Σε νέα μακροσκελή ανάρτησή του μέσα από τις φυλακές, ο εκλεγμένος δήμαροχος Χειμάρρας, Φρέντι Μπελέρης, αναφέρεται σε όσα ο Έντι Ράμα παριστάνει ότι δε γνωρίζει.

Με αφορμή τη συγκέντρωση για την αποφυλάκισή του, που έγινε τη Δευτέρα, ο Μπελέρης αναφέρεται εκτενώς στον πρωθυπουργό της Αλβανίας λέγοντας ότι εμπλέκεται με συμφέροντα και «στρατηγικούς επενδυτές» που ενδιαφέρονται για τη Χειμάρρα.

Ακόμη, τονίζει, ότι υπήρχαν δικονομικά κενά για την περίπτωσή του και ότι η φυλάκισή του είναι άδικη. «Για μια υποτιθέμενη διαφθορά 40.000 λεκ είμαι υπό κράτηση εδώ και τρεις μήνες. Κατ’ αναλογία, πόσους αιώνες θα έπρεπε να είναι φυλακισμένοι δεκάδες συνεργάτες του Ράμα, που διώκονται για διαφθορά;», ρωτά ο Μπελέρης.

«Ο “καλός” Έντι Ράμα λέει ότι ας αφήσουμε τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της. Ας πει τότε στον πρωθυπουργό Έντι Ράμα να με αφήσει να ορκιστώ δήμαρχος» καταλήγει.

Στην ανάρτησή του ο Μπελέρης, γράφει με ειρωνεία, ότι διάβασε «μια πολύ όμορφη (αν και ιδιόρρυθμη και εύγλωττη) ανάρτηση. Την έγραψε ένας καλός και σύγχρονος πολιτικός που, όπως είδα, λέγεται Έντι Ράμα. Πιθανότατα είναι συνεπώνυμος του Έντι Ράμα, πρωθυπουργού της Αλβανίας, ο οποίος μια εβδομάδα πριν από τις τοπικές εκλογές του Μαΐου 2023 με αποκάλεσε δημόσια “προσωπικό του εχθρό” και με προσέβαλε με χυδαίο τρόπο, αποκαλώντας με απόβρασμα και σκουπίδι.

Σίγουρα θα είναι συνώνυμο γιατί ο “καλός” Έντι Ράμα γράφει διαφορετικά και αναφέρεται σε άλλη χώρα που δεν είναι η Αλβανία».

«Ο “καλός” Έντι Ράμα αναφέρεται μόνο στο γεγονός ότι έχω και την ελληνική υπηκοότητα. Ξεχνάει (όπως και ο πρωθυπουργός Ράμα) ότι γεννήθηκα στη Χειμάρρα, είμαι ελληνικής καταγωγής και μιλάω ελληνικά. Όλοι στην οικογένειά μου μιλούν ελληνικά, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Χειμάρρας. Παρ’ όλα αυτά, η Αλβανία δεν αποδέχεται το γεγονός ότι στη Χειμάρρα ζει ελληνική εθνική μειονότητα. Αναγνωρίζει την παρουσία Ελλήνων μόνο στους δήμους Φινίκ και Ντροπούλ. Η ύψωση της ελληνικής σημαίας δεν είναι δικαίωμα που μας έδωσε ο πρωθυπουργός Ράμα. Αυτό συμβαίνει από την ίδρυση του αλβανικού κράτους και ήταν προϋπόθεση για να αναγνωριστεί η Αλβανία από την Κοινωνία των Εθνών».