Η επόμενη μέρα από το δυστύχημα στα Τέμπη και το νέο πολιτικό «πλαίσιο» προς τις κάλπες

«Παγωμένες» παραμένουν οι πολιτικές εξελίξεις από τα μεσάνυχτα της αποφράδας Τρίτης 28 Φεβρουαρίου, όταν συνέβη το φρικιαστικό σιδηροδρομικό δυστύχημα, που εξελίχθηκε σε ανείπωτη εθνική τραγωδία.

Με εξαίρεση την τριήμερη επίσκεψη του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη στη Λάρισα και στη Θεσσαλονίκη, που ξεκίνησε από την περασμένη Δευτέρα από τον τόπο του δυστυχήματος, και τις ανακοινώσεις του, την Τετάρτη, η κυβερνητική ατζέντα των επόμενων λίγων ημερών δεν περιελάμβανε (πλην της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου την Πέμπτη) κανένα άλλο θέμα.

Διερμηνεύοντας τα αισθήματα που επικρατούν μεταξύ των πολιτών, η κυβέρνηση δεν έδειξε από την αρχή την παραμικρή σπουδή να «αλλάξει σελίδα». Αντιθέτως, όπως επισημαίνουν κυβερνητικοί παράγοντες, ρίχνει όλο το βάρος της στην αναζήτηση των απαντήσεων που ζητεί η κοινωνία, καθώς η πεποίθηση που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ότι «πρέπει να ειπωθούν όλες οι αλήθειες» και να διερευνηθούν ενδελεχώς και σε βάθος τα αίτια της τραγωδίας, ώστε να εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας που διαταράχθηκε βίαια μετά τη μοιραία σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών.

Τον τόνο, άλλωστε, έδωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος απευθύνθηκε στους συγγενείς των θυμάτων για να ζητήσει «μια μεγάλη ΣΥΓΓΝΩΜΗ», που, όπως έγραψε στην ανάρτησή του για τον απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε, είναι «τόσο προσωπική, όσο και στο όνομα όλων όσοι κυβέρνησαν τη χώρα εδώ και χρόνια».

Αναβολή συνεδρίασης

Υπό αυτές τις συνθήκες πάντως, ακόμη και η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου για τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, που ήταν αρχικά προγραμματισμένη για την περασμένη Παρασκευή, αναβλήθηκε για την προηγούμενη Πέμπτη (χωρίς όμως καμία αναφορά στην αύξηση του κατώτατου μισθού) μετά τα τραγικά γεγονότα, καθώς η κυβέρνηση δεν επιθυμούσε να κατηγορηθεί ότι επιχειρεί αλλαγή της ατζέντας εν μέσω του πένθους που βιώνει η κοινωνία.

Ο πρωθυπουργός μάλιστα έχει ζητήσει από τους συνεργάτες του να μη γίνεται καμία συζήτηση για τις εκλογές. Και ως εκ τούτου, όπως λένε εκείνοι, «όλα όσα κυκλοφορούν είτε για αναβολή της κάλπης για τον Μάιο, είτε για επιμονή στην 9η Απριλίου, κινούνται στη σφαίρα των υποθέσεων, των εικασιών και της φημολογίας».

Το γεγονός είναι πάντως πως ένα νέο πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα βαδίσει η χώρα στην προεκλογική περίοδο δημιουργούν η τραγωδία στα Τέμπη και τα μεγάλα αναπάντητα ερωτήματα που τη συνοδεύουν.

Ουσιαστικές απαντήσεις

Οι πολίτες πρώτα απ’ όλα περιμένουν ουσιαστικές απαντήσεις που θα βασίζονται σε πραγματική έρευνα και θα λένε τεκμηριωμένα την αλήθεια για τους υπευθύνους αυτής της τραγωδίας, οι οποίοι και θα πρέπει να κληθούν να λογοδοτήσουν για τις ευθύνες τους. Κομματικές σκοπιμότητες και προσπάθειες πολιτικής εκμετάλλευσης της τραγωδίας, στις οποίες καταφεύγει η αξιωματική αντιπολίτευση, θα βρουν, κατά τους κυβερνητικούς παράγοντες, αντίθετη τη συντριπτική πλειοψηφία.

Και τα προεκλογικά διλήμματα που έμπαιναν μέχρι χθες μοιάζουν πια σε μεγάλο βαθμό ξεπερασμένα. Μετέωρα και τα ερωτήματα:

·       Το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ για τη μεταρρύθμιση του κράτους επί των ημερών της, με έμφαση στο επιτελικό κράτος και την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών, εμφανίζεται τώρααδύναμο, μπροστά σε μια τραγωδία που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν πράγματι είχε προχωρήσει πιο νωρίς ο εκσυγχρονισμός σε βασικές υποδομές, όπως οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες;

·       Το δίλημμα της αυτοδυναμίας αδυνατίζει μέσα από ένα τέτοιο τραγικό γεγονός;

Από την άλλη μεριά, και τα διλήμματα του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζουν ξεπερασμένα.

Το «δημοκρατία ή εκτροπή» –βασισμένο στην υπόθεση των παρακολουθήσεων– ή το «Δικαιοσύνη παντού» ακούγονται πια εκτός επικαιρότητας, ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον δύο πρώην υπουργούς του (Παππά, Παπαγγελόπουλο) αμετάκλητα καταδικασθέντες από Ειδικά Δικαστήρια και τον έναν εξ αυτών (Παππά) υποψήφιο βουλευτή και αρμόδιο για την άσκηση αντιπολίτευσης στο ζήτημα της σιδηροδρομικής τραγωδίας.

Η αξιοπιστία στο στόχαστρο

Τώρα, η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος και κυρίως των κομμάτων που έχουν ασκήσει εξουσία μπαίνει και πάλι στο στόχαστρο. Η ΝΔ, ως κυβέρνηση, είναι η πρώτη που ελέγχεται για λάθη και παραλείψεις, για τα οποία θα πρέπει να υπάρξουν απαντήσεις και απόδοση ευθυνών. Η παραίτηση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών Κώστα Καραμανλή ήταν μια ασυνήθιστη κίνηση για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, που λειτούργησε σε έναν βαθμό εκτονωτικά, αλλά η διερεύνηση των ευθυνών –διαχρονικά– πρέπει να φθάσει «μέχρι τέλους». Το υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός,ο οποίος και κίνησε ήδη τη διαδικασία (μέσω Ντογιάκου). Είναι ο μόνος δρόμος για να μη δοθεί χώρος για την ενίσχυση «αντισυστημικών» δυνάμεων, που, όπως έχει φανεί στο πρόσφατο παρελθόν, λειτουργούν διαλυτικά για τους δημοκρατικούς θεσμούς και την κοινοβουλευτική ομαλότητα.

Λαϊκισμός στο έπακρο

Από την άλλη πλευρά, τα κόμματα οφείλουν να σεβαστούν τη σοβαρότητα του θέματος και τη μνήμη των νεκρών, αποφεύγοντας τον εύκολο λαϊκισμό. Δεν έχει νόημα και τελικά δεν θα βοηθήσει κανέναν να αρχίσουν οι γνωστοί συμψηφισμοί – «τι κάνατε στο Μάτι, τι κάναμε στα Τέμπη». Οι πολίτες θυμούνται, βλέπουν και κρίνουν. Θυμούνται τι συνέβη στο Μάτι, ποιος και πότε παραιτήθηκε τότε, αν ήταν ή δεν ήταν υποψήφιος στις επόμενες εκλογές και αν θα είναι ή δεν θα είναι τώρα. (Παραιτήθηκε ο Νίκος Τόσκας μία εβδομάδα μετά την τραγωδία και κατέβηκε υποψήφιος στον Δυτικό Τομέα στην Αθήνα, ενώ δεν παραιτήθηκε η περιφερειάρχης Ρένα Δούρου και κατεβαίνει τώρα υποψήφια στον Δυτικό Τομέα στην Αθήνα). Ο όποιος συμψηφισμός, όμως, συνιστά προσβολή της νοημοσύνης των πολιτών και πολύ περισσότερο ασέβεια στις οικογένειες των νεκρών, και τότε και τώρα. Όλο αυτό το βαρύ σκηνικό μέσα στο οποίο θα κινηθεί η χώρα προεκλογικά δεν μπορεί παρά να επηρεάζει και τις τελικές αποφάσεις για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών.

Δύσκολη απόφαση

Η επιλογή του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών είναι μια δύσκολη απόφαση, δεδομένου μάλιστα ότι πιθανόν θα χρειαστούν δεύτερες εκλογές, που θα πρέπει να γίνουν είτε πριν είτε μετά τον Ιούνιο, που είναι ο μήνας των πανελλήνιων εξετάσεων. Για να λάβει κανείς τη σωστή απόφαση, δεν μετράνε ούτε οι καλοί σύμβουλοι, ούτε οι δημοσκόποι, ούτε οι επικοινωνιολόγοι. Απαιτείται υψηλό επίπεδο συναισθηματικής νοημοσύνης. Αυτό σημαίνει δυνατότητα να αντιληφθείς το κοινό αίσθημα μέσα σε συνθήκες εθνικού πένθους, με πολλά αναπάντητα ερωτηματικά και συλλογική απογοήτευση που εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε οργή, σε ένα κράτος που έχει διαψεύσει πολλές φορές τις προσδοκίες των πολιτών. Αυτή η κρίση, που σοβεί εν μέσω προεκλογικής περιόδου, έχει έντονα συναισθηματικά στοιχεία. Γι’ αυτό οι πολιτικοί αρχηγοί και τα κόμματά τους θα κριθούν στη διαχείρισή της, κυρίως από τη δυνατότητά τους να αντιληφθούν, να επηρεάσουν και να εκφράσουν το λαϊκό αίσθημα. Αυτό θα κρίνει τελικά σε μεγάλο βαθμό νικητές και ηττημένους.

Νικητές και ηττημένοι

Πώς όμως επηρέασαν τη λαϊκή ετυμηγορία οι τραγωδίες (φονικές πυρκαγιές σε Ηλεία και Μάτι, ναυάγιο«Σάμινα», σεισμός του 1999 στην Αττική-υπόθεση «Ρικομέξ») που τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια προεκλογικών περιόδων;

Ο σεισμός της Αθήνας τον Σεπτέμβριο του 1999 σκόρπισε τον τρόμο και τον θάνατο. Εκατόν σαράντα πέντε άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, 2.000 τραυματίστηκαν και σημειώθηκαν ζημιές ύψους 3 δισ. ευρώ. Ήταν ο φονικότερος σεισμός των τελευταίων πενήντα ετών. Στην επιφάνεια ήρθαν οι κακοτεχνίες και οι ελλιπείς έλεγχοι των αρμόδιων φορέων της πολιτείας σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις που μετατράπηκαν σε τάφους για τους εργαζομένους τους, με τις δικαστικές διαμάχες να διαρκούν για πολλά χρόνια. Οι εκλογές έγιναν λίγους μήνες αργότερα. Το ΠΑΣΟΚ υπό τον Κώστα Σημίτη επανεξελέγη, αυξάνοντας μάλιστα έστω και λίγο τα ποσοστά του. Η διαχείριση τωνσυνεπειών του σεισμού εκ μέρους της κυβέρνησης αποτιμήθηκε θετικά από το εκλογικό σώμα, παρά τις παθογένειες της ελληνικής γραφειοκρατίας και των σχέσεων διαπλοκής με κατασκευαστές και εργολαβικά συμφέροντα που έρχονταν στο φως. Από 41,69% το 1996, το ΠΑΣΟΚ θα συγκεντρώσει στις εκλογές του 2000 43,79%, ωστόσο μεγαλύτερη αύξηση στα ποσοστά της καταγράφει η ΝΔ, η οποία από 38,12% θα βρεθεί στο 42,74%, «αγγίζοντας» τη νίκη, την οποία θα απωλέσει τελικά μόλις κατά 1,05%!

«Σάμινα» 2000

Το πολύνεκρο ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα» στις 26 Σεπτεμβρίου 2000 στα ανοιχτά της Πάρου στοίχισε τη ζωή σε 81 ανθρώπους. Το πλοίο προσέκρουσε στις βραχονησίδες Πόρτες, ανοιχτά του λιμανιού της Παροικίας, και από το ρήγμα άρχισε να εισβάλλει το νερό, βυθίζοντάς το μέσα σε μισή ώρα.Οι πολιτικές αναταράξεις από τη θαλάσσια τραγωδία ήταν τεράστιες, καθώς έρχονταν στην επιφάνεια όχι μόνο τα μοιραία λάθη των υπευθύνων του πλοίου, αλλά και τα προβλήματα και οι παθογένειες της ελληνικής ακτοπλοΐας και οι συνακόλουθες ευθύνες της πολιτείας. «Αυτή είναι η Ελλάδα», θα πει τις μέρες εκείνες ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων, ενώ η άρνηση του τότε υπουργού Ναυτιλίας Χρήστου Παπουτσή να παραιτηθεί, όπως ζητούσε η αντιπολίτευση, προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις. Οι εκλογές είχαν προηγηθεί λίγους μήνες πριν, στις 9 Απριλίου 2000, όμως η τραγωδία του «Εξπρές Σάμινα» θα ακολουθούσε την κυβέρνηση Σημίτη. Παρά ταύτα τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ θα μειωθούν στις εκλογές του 2004 σε σύγκριση με το 2000 μόλις κατά 3,24%, αρκετό ποσοστό, πάντως, ώστε να κερδίσει η ΝΔ συγκεντρώνοντας 45,36% από 42,74% που είχε λάβει το 2000.

Πυρκαγιές 2007

Ο Αύγουστος του 2007 έχει μείνει βαθιά χαραγμένος στη συλλογική μνήμη λόγω της φονικής πυρκαγιάς στην Ηλεία, η οποία εκτός από την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή άφησε πίσω της 49 νεκρούς. Ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής έκανε λόγο για «ανείπωτη εθνική τραγωδία» και κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μπροστά στην «ασύμμετρη απειλή» που εκδηλωνόταν εν μέσω προεκλογικής περιόδου, καθώς λίγες ημέρες πριν είχε ζητήσει από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια την πρόωρη διάλυση της Βουλής. Οι εκλογές διενεργήθηκαν στις 16 Σεπτεμβρίου 2007, με τη ΝΔ να επανακτά την εξουσία με μειωμένα ποσοστά (από 45,36% στις εκλογές του 2004, συγκέντρωσε 41,84%, -3,52%), ενώ απώλειες κατέγραφε και το δεύτερο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ (από 40,55% σε 38,10%). Στις δημοσκοπήσεις της περιόδου, το εκλογικό σώμα εμφανιζόταν σχεδόν διχασμένο ως προς το πώς αποτιμούσε τον ρόλο τουΚαραμανλή (49,7% θετικά και 41,8% αρνητικά), ενώ το 61% δήλωνε ότι θα επηρεάσουν λίγο έως καθόλου οι πυρκαγιές την ψήφο του και το 37,5% από αρκετά έως πολύ.

Μάτι 2018

Οι εικόνες από τη βιβλική καταστροφή στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, που στοίχισαν τη ζωή σε 103 συνανθρώπους μας, θα μας στοιχειώνουν για πάντα, όπως αυτές που αντικρίζουμε στα Τέμπη. Οι πρωτοφανείς καιρικές συνθήκες συναντούσαν τη διαχειριστική ανεπάρκεια και την εγκληματική απουσία σχεδίου διαφυγής για τους κατοίκους που έγιναν μάρτυρες στον βωμό της ολιγωρίας των μηχανισμών του κράτους. Στις τότε δημοσκοπήσεις, οι πολίτες εμφανίζονταν διχασμένοι: το 49,9% ζητούσε παραίτηση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και το 46,5% το αντίθετο. Τριχοτομημένο το δημοσκοπικό δείγμα, θεωρούσε κατά 26,6% ότι φταίει η κυβέρνηση, κατά 26,5% όλες οι κυβερνήσεις και κατά 24,9% τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ενώ ένα συντριπτικό 78,6% πίστευε ότι η κυβέρνηση γνώριζε για τους νεκρούς από νωρίς και το έκρυψε στη γνωστή σύσκεψη στο Συντονιστικό Κέντρο. Οι εκλογές έγιναν μήνες μετά, τον Ιούλιο του 2019. Ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε και το ποσοστό του, από το 35,46% στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, μειώθηκε σε 31,53% (διαφορά -3,93%), με τη ΝΔ να εκτινάσσεται από το 28,09% του 2015 στο 39,85%. Η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν 8 ποσοστιαίες μονάδες, όσες όμως έδειχναν οι δημοσκοπήσεις προ της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο