Συναντήσαμε τη Φωτεινή Πιπιλή και, σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο «Π», μας μίλησε για τη μακροχρόνια πορεία της στη δημοσιογραφία, ενώ μας αποκάλυψε άγνωστα περιστατικά από τη γνωριμία της με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Ο κύβος ερρίφθη και την άνοιξη θα έχουμε εκλογές. Ποιο είναι το διακύβευμα αυτής της κάλπης;
Η ολοκλήρωση της πορείας της Ελλάδας προς το αύριο. Το να συγκρίνεις τη διακυβέρνηση της χώρας επί Κυριάκου Μητσοτάκη με τα 4,5 χρόνια Τσίπρα – Καμμένου είναι ακριβώς αυτό που λέει ο λαός, πως κλέβεις εκκλησία. Είναι τόσο συντριπτικά τα στοιχεία των αλλαγών σε κρίσιμους τομείς που πέτυχε η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, που ήδη έχουν εντυπωθεί στην αντίληψη του μέσου λογικού και συνετού πολίτη. Να αρχίσουμε από την ασφάλεια που νιώθουμε πρωτίστως με τους χειρισμούς του ίδιου του πρωθυπουργού προσωπικά, αλλά και των υπουργών του, στη διαχείριση των μεγάλων εθνικών κρίσεων. Από τη διαχείριση της πανδημίας, μια διαχείριση που αποτέλεσε το πρότυπο και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, από τη μετάβαση της χώρας του «αραμπά» της επικοινωνίας πολίτη με το κράτος στον 21ο αιώνα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, από τον –ανάλογο με τα οικονομικά περιθώρια προϋπολογισμού– χειρισμό της τιθάσευσης των τιμών στην ενέργεια και άλλα πολλά. Συνολικά, το διακύβευμα αυτής της κάλπης είναι με την ψήφο όλων μας, από την πρώτη Κυριακή,η συνέχιση αυτής της επιτυχούς πορείας και στην επόμενη τετραετία, γιατί –κακά τα ψέματα– χρειάζεται να γίνουν και άλλα πολλά.
Σε περίπτωση που η ΝΔ δεν επιτύχει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, θα πρέπει να στραφεί προς την αναζήτηση κυβερνητικού εταίρου ή προς τρίτη εκλογική αναμέτρηση;
Η σταθερή πολιτική της ΝΔ από την αρχή είναι η αυτοδυναμία. Προσωπικά πιστεύω ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί στις δεύτερες εκλογές αυτοδυναμία, θα αποφασίσει ό,τι είναι καλύτερο για τον τόπο.
Φοβάστε πως μπορεί να υπάρξει ψήφος δυσαρέσκειας προς τη ΝΔ εξαιτίας της ακρίβειας;
Είναι λογικό το ερώτημά σας, όμως θεωρώ ότι, μετά τις περιπέτειες που πέρασε ο ελληνικός λαός, περισσότερο από 10 χρόνια, όση δυσαρέσκεια –αιτιολογημένη– και να υπάρχει εξαιτίας της ακρίβειας, τελικά θα επικρατήσει η ασφάλεια που νιώθει πολύς κόσμος με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ποιο είναι το προσωπικό σας στοίχημα για το κέντρο της Αθήνας;
Να αποκτήσει ευρωπαϊκό πρόσωπο σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας. Είναι κρίμα αυτή η πόλη να πλήττεται στην καθημερινότητά της από την ανομία, την έλλειψη αισθητικής, το ξεχαρβάλωμα στη συμπεριφορά πολλών πολιτών, επιχειρηματιών αλλά και εργαζόμενων, που θεωρούν γενικώς ότι ο δημόσιος χώρος, δηλαδή οι πλατείες, τα πεζοδρόμια, οι τοίχοι των κτιρίων και τα κρατικά μέγαρα, είναι ιδιωτικός τους χώρος για να κάνουν ό,τι γουστάρουν. Θέλει πολλή δουλειά ακόμη από όλους μας. Προσωπικά, όλο μου το κοινοβουλευτικό έργο είναι αφιερωμένο στον πολιτισμό της καθημερινότητας. Έχω πετύχει πολλά, εάν επανεκλεγώ, πολύ περισσότερα.
Πώς αποφασίσατε να γίνετε δημοσιογράφος;
Δεν αποφάσισα. Τολμώ να πω ότι γεννήθηκα δημοσιογράφος, όπως δήλωσε και ο δάσκαλός μου στο Μαράσλειο, από τη Δ’ κιόλας Δημοτικού, ο οποίος κάλεσε τον πατέρα μου και τον παρακάλεσε να μη με πιέσει για να γίνω δικηγόρος–επειδή προέρχομαι από οικογένεια με πολλούς δικηγόρους– γιατί, όπως του είπε, «η κόρη σας γεννήθηκε για να γίνει δημοσιογράφος».
Πώς συνέβη αυτό;
Είχε συμβεί το εξής: Στο πρότυπο σχολείο όπου πήγαινα, συχνά ο δάσκαλός μας στο μάθημα της έκθεσης μάς άφηνε ελεύθερους να γράψουμε την έκθεση που θέλαμε εμείς. Τον είχε από νωρίς εντυπωσιάσει ότι εγώ έγραφα εκθέσεις αναφορικά με θέματα που παρουσίαζαν οι εφημερίδες που έμπαιναν στο σπίτι μου, η «Καθημερινή» και η «Εστία». Το κορυφαίο ήταν ότι μια μέρα, ενώ οι συμμαθήτριες και οι συμμαθητές μου περιέγραφαν πως, για παράδειγμα, περνούν στην εκδρομή με τους γονείς τους, εγώ έγραψα «Ανταπόκριση από τους τρομακτικούς σεισμούς του Αγαδίρ στο Μαρόκο». Εκεί εντυπωσιάστηκε ο δάσκαλός μου και κάλεσε τον πατέρα μου. Από τα 17 μου ήμουν φοιτήτρια στη Νομική Θεσσαλονίκης και ταυτόχρονα ξεκίνησα να στέλνω ρεπορτάζ στο γυναικείο περιοδικό «ΠΑΝΘΕΟΝ». Από το πρώτο μου κομμάτι, άνοιξε ο δρόμος για μια δημοσιογραφία που κράτησε σαράντα χρόνια με μεγάλη επιτυχία, ταυτόχρονα σε εφημερίδες, περιοδικά, τηλεόραση και ραδιόφωνο.
Τι κρατάτε από την πορεία σας στη δημοσιογραφία;
Ότι μου άνοιξε τον κόσμο όλο, ότι γνώρισα συγκλονιστικές προσωπικότητες, εθνικές και παγκόσμιες, ότι ταξίδεψα σχεδόν όσο κανείς στις πιο απίθανες χώρες του πλανήτη και, το κυριότερο, ότι στερέωσα έναν ελεύθερο, ανεξάρτητο και δυναμικό χαρακτήρα.
Υπάρχει κάποιο περιστατικό που το θυμάστε και γελάτε;
Βιβλίο ολόκληρο μπορώ να γράψω, αλλά το πιο χαρακτηριστικό ήταν το κόλπο που είχα βρει όταν έβλεπα, ειδικά στις τηλεοπτικές μου εκπομπές ως διευθύντρια και παρουσιάστρια, πως το επιτελείο είχε αρχίσει να χαλαρώνει, όπου σκηνοθετούσα τον εαυτό μου ως τρομερά θυμωμένο και αποφασισμένο ακόμη και για απολύσεις. Ήταν εξαιρετικά πετυχημένος ο ρόλος μου και δεν γελάω μόνο εγώ, όταν το θυμάμαι, αλλά γελάνε και οι τότε συνεργάτες μου, με πολλούς από τους οποίους διατηρώ ακόμα σχέσεις.
Ποια θεωρείτε πως ήταν η μεγαλύτερη δημοσιογραφική σας επιτυχία;
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω, γιατί είχα την τύχη να έχω πάρα πολλές, αλλά, κοιτώντας πίσω το μεγάλο βιογραφικό μου, θεωρώ ότι η συνολική μου επιτυχία ήταν ότι πάντα ήμουν πιο μπροστά από όλους τους άλλους, ειδικότερα στις τηλεοπτικές μου εκπομπές, και ότι σε δύσκολες και σοβαροφανείς εποχές κατάφερνα να ξεχωρίζω για προωθημένες ιδέες και κυρίως με το χιούμορ και τη φαντασία μου. Όλα αυτά ήταν η συνταγή της ιστορικής πια εκπομπής μου στον ΑΝΤ1, το επί πολλά χρόνια ωριαίο ζωντανό πρόγραμμα «Αυτά και Άλλα».
Έχετε πάρει συνεντεύξεις από όλες τις μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες. Ποια ξεχωρίζετε;
Του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη, που για πρώτη φορά στην ιστορία του μου έδωσε μια συνέντευξη βαθιά ανθρώπινη, όπου μου αποκάλυψε το προσωπικό του δράμα, πως δεν ξέχασε ποτέ την απώλεια της μητέρας του. Τη μοναδική συνέντευξη που μου έδωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου μέσα στο αεροπλάνο, επιστρέφοντας από επίσημη επίσκεψη στη Ρουμανία του Τσαουσέσκου, και όπου, ενώ με κάλεσε στην πρώτη θέση για να πιούμε μαζί καφέ, κουβέντα στην κουβέντα, χωρίς μαγνητόφωνο εγώ ή σημειώσεις, μου αποκάλυψε όλο του το σχέδιο για την αλλαγή του Οικογενειακού Δικαίου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την τεράστια προσπάθειά μου να μετατρέψω τον εγκέφαλό μου σε μαγνητόφωνο για να αποτυπώσω τον ποταμό των απόψεων του τότε πρωθυπουργού. Ευτυχώς τα κατάφερα και η συνέντευξη «έσπασε ταμεία».
Θυμάστε κάποιο περιστατικό από τη γνωριμία σας με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Η γνωριμία μου με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή με σημάδεψε για πολλά χρόνια έως και σήμερα. Από παιδί τον γνώριζα, γιατί ο αδελφός του πατέρα μου, Χρήστος Μενελάου Πιπιλής, ήταν βουλευτής του. Τον πρωτοσυνάντησα στη«Μεγάλη Βρετανία» με το που έγινε πρωθυπουργός το 1974. Εγώ, ως ΕΡΤ, με το μικρόφωνό μου, του συστήθηκα για να του πάρω μια δήλωση. Με το που άκουσε το επίθετό μου και κατάλαβε τη στενή σχέση μου με τον βουλευτή του, άνοιξαν οι πόρτες για μένα. Αλλά, όπως μου είπε χαρακτηριστικά αργότερα, ήταν και άλλοι οι λόγοι που, αν και νέο κορίτσι, με εμπιστεύθηκε απόλυτα. Πρώτον, ότι είχα δυνατή φωνή, πεντακάθαρη άρθρωση άρα μπορούσε να με ακούσει – ήταν γνωστό το πρόβλημά του με την ακοή του. Και ένας ακόμα σοβαρός λόγος, όπως ο ίδιος μου είπε, ότι είχα το ίδιο όνομα με την αγαπημένη του μητέρα.
Τι έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη σας από τον Εθνάρχη;
Έζησα από πολύ κοντά και για πολλά χρόνια τον Εθνάρχη, αλλά αυτό που μου έχει μείνει πιο πολύ από τα πολλά ήταν οι οδηγίες που μου έδινε. Να μη με απορροφήσει το επάγγελμά μου και να κάνω οικογένεια, γιατί ο ίδιος δεν τα κατάφερε επειδή απορροφήθηκε από την πολιτική. Να είμαι πάντα θαρραλέα και ειλικρινής όπως ήμουν με τον ίδιο, την ίδια περίοδο που όλοι «τον έτρεμαν».
Αντίστοιχα, από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τι θυμάστε;
Με ιδιαίτερη βαθιά συγκίνηση τα λόγια του, όταν συναντηθήκαμε σε εορταστικό τραπέζι στο σπίτι της Ντόρας το 2016:«Το ξέρεις ότι είμαι ο φανατικότερος θαυμαστής σου για τον τρόπο που τα λες».Αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα παράσημα στη ζωή μου.
Τι είναι αυτό που δεν ξέρει ο πολύς κόσμος για τη γυναίκα Φωτεινή Πιπιλή;
Δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερο για να ενδιαφέρεται ο πολύς κόσμος, άλλωστε η πορεία μου γενικά είναι τόσο δημόσια αλλά και ταυτόχρονα πολύ ιδιωτική, κανόνας απαράβατος από την αρχή της πορείας μου.
Με τρεις λέξεις, πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας;
Είμαι ένα άτομο που δεν χρωστάω σε κανέναν, γι’ αυτό και παραμένω διαχρονικά ανεξάρτητη, ελεύθερη και «ωραία».
Συνέντευξη στην Άννα Καραβοκύρη
Φωτό: Κώστας Πρόφης
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο