Καλοκαίρι 2006

Μundial 2002, στα γήπεδα της Κορέας και της Ιαπωνίας, τέσσερα χρόνια πριν. Στον τελικό αναμετρόνται η Βραζιλία με τη Γερμανία. Η λατινοαμερικάνικη φαντασία και τεχνική κόντρα στον δυτικοευρωπαϊκό πείσμωνα αυτοματισμό, όπως τον εξέφρασε φιλοσοφικά ο Καντ. Αντίθετα με τα συνήθως συμβαίνοντα εκτός γηπέδων, ο δεύτερος ηττάται με 2-0. Το δεύτερο γκολ οφείλεται σε λάθος του Γερμανού τερματοφύλακα Όλιβερ Καν που με τις εμφανίσεις του έχει φέρει την κατά τα άλλα άχρωμη και ποδοσφαιρικά απρόσωπη Γερμανία στον τελικό. Η απογοήτευση είναι ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του και σε μικρότερη κλίμακα στο δικό μου, καθώς από το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 88, που είχα την ευκαιρία να το παρακολουθήσω από κοντά, στη διοργανώτρια χώρα Γερμανία, ήμουν δεδηλωμένος οπαδός της Νασιοναλμάνσταφ.

Κάτι οι επιθέσεις των Ματέους, Κλίνσμαν, Χέσλερ και Μπρέμε, που θύμιζαν την ‘Είσοδο των Βαλκυριών’ του Βάγνερ, κάτι τα μοδάτα σχέδια στις φανέλες, με τις τρεις ρίγες της σημαίας τους να καλύπτουν το στήθος και τους βραχίονες των παικτών, σαν πανοπλία, κάτι οι δηλώσεις του Άγγλου στράικερ Γκάρι Λίνεκερ πως ‘Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα όπου 22 παίκτες κυνηγούν μια μπάλα και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί.’, με έκαναν να βλέπω ακόμη και τον μέτριο τερματοφύλακα τους Ίλγνερ εφάμιλλο των Σουμάχερ και Ζεπ Μάγιερ. Το αποτέλεσμα ήταν να εισπράττω συχνά τα επιτιμητικά σχόλια των συμμαθητών μου (και αργότερα των συμφοιτητών μου, μιας και παρέμεινα αμετανόητος φιλογερμανός φίλαθλος), καθώς από τις ντρίπλες του Μαραντόνα, του Ρομάριο και αργότερα του Ρονάλντο, εγώ προτιμούσα τα τάκλιν του Αουγκεντάλερ και του Ζάμερ και αργότερα (όταν η εθνική Γερμανίας διήρχετο τη μεγάλη της αγωνιστική παρακμή) είχα φτάσει να προτιμώ τις, μονοκόμματες προσπάθειες που κατέβαλλε ο Μπίρχοφ για να γίνει κάτι παραπάνω από μια κακή δικαιολογία για σέντερ φορ.

Από τότε περάσανε τέσσερα χρόνια. Πολύ νερό κύλησε στα αυλάκια του χρόνου. Η Εθνική Ελλάδος κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο με τον Γερμανό της στον πάγκο και με την ποδοσφαιρική σκοπιμότητα να υπερισχύει Γάλλων, Τσέχων και Ιβήρων και εγώ ταξίδεψα ως τη Βραζιλία, με τον ξάδερφό μου στη διπλανή θέση του αεροπλάνου.

Είδα από κοντά το άγαλμα του Ιησού του Ρίο, που οι Βραζιλιάνοι το λένε ‘Κορκοβάντο’, να απλώνει την αγκαλιά του αξεδιάλεχτα πάνω από τις κοσμοπολίτικες παραλίες και τις φτωχογειτονιές. Είδα τη Φλαμένκο να νικά τη Φλουμινέντσε μέσα στο Μαρακανά 4-3, με τους φιλάθλους των αντίπαλων ομάδων να παρακολουθούνε τον αγώνα δίπλα-δίπλα. Είδα τα καλλίπυγα κορμιά των βραζιλιάνων καλλονών να τρέμουν στον οργασμικό ρυθμό της σάμπα. Νεαρά κορίτσια που προλάβανε να αποκτήσουνε δύο και τρία παιδάκια ‘αγνώστου πατρός’, με τα επίθετα να περνάνε απευθείας από τη μάνα στα παιδιά, μαζί με το μιτοχονδριακό RNA, το αρχέγονο μητρικό γενετικό υλικό των ιθαγενών που έμεινε ανόθευτο από τις επιμειξίες των ευρωπαίων κονκισταδόρες και των μαύρων δούλων της Αφρικής που τους φέρανε για να δουλέψουν στις φυτείες καφέ. Σ’ αυτό το φυλετικό ανακάτεμα οφείλεται η ποικιλία του εκπληκτικού βραζιλιάνικου φαινοτύπου.

Τα είδα όλα αυτά από κοντά, όχι διαβάζοντας τα ’11 λεπτά’ του Κοέλιο που ακόμη μένει ανέγγιχτο στο κομοδίνο μου. Είδα ανθρώπους ανυπόκριτους που κυκλοφορούν με τα μαγιό μέσα στους κεντρικούς δρόμους της πόλης.  Είδα τον ήλιο να αναδύεται από τα νερά του Ατλαντικού στην Κόπα Καμπάνα, τον καυτό ήλιο των τροπικών που δε συγχωρεί την παραμικρή έκθεση λευκού δέρματος, ακόμη και κάτω από την πολύχρωμη ομπρέλα, και που μαζί με την αλμύρα του ωκεανού έψησε την πληγή που μου άφησε στα χείλη μια μικροσυμπλοκή στην παραλία της Ιπανέμα.

Είδα το σούρουπο να πέφτει απαλά στο Ρίο ντε Τζανέιρο, εξαλείφοντας τις διαφορές και στρογγυλεύοντας τις αντιθέσεις ανάμεσα στις πολυτελείς επαύλεις και στις παραγκουπόλεις. Έζησα την πιο γλυκιά δύση, με τους βραζιλιάνους να χορεύουν καποέιρα, έναν χορό που ενσωματώνει κινήσεις πολεμικών τεχνών, κρυμμένες μέσα στην εξωτική κινησιολογία,  καθώς ήτανε ο μόνος τρόπος για να εξασκηθούν στην αυτοάμυνα οι σκλάβοι των φυτειών που τους είχε απαγορευθεί κάθε πολεμική άσκηση. Οι άνθρωποι αυτοί ‘έχουν τον Θεό μέσα τους’, έγραψε ο Καζαντζάκης. Καθώς οι βραζιλιάνες λικνίζονται στις κερκίδες των γερμανικών σταδίων ο σπίκερ σημειώνει:’….έχουν τον ρυθμό μέσα τους…’. Αλήθεια τι είναι ο Θεός αν όχι ο ρυθμός του κόσμου;.

Ο Κακά ντριπλάρει τους Κροάτες αμυντικούς, σε μία από τις λίγες καλές φάσεις του πρώτου αγώνα της Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 2006. Η μπάλα στα δίχτυα και η Βραζιλία κερδίζει 1-0, σε έναν αγώνα όπου εμφανίζεται μέτρια. Ο αγώνας τελειώνει στις 10:45 ώρα Γερμανίας. Με τη διαφορά ώρας, στο Ρίο θ΄ αρχίζει σιγά-σιγά να σουρουπώνει. Οι Βραζιλιάνοι θα πανηγυρίζουν τη νίκη της σελεσάο, ως αργά, ώσπου να πέσει η νύχτα στους λόφους του Ρίο και να ανάψουνε τα ταπεινά φωτάκια στις αμαρτωλές φαβέλες, σαν καντηλάκια στα πόδια του Ιησού του Κορκοβάντο. Εκεί όπου κυλά ο ποταμός που έχει δώσει το όνομά του στην πόλη, πλένοντας με τα δάκρυα της πόρνης τα πόδια του αγάλματος και σκουπίζοντάς τα με τους λυμένους  βοστρύχους των βραζιλιάνων ανύπαντρων μητέρων.

Στον λαιμό μου έρχεται η γλυκιά επίγευση της καϊπιρίνια, στα μάτια μου τα ξυπόλυτα βραζιλιανάκια που παίζουνε ποδόσφαιρο στην παραλία της Κόπα Καμπάνα. Πιο δίπλα τέσσερις Βραζιλιάνοι παίζουν ποδοβόλευ. Ο ξάδερφός μου, Θωμάς στο όνομα, ζητά να συμμετέχει. Αμέσως ένας τού παραχωρεί τη θέση του, λες και είναι γνώριμοι από παλιά, λες και δεν είμαστε ‘ξενοι’ που αύριο πρέπει να προλάβουμε το αεροπλάνο για την Αθήνα. Τα είδα όλα αυτά από κοντά. Τα είδα και επίστευσα πως η ζωή ενός, δύο ή και περισσότερων ανθρώπων μπορεί να αλλάξει μαγικά και αναπάντεχα, αν απαρνηθεί την υποκρισία της σκοπιμότητας και της προσδοκίας του αποτελέσματος και αν αφεθεί στην ανυπόκριτη φαντασία και στη μαγεία που κρύβει η κάθε απλή στιγμή. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να ντριπλάρουμε τον ενάντιο καιρό στις αμμώδεις παραλίες των ονείρων μας, σκοράροντας στα γκολπόστ της ευτυχίας. ‘Αυτός είδε και επίστευσε’ είπε ο Ιησούς για τον Άπιστο Θωμά. ‘Μακάριοι οι μη ειδότες και πιστεύσαντες’.

Από τη διπλανή παρέα των παιδιών ακούγονται φωνές, καθώς έχει σημειωθεί γκολ. ‘Ιο, ιο Ζαϊρζίνιο’ ακουω να μού λέει ο μικρός σκόρερ καθώς ποζάρει με τον αέρα ποδοσφαιρικής βεντέτας στον φωτογραφικό μου φακό και φυσικά δε χρειάζεται να τον ρωτήσω ποιόν βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή θαυμάζει. Λίγο πιο δίπλα, μια νεαρή κοπέλα πανηγυρίζει και αυτή ανάμεσα στις φίλες της. Το δέρμα της στο χρώμα της άμμου, τα μαλλιά της λυμένα. Θα μπορούσε να είναι η μεγάλη του αδερφή.

Είδα τον Μάρκο Τούλιο Μάτος, από την Ουμπεράμπια της Ναζεράι (που στα Βραζιλιάνικα θέλω να πιστεύω πως μπορεί και να σημαίνει σημαίνει Ναζαρέτ ή έστω να συνηχεί με το τοπωνύμιο καταγωγής του Ιησού), τον γιο της Φλάβια Μικέλε Μάτος, να σκοράρει στην παραλία του Ρίο. Είδα τον μικρό Ναζαρινό να χώνεται στη σταρόχρωμη αγκαλιά της μητέρας του και από τότε δε χρειάζεται να με ρωτήσει κανείς ποια εθνική ομάδα υποστηρίζω.

 

Xρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD

Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών

Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ

Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας