Ο Γιώργος Αρβανιτίδης υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση είναι βαριά συνυπεύθυνη για την ενεργειακή ακρίβεια που μαστίζει τη χώρα, ενώ δεν κρύβει τον φόβο του για το ενδεχόμενο «της ενεργειακής πτώχευσης οικογενειών, καταστημάτων και βιομηχανιών». Μιλάει, δε, με σκληρή γλώσσα για τον ενεργειακό σχεδιασμό που προωθεί η κυβέρνηση.

Η ενεργειακή κρίση προκαλεί αλυσιδωτές συνέπειες. Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας για το άμεσο μέλλον;

Καταρχάς θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η κυβέρνηση είναι βαριά συνυπεύθυνη για την ενεργειακή ακρίβεια που μαστίζει τη χώρα και γονατίζει την κοινωνία. Από τις δηλώσεις αβάσταχτης ευκολίας του πρωθυπουργού πέρσι στην ΔΕΘ, ότι οι αυξήσεις που θα νιώσουν οι καταναλωτές θα είναι σχεδόν μηδενικές, και τις δηλώσεις του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ότι οι αυξήσεις για ένα μέσο νοικοκυριό δεν θα ξεπερνούν τα 2-3 ευρώ τον μήνα, περάσαμε σε αβάσταχτους «κόκκινους» λογαριασμούς ρεύματος μεγαλύτερους και από τους μηνιαίους μισθούς, που μόνο με ρύθμιση αποπληρώνονται. Αυτό που φοβάμαι είναι ότι στην Ελλάδα πλέον δεν υπάρχει μόνο η δυστοπία της ενεργειακής φτώχειας, αλλά της ενεργειακής πτώχευσης οικογενειών, καταστημάτων και βιομηχανιών. Το ενεργειακό κόστος έχει γίνει «ναρκοπέδιο».

Πώς σχολιάζετε τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού για τον σχεδιασμό εξορύξεων στη χώρα; 

Ο ενεργειακός σχεδιασμός της κυβέρνησης έχει τίτλο «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε». Παρακολουθούμε μια ενεργειακή πολιτική ακορντεόν και ένα διαρκές εκκρεμές του Φουκώ. Χωρίς πυξίδα και προοπτική για να εξασφαλιστεί μόνιμα προσιτή και καθαρή ενέργεια για τους πολίτες. Ένας ενεργειακός αυτοσχεδιασμός σε σύγχυση, που…«παίζεται στα ζάρια», ανάλογα με τη ζαριά. Χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Ένα άλμα στο κενό! Από τις άρον-άρον επιδοτήσεις λογαριασμών πήγαμε στις άρον-άρον γεωτρήσεις θαλασσών. Από το «πάγωμα» των ερευνών υδρογονανθράκων, το 2020 και το 2021, βλέπουμε «ξεπάγωμα» το 2022. Και από τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών το 2021, ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ξεκινήσει εξορύξεις στη Μεσόγειο για φυσικό αέριο και πετρέλαιο, φτάσαμε στις δηλώσεις του πρωθυπουργού το 2022 για επιτάχυνση των εγχώριων εξορύξεων υδρογονανθράκων ως…εναλλακτικό δρόμο επίτευξης των στόχων πράσινης μετάβασης για το 2030. Καλό είναι να μην έχουμε αυταπάτες, γιατί το 2022 δεν είναι πια 2011, όταν το ΠΑΣΟΚ ξεκινούσε αυτήν την προσπάθεια.

Στο παιχνίδι ισχύος που βρίσκεται σε εξέλιξη πάνω από τον ενεργειακό χάρτη, υπάρχει ρεαλιστικός τρόπος ώστε οι πολίτες να βιώσουν τις λιγότερο δυνατές συνέπειες; 

Εδώ και πολλά χρόνια, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ είχε εγκαίρως καταλάβει ότι οι ΑΠΕ, ως οι βασικές εθνικές μας ενεργειακές πηγές, είναι αυτές που μπορούν να ρίξουν τις τιμές στην ενέργεια. Μαζί δε με την εξοικονόμηση ενέργειας, είναι οι δύο τομείς με τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία στην εθνική οικονομία που οφείλουμε να επενδύσουμε δημόσιους και ιδιωτικού πόρους. Αφού βέβαια φροντίσουμε να αναπτύξουμε και να εκσυγχρονίσουμε τα δίκτυα στο εσωτερικό της χώρας αλλά και τις διασυνδέσεις μας με όλα τα γειτονικά κράτη. Η λειτουργία των προγραμμάτων «Εξοικονομώ» είναι προβληματική έτσι όπως τα εφαρμόζει η κυβέρνηση. Η προώθηση πολλών μικρών έργων ΑΠΕ από Ενεργειακές Κοινότητες, μικρούς παραγωγούς,αλλά και από πολίτες μέσω του Netmetering δεν έχει γίνει όπως θα έπρεπε και θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στη μείωση του ενεργειακού κόστους. Είναι ρεαλιστικές προτάσεις που δυστυχώς δεν τις πιστεύει η παρούσα κυβέρνηση. Η έννοια του «αυτοπαραγωγού», της παραγωγής δηλαδή ενέργειας από τους ίδιους τους πολίτες, είναι ο πυρήνας της πρότασής μας για εκδημοκρατισμό της ενέργειας. Ο δε ηλεκτρικός χώρος πρέπει να ανήκει σε όλους τους πολίτες για να έχουν πρόσβαση, χωρίς αποκλεισμούς και εμπόδια. Και βέβαια έχουμε προτείνει εδώ και καιρό πλαφόν στη λιανική τιμή του ρεύματος και όχι όπως προτείνουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ πλαφόν στη χονδρική που ευνοεί τις εταιρείες.

Η ακρίβεια, εκτός των άλλων, αλλάζει τις παραμέτρους στον πολιτικό σχεδιασμό. Θα μπορέσει το ΠΑΣΟΚ να αντέξει τις πιέσεις για μετεκλογική συνεργασία;

Στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ προσεγγίζουμε την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση, προσπαθώντας να διατυπώσουμε μια δίκαιη κοινωνικά απάντηση. Δίνουμε βήμα στους ειδικούς και στην κοινωνία των πολιτών για τη συνδιαμόρφωση των προγραμματικών μας θέσεων με τα θεματικά προσυνέδρια που ήδη διοργανώνουμε. Η όποια μετεκλογική συνεργασία μας θα βασιστεί σε μια προγραμματική συμφωνία, με όρους ριζικής αλλαγής και όχι εναλλαγής κυβερνητικών θέσεων εξουσίας. Από τη στιγμή που θα έχουμε βάλει την προγραμματική ατζέντα με καθαρούς κανόνες και θέσεις, η πίεση μεταφέρεται σε άλλους και όχι σε εμάς.

 

Συνέντευξη στον Αντώνη Ι. Αντωνόπουλο

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο