Να εξεταστούν οι προστατευόμενοι μάρτυρες «Αικατερίνη Κελέση» και «Μάξιμος Σαράφης» με τα πραγματικά στοιχεία τους στην έρευνα που διενεργείται για τον ρόλο του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην υπόθεση της Novartis, εισηγείται στο δικαστικό συμβούλιο του Αρείου Πάγου η αντεισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου, Βασιλική Θεοδώρου.

Στην 46 σελίδων πρότασή της, η εισαγγελική λειτουργός κρίνει ότι μεταξύ της κύριας υπόθεσης για τη φαρμακοβιομηχανία της Novartis και την ερευνώμενη υπόθεση για τον κ. Παπαγγελόπουλο δεν υπάρχει καμία συνάφεια, ούτε σε νομικό, ούτε σε ουσιαστικό επίπεδο, επισημαίνοντας μάλιστα ότι «τα περί ουσιαστικής συνάφειας των δύο αυτών υποθέσεων αποτελούν εφεύρημα και αυθαίρετη νομική κατασκευή».

Όπως αναφέρει, «καθίσταται πρόδηλο ότι οι δύο αυτές δικογραφίες είναι άσχετες μεταξύ τους, ως εκ τούτου η προστασία που απολαμβάνουν οι δύο μάρτυρες στη δικογραφία που σχηματίστηκε για την κύρια υπόθεση Novartis δεν μπορεί να ισχύσει και για την υπόθεση που ερευνάται από την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου με βάση τη δίωξη που άσκησε η Ολομέλεια της Βουλής. Δεν μπορεί οι υπό προστασία μάρτυρες να είναι στο διηνεκές και για οποιαδήποτε άλλη υπόθεση υπό καθεστώς απαραβίαστης προστασίας, γιατί έτσι θα απαξιωθεί ο θεσμός των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος».

Μάλιστα, η κ. Θεοδώρου εκφράζει την άποψη ότι οι δύο μάρτυρες δεν έπρεπε να έχουν καταθέσει ως προστατευόμενοι ούτε στην  κύρια υπόθεση της Novartis, καθώς δεν κατέθεσαν κάτι το ουσιώδες, ούτε πιθανολογήθηκε κίνδυνος εκφοβισμού ή αντεκδίκησης σε βάρος τους από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα.

«Τόσο αυτοί που ζητούσαν να τεθούν υπό προστασία, όσο και η εισαγγελέας Διαφθοράς θα έπρεπε να αιτιολογούν σε ποια στοιχεία θεμελιώνουν τον κίνδυνο των μαρτύρων, όπως π.χ διότι οι καταγγελλόμενοι είναι κακοποιοί, έχουν καταδικαστεί για εγκληματικές πράξεις βίας ή είναι μέλη εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης. Όμως, επειδή δεν μπορούσαν να επικαλεστούν κάτι από όλα αυτά, γιατί οι καταγγελλόμενοι ήταν πολιτικά πρόσωπα (υπουργοί, πρώην πρωθυπουργοί, διοικητής Τράπεζας Ελλάδος) ανέγραψαν οι αιτούντες μάρτυρες να τεθούν υπό προστασία και οι εισαγγελείς ανέφεραν μόνον τα στοιχεία του νόμου».