Όταν οι μουλάδες της Τεχεράνης στέλνουν πυραύλους και drones κατά του Ισραήλ, είμαστε με τη δική μας πλευρά του κόσμου, ακόμα και αν δεν είναι, ηθικά και ιστορικά, η σωστή. Αν βέβαια απομονώσουμε το περιστατικό, θα συμφωνήσουμε ότι το Ιράν έπραξε το αυτονόητο. Προέβη σε αντίποινα ύστερα από χτύπημα του Ισραήλ. Ωστόσο, αν κοιτάξουμε τη συνολική εικόνα, θα δούμε ότι, πάνω από τη γεωπολιτική κρίση, τα οικονομικά και πετρελαϊκά συμφέροντα, υπάρχει η πολιτισμική σύγκρουση. Και ισχύει περίπου αυτό που έλεγαν στην Αμερική την εποχή του μακαρθισμού: Οι απέναντι αποτελούν απειλή για τον τρόπο ζωής μας. Άπειρα τα σχόλια στο Χ (πρώην Twitter), σχόλια συμπατριωτών μας που υπερασπίζονται το καθεστώς της Τεχεράνης. Και ο… γνωστός ανέξοδος σκυλοκαβγάς που, βέβαια, δεν έχει καμία σημασία. Είναι σαν να πλακώνονται μεταξύ τους Έλληνες για τη ρεβάνς Μάντσεστερ Σίτι – Ρεάλ Μαδρίτης. Ακόμα και αν χυθεί αίμα, ο Αντσελότι και ο Γκουαρντιόλα δεν πρόκειται να δώσουν σημασία.

Διαβάζεις σχόλια ανθρώπων που υπερασπίζονται τους μουλάδες, ενώ ταυτοχρόνως, όταν πρόκειται για τις διακρίσεις ή τις ανισότητες στη Δύση, δεν σηκώνουν μύγα στο γιαταγάνι τους. Διότι, σου λένε, για παράδειγμα, ότι γυναικοκτονίες γίνονται μόνο εδώ, στα δικά μας μέρη. Στα χώματα των μουλάδων αποτελούν κομμάτι της πολιτισμικής παράδοσης, την οποία οφείλουμε να σεβαστούμε. Παρακολουθώντας, λοιπόν, τη σχετική συζήτηση στα social media, αδυνατεί κανείς να κατανοήσει για ποιον λόγο πρέπει σώνει και καλά να διαλέγει ανά πάσα στιγμή στρατόπεδο. Δεν σου αναγνωρίζουν το δικαίωμα να καταγγέλλεις την αγριότητα του Ισραήλ στη Γάζα, επειδή προηγουμένως καταδίκασες τη σφαγή της Χαμάς, ή να ανατριχιάζεις όταν οι μουλάδες κουνάνε επιδεικτικά τα πυραυλάκια τους και ετοιμάζουν τα πυρηνικά τους. Διακηρυγμένος εθνικός στόχος του Ιράν είναι η ολοσχερής καταστροφή του Ισραήλ, δηλαδή του προπυργίου της Δύσης στη Μέση Ανατολή. Ε, καλώς συμμετέχουν άπαντες στην άμυνα του Ισραήλ και στην απόκρουση των επιθέσεων. Όπως και καλώς υποστηρίζουν όσους επιζητούν την ίδρυση κράτους της Παλαιστίνης.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο