Δεν χρειάζεται να είναι… μελλοντολόγος κανείς, για να διαπιστώσει ότι οι γεωπολιτικές και οικονομικές (αν)ισορροπίες που έφερε στην επιφάνεια ο ουκρανικός πόλεμος θα είναι παρούσες για μεγάλο διάστημα και μοιραία θα επηρεάσουν τις συλλογικές και ατομικές συμπεριφορές. Γι’ αυτό και δύσκολα μπορεί να παραγνωρίσει κάποιος ότι η απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, να ξεκαθαρίσει το εγχώριο πολιτικό-εκλογικό παιχνίδι του επόμενου δωδεκάμηνου, βρίσκεται σε αρμονία με το λαϊκό αίσθημα.

Δεν είναι μόνον οι μετρήσεις με τις διαθέσεις της κοινής γνώμης που δείχνουν ότι οι πολίτες δεν επιθυμούν άμεση προσφυγή στις κάλπες, όπως ζητούν ορισμένες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Είναι, πολύ περισσότερο, το αίσθημα της κοινής λογικής που υπαγορεύει ότι στις δύσκολες ώρες οι πολίτες απαιτούν πολιτική σταθερότητα και επιθυμούν ειλικρίνεια και ενσυναίσθηση. Και δείχνει να κατέχεται από υψηλό αίσθημα ευθύνης ο πρωθυπουργός, όταν πάνω από το κομματικό βάζει το εθνικό συμφέρον αλλάζοντας, στις δύσκολες αυτές ώρες, τη στρατηγική του, μετακινούμενος ουσιαστικά από τη λογική και τη ρητορική της αυτοδυναμίας οπωσδήποτε στη λογική της σταθερότητας, έστω με συμμαχικές κυβερνήσεις.

Ο Μητσοτάκης αναγνώρισε την κρισιμότητα των περιστάσεων και κατά βάση αποδεσμεύτηκε από τα συνήθη παίγνια της ελληνικής πολιτικής. Αποδέχθηκε δε ότι σε τούτες τις ξεχωριστές συνθήκες μόνο ευθύνη αρμόζει και ανέλαβε πλήρως το κόστος που γεννά η διεθνής αστάθεια, θεωρώντας ότι ο ελληνικός λαός θα εκτιμήσει τη στάση του. Μιλώντας όμως για ανάγκη πολιτικής σταθερότητας, που θα υπάρξει είτε με αυτοδύναμη κυβέρνηση είτε με κυβέρνηση συνεργασίας, μεταφέρει τη συζήτηση και την ευθύνη και στην αντιπολίτευση, αναγκάζοντας τα κόμματα να πάρουν θέση για την επόμενη μέρα. Για τον Αλέξη Τσίπρα, η αναζήτηση εταίρων φαντάζει μάταια. Απευθύνεται διαρκώς στον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος δεν δείχνε να αποδέχεται λυκοφιλίες,όσο και αν δυσκολεύεται να πετύχει την κατάλληλη ισορροπία. Για τα στελέχη και τους ψηφοφόρους του συγκεκριμένου κόμματος πάντως, οιαδήποτε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως απαγορευτική, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.

Κάποια στιγμή όμως ο αρχηγός του ΚΙΝΑΛ θα αναγκαστεί να απαντήσει τι θα γίνει στον τόπο, αν δεν επιτευχθεί κυβερνητική πλειοψηφία μετά και τις δεύτερες εκλογές. Η θέση του πως επιδιώκει το κόμμα του να πετύχει σημαντικό εκλογικό ποσοστό, ώστε να εξασφαλίσει προοπτική διεκδίκησης της εξουσίας, είναι κατανοητή, αλλά δεν περιλαμβάνει όλες τις απαντήσεις στα διλήμματα που θα προκύψουν.

Το γεγονός είναι πάντως ότι ο πρωθυπουργός, με την επιλογή του αυτή, ουσιαστικά άλλαξε σελίδα, επαναπροσδιορίζοντας τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού σε τούτες τις τόσο ξεχωριστές συνθήκες. Και όταν ο ηγέτης του πρώτου κόμματος ανοίγει ζήτημα συνεργασιών, δεν μπορούν οι υπόλοιποι να υπεκφεύγουν και να σφυρίζουν κλέφτικα.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο