Στις κοινωνικές δομές του Δήμου Αθηναίων και συγκεκριμένα στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης αναφέρθηκε, μιλώντας στο «Π», ο πρόεδρός του Γρηγόρης Λέων.

Ποιες δομές βρίσκονται υπό τη δική σας επίβλεψη;

Το Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης είναι η «κοινωνική ναυαρχίδα» των υπηρεσιών της Αθήνας. Είναι ο πιο μάχιμος Οργανισμός πάνω στα κοινωνικά θέματα. Ουσιαστικά εξυπηρετεί δύο ομάδες – στόχους θα λέγαμε. Πρώτη ομάδα είναι οι άστεγοι, κάτι για το οποίο γνωρίζει το έργο του ΚΥΑΔΑ και ο περισσότερος κόσμος, και δεύτερη ομάδα είναι οι άποροι, δηλαδή άνθρωποι που διαβιούν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το ΚΥΑΔΑ, πριν από κάποιο διάστημα, ήταν ένας μικρός «ατροφικός οργανισμός», είχε περίπου 60 εργαζομένους και κάποιες βασικές δομές. Το τελευταίο διάστημα, μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, δημιουργήσαμε πολλές νέες δομές. Το πολυδύναμο κέντρο αστέγων, ένα κέντρο που έχει κέντρο ημέρας, υπνωτήριο και ξενώνες. Είναι πραγματικά σε πολύ υψηλά επίπεδα και για τον ευρωπαϊκό χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε λάβει τα εύσημα από πολλές ευρωπαϊκές χώρες αλλά και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Αυτές οι δομές τι δυναμικότητας είναι και πόσο κόσμο εξυπηρετούν;

Στόχος μας ήταν να δημιουργήσουμε δομές, πρώτα απ’ όλα που θα μείνουν στην πόλη και θα είναι ικανές δυνητικά να καλύψουν όλες τις ανάγκες της Αθήνας. Συνολικά, η δυνατότητα των δομών μας είναι περί τα 700 άτομα. Εκτός από το Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων προσθέσαμε ακόμη μία δομή, που είναι ο ξενώνας τοξικοεξαρτημένων.

Τι είναι το «κοινωνικό mall», όπως το αποκαλείτε;

Αυτό που σκεφτήκαμε και υλοποιήσαμε στον χώρο του παλαιού φρουραρχείου, απέναντι από τον Σταθμό Λαρίσης, είναι η δημιουργία ενός –επιτρέψτε μου την έκφραση– «κοινωνικού mall». Καταστήματα αντρικών, γυναικείων παιδικών ρούχων, υποδημάτων, κοινωνικό παντοπωλείο, κοινωνικό φαρμακείο βιβλιοχαρτοπωλείο-παιχνιδάδικο, κοινωνικό πλυντήριο. Είναι όλες οι δομές που παρέχονται δωρεάν και εκεί εξυπηρετούμε έναν πολύ σημαντικό αριθμό ατόμων, από 26.000 ανθρώπους τον μήνα μέχρι και 33.000.

Συνέντευξη στον Γιώργο Λαιμό

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο