Την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων στο πεδίο της Οικονομίας, την εκρίζωση παθογενειών που ταλαιπωρούν την καθημερινότητα των πολιτών για πολλές 10ετίες και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών έθεσε ως τις κορυφαίες προτεραιότητες της τρέχουσας κυβερνητικής θητείας ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, σε συνέντευξη, που παρεχώρησε στο Δημήτρη Αθανασιάδη και την εφημερίδα Athens Voice. Ο Παύλος Μαρινάκης επιμένει ότι η Ελλάδα πλήρωσε ακριβότερα τον λαϊκισμό σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, μιλά για την εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη προς το πρόσωπο του, αλλά και για το νεογέννητο γιό του και το πως ο ίδιος βιώνει εδώ και λίγες εβδομάδες την πατρότητα.

Μιλώντας για το τι άλλαξε στη ζωή του, από την ημέρα που ανέλαβε τον ρόλο του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, ο κ. Μαρινάκης είπε: «Το πρώτο συναίσθημα ήταν τεράστια τιμή, και για την εμπιστοσύνη του Πρωθυπουργού στο πρόσωπό μου-μετά την εμπιστοσύνη να αναλάβω Γραμματέας στο Κόμμα, ως ο νεότερος στην ιστορία, δύο χρόνια μετά να μου αναθέσει τόσο σημαντικά καθήκοντα. Κι επειδή ήρθε ακριβώς μετά δύο εκλογικές διαδικασίες πολύ έντονες, πολύ δύσκολες, εκείνη τη στιγμή σίγουρα πέρασαν πολλά από το μυαλό μου. Θα τα καταφέρω; Θα φανώ αντάξιος αυτής της εμπιστοσύνης;»

Ανέφερε ακόμη ότι ήταν ανάμεικτα τα συναισθήματα που ένιωσε. «Μεγάλη χαρά και ικανοποίηση για την τιμή αυτή, και πολλά ερωτηματικά, γιατί ήταν κάτι άγνωστο για μένα […] Καταρχάς πρέπει να προσαρμόσεις τη ζωή σου, το πρόγραμμά σου, τα πάντα σε αυτόν τον πολύ σημαντικό ρόλο. Να έχεις στο μυαλό σου ότι έχεις καθήκον να γνωρίζεις όσο το δυνατόν περισσότερα και να μιλάς όσο πιο κατανοητά, απλά-όχι απλοϊκά- για τους ανθρώπους. Να σκέφτεσαι ότι δεν εκπροσωπείς τον εαυτό σου, εκπροσωπείς τον Πρωθυπουργό της χώρας και την Κυβέρνηση, άρα, κάθε λέξη που λες έχει ξεχωριστή σημασία και δεν έχεις τη δυνατότητα να αυτοσχεδιάζεις».

Για την ανανέωση της πολιτικής ζωής του τόπου, σημείωσε πως «χρειαζόμαστε πολλά ακόμη για να πούμε ότι έχει γίνει ουσιαστική ανανέωση συνολικά στην πολιτική ζωή του τόπου, και είμαι από αυτούς που πιστεύουν πολύ ότι όλα είναι ένας κύκλος, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα να μιλήσουμε για θητείες, για να μην παρεξηγηθώ, αλλά νομίζω ότι όλα στη ζωή πρέπει να έχουν έναν χρονικό ορίζοντα. Γιατί, από ένα σημείο και μετά, κουράζεις. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την ανανέωση η οποία δεν συνοδεύεται από περιεχόμενο. Οδηγεί σε χειρότερα αποτελέσματα, από το να μην έχει γίνει καθόλου. Και τα είδαμε αυτά τα προηγούμενα χρόνια, κυρίως σε άλλους πολιτικούς χώρους, που ήρθαν για να φέρουν δήθεν το νέο, και είχαμε τα εντελώς χειρότερα αποτελέσματα για τους νέους».

Για τα μεγάλα ποσοστά αποχής στις εκλογές, «Η αποχή αντιμετωπίζεται με εργαλεία και με πολιτικές που εφάπτονται άμεσα στη ζωή των ανθρώπων» λέει και εξηγεί πως «η μεγάλη αποχή άρχισε να εκδηλώνεται παράλληλα με την οικονομική κρίση στη χώρα. ‘Αρα δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Νομίζω ότι ο βασικός λόγος αποχής, είναι η φράση που πολλές φορές λέγεται στο δωμάτιο κάθε πολιτικής συζήτησης «τώρα τι να μας πουν και αυτοί, ποιος είναι καλύτερος ή χειρότερος, εγώ ξέρω ότι για να κάνω ένα παιδί, για να μεγαλώσω μια οικογένεια, χρειάζεται να γίνει ένα θαύμα. Τώρα εγώ γιατί να πάω να ψηφίσω, όταν πρέπει να βγάλω τον μήνα με 700, 800 και 900 ευρώ». Δεν νομίζω δηλαδή ότι η αποχή έχει τόσο πολύ πολιτικό χρώμα, προέρχεται από τον έναν πολιτικό χώρο ή τον άλλον. Η αποχή αντιμετωπίζεται για μένα με δύο τρόπους, γιατί πρέπει να μιλάμε πρακτικά, όχι να διαπιστώνουμε ένα πρόβλημα μόνο, ο πρώτος τρόπος είναι με εργαλεία. Για παράδειγμα, η πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης για την επιστολική ψήφο είναι μια ιστορικής σημασίας πρωτοβουλία, και γιατί χτυπά την αποχή στη βάση της, με το να δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους οι οποίοι εξ αντικειμένου δεν μπορούν να ψηφίσουν εκεί που είναι εγγεγραμμένοι, ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν, σπουδάζουν οπουδήποτε, και γιατί είναι ένα βαθιά κοινωνικό μέτρο. Ο δεύτερος τρόπος είναι οι πολιτικές που εφαρμόζεις. Να καταλάβει ο άλλος ότι ναι, παρά την ακρίβεια, έχει κάποια παραπάνω εργαλεία για να την αντιμετωπίσει, παίρνει περισσότερα λεφτά, μπορεί να βρει ένα σπίτι, είτε μέσα από προγράμματα του Κράτους, είτε μέσα από τις απολαβές που έχει. Τότε, προφανώς, θα είναι πολύ πιο εύκολο να ακούσει και τα άλλα πολύ σημαντικά που μπορούμε να κάνουμε. Και να κρίνει, να συγκρίνει και να συμμετέχει».

Απαντώντας στο ποιες μεταρρυθμίσεις πρέπει να επιταχυνθούν, ο κ. Μαρινάκης είπε: «Τις χωρίζω σε τρεις βασικές υποκατηγορίες, και με βάση όσα είπαμε στο πρόγραμμά μας, το πρώτο είναι να αυξάνονται συνεχώς τα εισοδήματα των πολιτών, όλες αυτές οι θετικές ειδήσεις για την Οικονομία να έχουν θετική επίδραση. Ο δεύτερος τομέας νομίζω έχει να κάνει με την αντιμετώπιση όλων των παθογενειών του χθες, να λύσουμε όλες αυτές τις εκκρεμότητες, αψηφώντας το πολιτικό κόστος. Να κάνουμε καλύτερα νοσοκομεία, να μη φοβηθούμε να μιλήσουμε για σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τις μεταρρυθμίσεις για το ΕΚΑΒ. Την Υγεία τη βάζω πρώτη σε αυτή την κατηγορία, γιατί δεν μπορούν να ταλαιπωρούνται άνθρωποι οι οποίοι περνάνε μία τεράστια δοκιμασία. Δεν μπορεί να πηγαίνουν άνθρωποι με αναπηρία ξανά και ξανά για να πιστοποιήσουν την αναπηρία τους, τα ψηφιακά ΚΕΠΑ ήταν μια αναγκαία τομή. Δεν μπορεί να βλέπουμε ανθρώπους στα φαρμακεία του ΕΟΠΥ να ταλαιπωρούνται. Το τρίτο, έχει να κάνει με την τήρηση του νόμου. Δίνω ξεχωριστή σημασία σε αυτό. Είναι πολύ σημαντικό ότι επιτέλους συζητάμε για πραγματικές ποινές φυλάκιση, για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη όπου απλά θα εφαρμόζεται ο νόμος χωρίς παραθυράκια, αναστολές ή οτιδήποτε άλλο, το έχω βιώσει και ως δικηγόρος που ασχολείται με το ποινικό. Αν την πρώτη τετραετία βάλαμε τα θεμέλια, τις βάσεις για μια Ελλάδα σύγχρονη και μια Ελλάδα πρωτοπόρα, τη δεύτερη τετραετία πρέπει να λύσουμε όλες τις εκκρεμότητες με το χθες.

Για την γνωριμία του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τι έχει μάθει δίπλα του: «Τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον γνώρισα τον Μάιο του 2012, όταν τότε ήμουν νέος δικηγόρος, λίγο πριν πάρω την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, ήμουν ασκούμενος και είχαμε κάνει μία συγκέντρωση νέων δικηγόρων για να τον υποστηρίξουμε ως εκ νέου υποψήφιο βουλευτή στη Β’ Αθηνών. Έχω ξεχωρίσει κάποιες κουβέντες που μου έχει πει. Όταν ανέλαβα Πρόεδρος της Νεολαίας μου είπε μη διανοηθείς ποτέ και αφήσεις τη δουλειά σου και την επαγγελματική σου ιδιότητα, γιατί η πολιτική είναι κάτι εφήμερο, μπορεί να κρατήσει πάρα πολλά χρόνια, αλλά δεν είναι τίποτα δεδομένο. Όπου κι αν έχει φτάσει, ακούει. Ακούει όλους τους συνεργάτες, από τον μεγαλύτερο, τον πιο έμπειρο, μέχρι τον νεότερο. Είναι η περίπτωση ανθρώπου που προφανώς όταν θα πάρει μία απόφαση θα την υποστηρίξει μέχρι τέλους, αλλά μέχρι να την πάρει, ακούει. Διαφορετικές απόψεις, τεκμηρίωση, επιχειρήματα, απόψεις ακόμα και ανθρώπων που είναι εντελώς απέναντί μας, αν είναι σωστές.

Για το «κόστος του λαϊκισμού για την Ελλάδα»: «Τον λαϊκισμό τον πλήρωσαν σχεδόν όλες οι χώρες της Ευρώπης, και όχι μόνο της Ευρώπης, νομίζω όσο ακριβά τον πλήρωσε η Ελλάδα δεν τον πλήρωσε καμία άλλη χώρα. Ίσως γιατί -πολύ κυνικά θα σας το πω- αυτοί οι οποίοι φώναζαν, έκαναν πορείες, σιγόνταραν αυτούς που έκαιγαν δημόσιες περιουσίες και έκλειναν πανεπιστήμια, δεν είχαν κυβερνήσει ποτέ. Είχαν εν μέρει, κυβερνήσει. Και έπρεπε ο κόσμος να καταλάβει την υποκρισία τους και το ότι δεν είχαν καμία σχέση αυτά που έλεγαν με αυτά τα οποία έκαναν, κάποιες φορές, βέβαια, έκαναν αυτά που έλεγαν, απλά δεν τα καταλάβαινε τόσο πολύ ο κόσμος, γιατί τα παρουσίαζαν με ένα φίλτρο ωραιοποίησης, φτάσαμε στο σημείο λοιπόν να βρεθούμε στο χείλος του γκρεμού, λίγο πριν την καταστροφή, ενδεχομένως να την είδαμε κιόλας και ας μη βιώσαμε τα αποτελέσματά της, η Ελλάδα, για να καταλάβουμε με απλά λόγια, ήταν κάτι παραπάνω από ουραγός στην Ευρώπη. Ήταν οριακά εντός Ευρώπης. Είχε φτάσει σε ένα σημείο να γίνονται Σύνοδοι Κορυφής με αποκλειστικό θέμα την Ελλάδα. Και όχι για καλό λόγο. Αυτό έχει πάρα πολλές αιτίες, σίγουρα κανείς μας δεν είναι άμοιρος ευθυνών, δεν είναι ότι ξαφνικά εμφανίστηκε ένα κόμμα, ένας χώρος ή ευρύτερα το μέτωπο του λαϊκισμού μετά το 2010, προφανώς κάποιες πολιτικές, κάποιες αστοχίες, κάποιες καθυστερήσεις, το γεγονός ότι ανεχτήκαμε, για παράδειγμα, να καίγεται η Αθήνα επειδή έγινε ένα τραγικό, απαράδεκτο, καταδικαστέο γεγονός μιας δολοφονίας ενός νέου παιδιού, αλλά εμείς επιτρέπαμε να καίγεται η Αθήνα. Δεν ήμασταν όσο αποτελεσματικοί έπρεπε στην εφαρμογή του νόμου σε πάρα πολλές περιόδους. Η συζήτηση για το παρελθόν είναι σημαντική για να μην επαναληφθούν τα αρνητικά, αλλά πιο σημαντική είναι η συζήτηση για το παρόν και το μέλλον, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει αλλάξει πίστα. Είναι η χώρα με τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει 400.000 θέσεις εργασίας σε 4 δύσκολα χρόνια εισαγόμενων κρίσεων, θέσεις οι οποίες έχουν κατά μέσο όρο μεγαλύτερο μισθό, γιατί δεν αρκεί μόνο να δημιουργείς θέσεις εργασίας.

Μιλώντας για την εικόνα των Πανεπιστημίων στην Ελλάδα σήμερα, είπε: «Για μένα τα πανεπιστήμια, ειδικά τα δημόσια, και τα δημόσια σχολεία, επειδή είμαι απόφοιτος δημοσίου σχολείου και πανεπιστημίου, είναι από τα πιο σημαντικά θέματα. Προφανώς η εικόνα έχει βελτιωθεί, αλλά δεν θα σας έλεγα ότι με ικανοποιεί, θα σας έλεγα ψέματα. Και δεν είναι μία εικόνα· υπάρχουν πανεπιστήμια, όπως είναι το πανεπιστήμιο που αποφοίτησα και η συντριπτική πλειοψηφία των πανεπιστημίων της ελληνικής περιφέρειας, που είναι σε πολύ καλή κατάσταση, πολύ πιο ασφαλή, πολύ πιο εύρυθμη η λειτουργία τους, υπάρχουν, όμως και πανεπιστήμια, στα οποία πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά βήματα, κυρίως σε επίπεδο ασφάλειας, και απομόνωσης των παραβατικών, οι οποίοι δεν έχουν κατά κανόνα καμία σχέση με τη φοιτητική κοινότητα.

Για την στιγμή που τον καθόρισε στην πολιτική: «Ήταν το καλοκαίρι του 2015, όταν καθόμασταν και με τη μέλλουσα γυναίκα μου, και με τους πολύ στενούς μου φίλους και ψάχναμε να βρούμε αν θα μείνουμε στην Ελλάδα ή αν θα φύγουμε στο εξωτερικό, αν θα φύγουμε από το γραφείο που ήμασταν, τι θα κάνουμε. Νομίζω ότι οι στιγμές οι οποίες σε καθορίζουν όταν ασχολείσαι με την πολιτική, είναι οι στιγμές στις οποίες όταν κάποιοι άλλοι έλαβαν πολιτικές αποφάσεις, πώς αυτές επέδρασαν στη ζωή σου».

Τέλος, για την γέννηση του γιού του και πως αισθάνεται που έγινε πατέρας: «νομίζω αυτό που ισχύει για μένα, και για τη γυναίκα μου, και για όλους τους γονείς: υπάρχει ζωή μέχρι την ημέρα που σου ανακοινώνουν και βλέπεις τη γέννηση του παιδιού σου, του γιου μας συγκεκριμένα, και η ζωή σου, η ζωή σας, η ζωή μας, ως ζευγάρι, από τη στιγμή εκείνη και μετά. Είναι διαιρετική τομή του χρόνου της ζωής. Αλλάζουν όλα ως προς τι είναι σημαντικό, τι δεν είναι, τα προσαρμόζεις όλα στην οικογένειά σου, δηλαδή, να πάει καλά η δουλειά για να πάμε καλά όλοι μαζί και να έχουμε αυτά που χρειαζόμαστε, να προχωρήσω ούτως ώστε να μπορέσω να αφήσω πιο μεγάλη παρακαταθήκη στο παιδί μου, να βρω χρόνο να γυρίσω νωρίτερα, ειδικά τους πρώτους μήνες που είναι πάρα πολύ δύσκολοι, όλα τα προσαρμόζεις στην άφιξη του παιδιού σου».