Καθημερινά γίνεται πολλή συζήτηση -ιδίως μετά το πρόσφατο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2024- για τη στροφή σημαντικού τμήματος του εκλογικού σώματος προς τα κόμματα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας και ελάχιστα προς την Αριστερά, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν «τσιμπάνε».
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 1/4 του εκλογικού σώματος, ήτοι το 25,9%, θα ψήφιζε τα λεγόμενα «αντισυστημικά» κόμματα. Ειδικότερα, τα τρία κόμματα δεξιότερα της κεντροδεξιάς παράταξης συγκεντρώνουν ένα ποσοστό της τάξης του 17,2% -με την Ελληνική Λύση να λαμβάνει το 9,6%, τη Νίκη 2,1% και τη Φωνή Λογικής 5,5%-, ενώ τα επίσης «αντισυστημικά» κόμματα που τοποθετούνται αριστερά θα τα επέλεγε το 8,7% των πολιτών, με την Πλεύση Ελευθερίας να έχει 5,4%, το ΜέΡΑ25 1,4% και τη Νέα Αριστερά μόλις 1,9%. Αυτό το 25,9% «σπάει» στα δύο. Το 17,2% επιλέγει Δεξιά και το 8,7% Αριστερά.
Διαπιστώνεται πως τα κόμματα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας έχουν σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από εκείνα που βρίσκονται αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, αν και δεν έχουν περιθώρια κυβερνησιμότητας. Το ίδιο παρατηρείται, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί συμβαίνει, όμως, αυτό;
Το παραπάνω φαινόμενο καταγράφεται διότι οι κοινωνίες βιώνουν ραγδαίες αλλαγές που επηρεάζουν και κλονίζουν χώρες που παραδοσιακά ανήκουν στις μεγάλες δυνάμεις και χαράζουν πολιτική. Την περασμένη δεκαετία, τόσο στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού όσο και στην Ευρώπη, κυριαρχούσαν κυρίως κόμματα που υπηρετούν την Κεντροαριστερά και τη Σοσιαλδημοκρατία. Εφαρμοζόταν κατά κύριο λόγο πολιτική δικαιωματισμού, επιδομάτων, ελεύθερων συνόρων. Μεταξύ άλλων, την εμφάνισή τους έκαναν η woke ατζέντα, κρίσεις και ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο τοπίο.
Με την ανάληψη της διακυβέρνησης των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ και τους Ρεπουμπλικάνους, παρατηρείται μια γενικευμένη κατεύθυνση προς πολιτικές που άπτονται στη Δεξιά. Έχουμε την αναγκαία επαναφορά της πολιτικής προστασίας των συνόρων μας, αφού οι μετανάστες που συνέρρεαν κυρίως από μουσουλμανικές χώρες δεν κατάφεραν να αφομοιωθούν με την ευρωπαϊκή κοινωνία. Δεν επέδειξαν καμία θέληση να ενταχθούν ως ισότιμα μέλη των κοινωνιών και, σαν μην έφτανε αυτό, επιδίωκαν και επιδιώκουν να επιβάλουν διά της βίας το δικό τους. Τα περιστατικά ουκ ολίγα.
Τα κόμματα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας, οι ψηφοφόροι και οι πολιτικοί που στελεχώνουν αυτά, προέρχονται και είναι Νέα Δημοκρατία. Για τον λόγο αυτόν δεν έχει καταφέρει κανένα κόμμα στη Γ’ Ελληνική Δημοκρατία που κινείται στον καθαρά δεξιό και ακροδεξιό χώρο να επιβιώσει στη διάρκεια του χρόνου. Είναι κατά βάση κόμματα προσωποπαγή, που ιδρύονται από πολιτευτές ή πολιτικούς που προέρχονται από το κυβερνών κόμμα λόγω διαφωνίας και έχουν περιθώριο ζωής μία-δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Το επιλέγουν κατά κύριο λόγο δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας, με σκοπό να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους και να στείλουν κάποιο μήνυμα.
Γιατί, όμως, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρουν να «τσιμπήσουν» και να αυξήσουν τη δύναμή τους;
Η απάντηση είναι πολύ απλή! Το μεν ΠΑΣΟΚ πληρώνει ακόμη τα λάθη του παρελθόντος, τις χρεοκοπίες και την πολιτική των δανεικών, ο δε ΣΥΡΙΖΑ την ολέθρια και καταστροφική του διακυβέρνηση, που είναι νωπή στη μνήμη του λαού. Επιπλέον, και τα δύο κόμματα δεν βοηθάνε και εργάζονται πάνω στην αύξηση της εκλογικής τους δύναμης. Δεν αφουγκράζονται τις ανησυχίες της κοινωνίας και πολιτεύονται πάνω σε εθνικές θύματα και σκευωρίες.
Οι πολίτες, όσο ποτέ άλλοτε, επιζητούν σταθερότητα, ασφάλεια και πάταξη της εγκληματικότητας. Αν δεν υπάρχουν, τότε δεν υπάρχει εξέλιξη και πρόοδος. Ακόμα και φύσει σοσιαλδημοκρατικές χώρες εγκαταλείπουν τις πολιτικές αυτές και εφαρμόζουν δεξιά και συντηρητική ατζέντα. Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, η ατζέντα έχει αλλάξει!
Γράφει ο Στρατής Κοκκινέλλης
Φιλόλογος – δημοσιογράφος

