζησα πρόσφατα στις οδούς Λέκκα και Καρ. Σερβίας δεν ήταν ούτε σπάνιο ούτε πρωτόγνωρο. Ήταν απλώς ακόμη ένα επεισόδιο στο καθημερινό σίριαλ της επικίνδυνης και επιθετικής οδήγησης, που συναντά κανείς στους δρόμους της Αθήνας. Κι όμως, όσο κι αν έχουμε συνηθίσει την ανομία και την οργή πίσω από τα τιμόνια, κάποια περιστατικά αναδεικνύουν με τον πιο ωμό τρόπο πόσο βαθιά ριζωμένο είναι το πρόβλημα.
Καθώς κατευθυνόμουν, λοιπόν, προς την Καρ. Σερβίας, ένας μεσήλικας μοτοσικλετιστής με μηχανή υψηλού κυβισμού «εισέβαλε» κυριολεκτικά στο οδόστρωμα με ταχύτητα προκλητική. Από εκείνους τους τύπους που στην κλήση του αστυνομικού «σπάνε» τα τηλέφωνα και παρακαλάνε για το σβήσιμο, αλλά στην καθημερινότητα παριστάνουν τους μάγκες της πόλης. Στο απλό μου νόημα να επιβραδύνει, ξέσπασε σε βρισιές. Και,
παρότι μέχρι δευτερόλεπτα πριν βιαζόταν, σταμάτησε για να ζητήσει και τα ρέστα.
Εκεί συνειδητοποιείς πως δεν έχεις απέναντί σου έναν άνθρωπο σε πίεση, αλλά τον κλασικό «Ελληνάρα» της ασφάλτου: οξύθυμο, εγωκεντρικό, μόνιμα έτοιμο για καβγά. Έναν οδηγό που θεωρεί πως ο δρόμος τού ανήκει, που δεν αντέχει ούτε την παραμικρή υπόδειξη, που λειτουργεί σαν να βρίσκεται σε προσωπική πίστα. Δεν θα καθίσω να εξετάσω για ποιον λόγο επιδεικνύει αυτήν τη συμπεριφορά. Μπορεί να οφείλεται σε μια σειρά
από λόγους, όπως είναι η πολύ δύσκολη καθημερινότητα, τυχόν προσωπικά και οικογενειακά προβλήματα, χρέη ή απλά το «κακό ξύπνημα» που είχε. Το επίμαχο περιστατικό, δυστυχώς, δεν πρόκειται, για μεμονωμένη περίπτωση. Η Αθήνα -και γενικότερα η Ελλάδα- μοιάζει να έχει διαμορφώσει μια κουλτούρα οδήγησης που κινείται ανάμεσα στην αδιαφορία, την οργή και το χάος. Διπλοπαρκαρισμένα παντού, μηχανάκια που κινούνται σαν να μην ισχύουν για αυτά κανόνες, οδηγοί που περνούν κόκκινα «στο όριο», κορναρίσματα-απειλές, πεζοί
που αντιμετωπίζονται ως εμπόδια και ποδηλάτες που επιβιώνουν από θαύμα.
Και πίσω από όλα αυτά, υπάρχει μια κοινή ρίζα: Η βαθιά ελληνική πεποίθηση ότι «ο δρόμος είναι δικός μου». Μια αντίληψη που δεν είναι απλός εκνευρισμός, αλλά επικίνδυνη νοοτροπία που μετουσιώνεται σε
απειλή. Γιατί ένας άνθρωπος που οδηγεί με τέτοια αλαζονεία, έλλειψη αυτοελέγχου και πλήρη αδιαφορία για τους γύρω του, καθίσταται εν δυνάμει δολοφόνος.
Η Πολιτεία, το τελευταίο διάστημα, έχει σταματήσει να παραμένει θεατής. Τόσο η Τροχαία όσο και το υπουργείο Υποδομών, με τις νέες του μεταρρυθμίσεις στον ΚΟΚ, εφαρμόζουν εντατικούς και ουσιαστικούς ελέγχους με ποινές που τσακίζουν. Μάλιστα για τις τελευταίες -δεν είναι λίγες οι φορές- που ακούει τα εξ αμάξης. Πώς όμως θα αντιμετωπιστεί σοβαρά το πρόβλημα νοοτροπίας;
Η ασφάλεια στους δρόμους είναι δικαίωμα και δείγμα παιδείας. Ήδη ως χώρα έχουμε χάσει ολόκληρες στρατιές νέων ατόμων, ολόκληρη γενιά. Με τους «νταήδες» της ασφάλτου που παίζουν καθημερινά με τις ζωές των άλλων πρέπει να τελειώνουμε…
Γράφει ο Στρατής Κοκκινέλλης
Φιλόλογος – δημοσιογράφος

