Την αισιοδοξία του για το σήμερα και…αύριο του πρωτογενούς τομέα, στο πλαίσιο δε της ευελιξίας και των αντανακλαστικών που επιδεικνύει η ΕΕ, η οποία κάλεσε τη βελγική προεδρία να συμπεριλάβει στην ατζέντα της συζήτησης σημαντικές αλλαγές στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, που όλες οι χώρες ζητούν, εξέφρασε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης, στη διάρκεια της τοποθέτησής του στο 12ο Συνέδριο Αγροτεχνολογίας με τίτλο: «Η Πρωτογενής Παραγωγή με το Βλέμμα στο Μέλλον: Προκλήσεις και Προοπτικές στη Γεωργία και Κτηνοτροφία. Το συνέδριο διοργανώνει στη Θεσσαλονίκη το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και η Επιτροπή Αγροτεχνολογίας του και τελεί υπό την αιγίδα του ΥΠΑΑΤ.

 

«Η πράσινη μετάβαση σαφέστατα πρέπει να γίνει, αλλά με τρόπο ομαλό, απλό, λιγότερο γραφειοκρατικό», επισήμανε ο κ. Αυγενάκης και πρόσθεσε ότι «είναι σαφές ότι ο χώρος που πρέπει να βρίσκονται οι αγρότες είναι στα χωράφια, εκεί που έχουν τη δυνατότητα να παράγουν και όχι στα γκισέ της γραφειοκρατίας». Στο πλαίσιο αυτό, χαιρέτισε την πρώτη αυτή παρέμβαση της ΕΕ και δήλωσε την αποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης και της ηγεσίας του ΥΠΑΑΤ «να συνεχίσουμε με ρεαλισμό και δυναμισμό, την προσπάθεια για αναθεώρηση της ΚΑΠ, στα σημεία που θα την καθιστούν πιο λειτουργική και πιο χρήσιμη για τους αγρότες μας».

Δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι για την ελληνική κυβέρνηση ο πρωτογενής τομέας είναι πλούσιος σε σημαντικές προοπτικές και ευκαιρίες, ο κ. Αυγενάκης επισήμανε ότι «καταλύτης για να αδράξουμε τις ευκαιρίες αυτές αποτελεί η ενίσχυση των γεφυρών συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών, τόσο στο επίπεδο της μεταφοράς τεχνογνωσίας και βέλτιστων τεχνολογικών πρακτικών, όσο και στην ανάπτυξη της έρευνας και καινοτομίας». Νέα πεδία όπως η «έξυπνη γεωργία» και η «γεωργία ακριβείας», η ανάλυση δεδομένων και οι τεχνολογίες πρόβλεψης, δημιουργούν σύμφωνα με τον ίδιο ένα νέο περιβάλλον, στο οποίο η ελληνική γεωργία «δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει αμέτοχη».

Είναι σαφές, όπως τόνισε, ότι «χρειαζόμαστε νέες, ρηξικέλευθες λύσεις, ιδέες, γνώσεις, εργατικό δυναμικό και συνεργασίες που ανοίγουν τους ορίζοντες της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς». Στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση τοποθετεί στρατηγικά τη συνεργασία στους προαναφερόμενους τομείς, «ώστε Ελλάδα και ΗΠΑ να αξιοποιήσουν το μετασχηματιστικό δυναμικό της αγροτεχνολογίας για την προώθηση της βιώσιμης αγροτικής ανάπτυξης, την ενίσχυση της επισιτιστικής ασφάλειας και την προώθηση της οικονομικής ευημερίας για τους αγρότες και τις αγροτικές κοινότητες και στις δύο χώρες». Εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο θα είναι επιταχυντής σε αυτή την προσπάθεια.

Κατά την ομιλία του ο ΥΠΑΑΤ ανέφερε ότι ο πρωτογενής τομέας συνιστά, ανά τους αιώνες τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, ότι αποτελεί τη διαχρονική απάντηση απέναντι σε κάθε πρόκληση και εμπόδιο που ανακύπτει και όπως τόνισε «καταφέρνει σχεδόν πάντα να κρατά ή να βάζει την ελληνική οικονομία σε κίνηση, λειτουργώντας παράλληλα ως «βατήρας» για την ανάπτυξη του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα».

Άλλωστε, κατά τον ίδιο, η γεωργία αποτελεί σταυροδρόμι όπου συναντιέται η παραγωγή με την επιστήμη της καλλιέργειας, οι εξαγωγές με την μεταποίηση, ο νέος ψηφιακός κόσμος με νέα εργαλεία και μεθόδους υψηλής ακριβείας, η ενεργειακή μετάβαση με την αειφόρο διαχείριση των υδάτινων πόρων, ο καθημερινός μόχθος με την ακαδημαϊκή έρευνα και την εκπαίδευση.

 

Βέβαια, επισημαίνοντας ότι ο πρωτογενής τομέας είναι σήμερα μπροστά σε πολλές και πολύπλοκες προκλήσεις που υπερβαίνουν ακόμη και τα ελληνικά σύνορα, τόνισε ότι «η κλιματική αλλαγή είναι πλέον μια καθημερινή και πολυεπίπεδη κρίση που σε μεγάλο βαθμό θυμίζει τρικυμία σε αχαρτογράφητα νερά. Με σκληρό και βίαιο τρόπο αλλάζει και πολλές φορές συνθλίβει ζωές, όνειρα και στρατηγικές».

Αναλύοντας τις αλλαγές που έχει επιφέρει η κλιματική αλλαγή σε διάφορα πεδία και θέτοντας επί τάπητος το ότι ο κόσμος μας αλλάξει και πλέον παραδοσιακές, κλαδικές διαχωριστικές γραμμές ή έννοιες, δεν υπάρχουν πια, ο ίδιος τόνισε ότι «από τον πρωτογενή τομέα, την μεταποίηση, τον τουρισμό και τις εξαγωγές, μέχρι την ανάπτυξη των επενδύσεων, την οικονομία, το περιβάλλον και τα γεωπολιτικά, όλα πλέον συνδέονται και αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους».

Στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι την τελευταία πενταετία καταβάλλεται συστηματική προσπάθεια για τη σύνθεση ενός νέο αναπτυξιακού και παραγωγικού μοντέλου «κοιτώντας μόνο μπροστά, με τον πρωτογενή τομέα, δομικό πυλώνα για την ευρύτερη ανάπτυξη, την ασφάλεια και την προκοπή όλων μας».