Η φιλοσοφία που διέπει τη διακυβέρνηση Τραμπ δείχνει ότι η Ευρώπη παύει να αντιμετωπίζεται ως στρατηγικός εταίρος και αναδεικνύεται ως ανταγωνιστικό κέντρο ισχύος.
Από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έως σήμερα, η σχέση Ευρώπης – ΗΠΑ ήταν πάντοτε βασισμένη σε μια σταθερή, αμοιβαία αποδοχή: Ότι η ασφάλεια της μίας πλευράς του Ατλαντικού εξαρτάται από τη σταθερότητα και τη δημοκρατική ανθεκτικότητα της άλλης. Για σχεδόν οκτώ δεκαετίες, αυτή η αμετακίνητη παραδοχή
υπήρξε το θεμέλιο της Δύσης, της NATOϊκής αρχιτεκτονικής και της πολιτικής συνοχής ενός ολόκληρου
κόσμου.
Σήμερα, όμως, όπως γράφει ο Βασίλης Σκουλαράκος η ίδια αυτή παραδοχή δείχνει να κλονίζεται. Η νέα αμερικανική στρατηγική εθνικής ασφάλειας και η φιλοσοφία που διέπει τη διακυβέρνηση Τραμπ συνιστούν μια μετατόπιση ιστορικής εμβέλειας: Η Ευρώπη παύει να αντιμετωπίζεται ως στρατηγικός εταίρος και αναδεικνύεται -για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά- σε ανταγωνιστικό κέντρο ισχύος. Με άλλα λόγια, δεν πλησιάζουμε απλώς σε μια κρίση. Πλησιάζουμε στο
τέλος μιας εποχής.
● «Στρατηγικός αντίπαλος»
Η δημοσίευση της νέας αμερικανικής στρατηγικής ασφαλείας δεν αντιμετωπίστηκε από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσεςως άλλη μία τακτική έξαρση της Ουάσιγκτον, αλλά ως επίσημη επικύρωση της αντίληψης ότι οι ΗΠΑ, απορροφημένες από τον ανταγωνισμό με την Κίνα και τον εσωτερικό πολιτικό διχασμό, δεν
θεωρούν πλέον τον Ατλαντικό αναγκαίο άξονα του κόσμου.
Μάλιστα, η παρουσίαση της ΕΕ ως παράγοντα που περιορίζει την αμερικανική κυριαρχία σε ενέργεια, τεχνολογία και ψηφιακή οικονομία αποτέλεσε καμπή. Για πρώτη φορά μετά το 1945, Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες δεν κοιτούν απλώς προς διαφορετικές κατευθύνσεις – κοιτούν ο ένας τον άλλον με καχυποψία, με τις ΗΠΑ να μη θεωρούν την ΕΕ προέκταση της αμερικανικής ισχύος, αλλά ακόμα και ως δυνητικό εμπόδιο.
Είναι χαρακτηριστικό πως, στο έγγραφο που δημοσιεύτηκε για τη στρατηγική ασφάλεια των ΗΠΑ, η Ευρώπη εμφανίζεται ως παίκτης που διαμορφώνει ανεξάρτητη πολιτισμική και τεχνολογική ταυτότητα, αμφισβητεί την αμερικανική ηγεμονία στους διεθνείς θεσμούς, διεκδικεί αυτονομία σε άμυνα και ενέργεια, επιβάλλει ρυθμιστικούς φραγμούς σε αμερικανικές εταιρείες και ψηφιακές πλατφόρμες. Αυτή η ανάγνωση προσεγγίζει πλέον την Ευρώπη όχι ως «αδελφό» γεωπολιτικό οικοσύστημα, αλλά ως ανταγωνιστή σε μια νέα, πολυπολική
πραγματικότητα.
● Το ουκρανικό ως σημείο καμπής
Η στάση των ΗΠΑ στο ουκρανικό μέτωπο λειτούργησε ως επιταχυντής αυτού του μετασχηματισμού. Η εμμονή
του προέδρου Τραμπ να τερματιστεί ο πόλεμος με όρους που προσεγγίζουν τις ρωσικές θέσεις, την ώρα που το Κίεβο συνεχίζει να μάχεται, ερμηνεύτηκε στην Ευρώπη ως σαφής μετατόπιση, με την Ουκρανία να αποτελεί πλέον διαπραγματευτικό εργαλείο στο ευρύτερο αμερικανικό στρατηγικό παιχνίδι με τη Μόσχα. Για πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αυτό είναι η πιο ηχηρή απόδειξη ότι η μεταπολεμική εποχή -όπου η Αμερική
λειτουργούσε ως σταθερός εγγυητήςφτάνει στο τέλος της.
Σε αυτό το νέο πλαίσιο, η ήπειρος καλείται να καλύψει κενά ασφάλειας, χρηματοδότησης και στρατηγικής καθοδήγησης, που έως τώρα θεωρούσε αδιανόητα.
● «Ιδεολογική ρήξη»
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο για την Ευρώπη δεν είναι η αλλαγή προτεραιοτήτων των ΗΠΑ στο διεθνές σύστημα.
Είναι το ότι η νέα αμερικανική ρητορική υιοθετεί επιχειρήματα που συναντώνται στη σκληρή ευρωπαϊκή Ακροδεξιά: καταγγελία του «πολυπολιτισμικού μοντέλου», ταύτιση της μετανάστευσης
με «πολιτισμική απειλή», απαξίωση ανεξάρτητων θεσμών, αμφισβήτηση των
πολιτικών προστασίας λόγου και δεδομένων, καθώς και επίθεση στο ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο.
Αυτή η σύγκλιση λόγου δεν είναι επιφανειακή, είναι ενδεικτική βαθύτερης αναδιάταξης ταυτότητας. Δεν πρόκειται πλέον για διαφωνία πολιτικών, πρόκειται για σύγκρουση δύο εντελώς διαφορετικών αντιλήψεων για το τι σημαίνει «Δύση» τον 21ο αιώνα.
● Η Ευρώπη σε ιστορική καμπή
Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες επικρατεί η επίγνωση ότι η εποχή των «δεδομένων συμμαχιών» έχει τελειώσει. Η ήπειρος πλέον καλείται να αποφασίσει αν μπορεί να υπάρξει ως γεωπολιτικό υποκείμενο με αυτόνομη
αμυντική στρατηγική, κοινή εξωτερική πολιτική και ικανότητα αποτροπής, χωρίς να εξαρτάται από τον εκάστοτε
ένοικο του οβάλ γραφείου.
Όμως, αυτή η μετάβαση δεν είναι αυτονόητη. Η ΕΕ παραμένει κατακερματισμένη σε κρίσιμα ζητήματα ασφάλειας και ενέργειας. Ταυτόχρονα, η εξάρτηση από την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα είναι ακόμη αδιαμφισβήτητη.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η ήπειρος δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται σε προαιώνια
σχήματα, ούτε να θεωρεί αυτονόητη τη γεωπολιτική προστασία της Ουάσιγκτον. Με απλά λόγια, η μεταπολεμική
Δύση που γνωρίσαμε δεν υπάρχει πια. Ο Ατλαντικός, για δεκαετίες γραμμή ενότητας, μοιάζει περισσότερο με σύνορο… όχι στρατιωτικό, αλλά πολιτικό και ιδεολογικό. Και η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά στο πιο κρίσιμο δίλημμα από την ίδρυσή της: Θα παραμείνει παράρτημα της αμερικανικής στρατηγικής ή θα αποφασίσει να γίνει δύναμη που ορίζει τον εαυτό της; Η εποχή των εύκολων απαντήσεων τελείωσε.

