Η κατάσταση που επικρατεί στον ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία για την εκλογή της νέας του ηγεσίας είναι αποκαλυπτική της βαθιάς κρίσης στην οποία έχει εισέλθει μετά την εκλογική του συντριβή. Οι διεκδικητές της αρχηγίας, πέραν της αναγγελίας της υποψηφιότητάς τους και εκτός από τα γενικόλογα περί Αριστεράς, δικαίου και …«είμαστε με τους πολλούς», αναλώνονται σε ένα κομματικό παρασκήνιο περιορισμένης σημασίας, στο οποίο μάλιστα επικρατούν ακόμη και συζητήσεις περί… «καλλιστείων».

Στην ουσία, εντός του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την εκλογική συντριβή, απελευθερώθηκαν ετερόκλητες δυνάμεις, οι οποίες εκπροσωπούν τις πάλαι ποτέ συνιστώσες που μετεξελίχθηκαν σε τάσεις ή ομάδες, καθεμία από τις οποίες έχει διαφορετικό όραμα – πρόταση, τόσο για το κόμμα όσο και για την κοινωνία.

Αναμφίβολα, η πολυφωνία είναι το οξυγόνο για τα κόμματα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση,και αμέσως μετά την αποχώρηση(;) του Αλ. Τσίπρα από την ηγεσία, εκείνο που βλέπουμε δεν είναι τίποτα άλλο από προσωπικές στρατηγικές των τριών βασικών διεκδικητών της ηγεσίας (τον τέταρτο ας τον αφήσουμε στις… ανεμογεννήτριές του).

Αντί να ακούσουμε πολιτικές προτάσεις, εκείνο που διαπιστώνουμε είναι, αφενός, ένας ανταγωνισμός αριστεροσύνης και, αφετέρου, μια διακριτική απόσταση από τον προηγούμενο ηγέτη.

Δεν διαβάζουμε κάποια σοβαρή ανάλυση του φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ από το 2015 και μετά, έστω. Δεν ακούμε καμιά αυτοκριτική για τα κυβερνητικά πεπραγμένα, για την αντιπολιτευτική τακτική, για την προεκλογική στρατηγική.

Αντ’ αυτού, βλέπουμε ένα κυριολεκτικό ξεκατίνιασμα επιφανών στελεχών και απλών μελών στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, με αλληλοκατηγορίες, μομφές, ακόμη και ύβρεις. Αυτό που έκαναν μέχρι πριν από λίγο καιρό με τους πολιτικούς τους αντιπάλους, τώρα το κάνουν μεταξύ τους, δικαιώνοντας εκείνους που έλεγαν εδώ και χρόνια πως η τοξικότητα που εκπέμπει αυτό το κόμμα είναι βασικό γονίδιο του πολιτικού του DNA.

Όμως η επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ, στην οποία κάποιοι αναφέρονται, απαιτεί ορισμένα βασικά πράγματα, όπως, για παράδειγμα, να τεθούν στο περιθώριο οι εκφραστές της τοξικότητας που δηλητηρίασε τον δημόσιο βίο επί πολλά χρόνια. Απαιτεί να συνειδητοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η κανονικότητα, την οποία κάποτε η εκ των διεκδικητών της προεδρίας αποκήρυσσε, δεν είναι κατ’ ανάγκη εμπόδιο για την πολιτική, εκλογική του επιβίωση. Και επειδή οι «πολλοί», στους οποίους θέλουν να απευθύνονται, προτιμούν και ψήφισαν την κανονικότητα, ένας δρόμος επανίδρυσης υπάρχει: Να συμβιβαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό την –όποια κι είναι– νέα ηγεσία με την κανονικότητα και να τη δει σαν ευκαιρία για μια πραγματική επανεκκίνηση.

Το είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ρίχνοντάς τους το γάντι: «Ίσως η κανονικότητα είναι μια ευκαιρία για τη χώρα, ενώ για κάποιους δεν είναι». Αν αποφασίσουν τώρα (που δεν πρόκειται) οι διεκδικητές της αρχηγίας να σηκώσουν το γάντι, ας το κάνουν με τρόπο δημιουργικό. Είναι η τελευταία τους ευκαιρία, αν θέλουν το κόμμα τους να μην επιστρέψει στη βάση του 3%.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο