Η ανάλυση του Υπουργείου Οικονομικών για τις φορολογικές
δηλώσεις του 2023 έδειξε ότι το να διατηρήσεις σπίτι και επιχείρηση
με έσοδα 358 ευρώ το μήνα είναι εφικτό!
Η ανάλυση των φορολογικών δηλώσεων του 2023 έδειξαν για μια ακόμα φορά πως οι Έλληνες επιτηδευματίες κατάφεραν να επιβιώσουν (πολύ από αυτούς με άνεση) εμφανίζοντας ζημιές ή εισόδημα μικρότερο και από αυτό του ταμείου ανεργίας. Εντύπωση προκαλεί βέβαια ότι στη χώρα του καφέ και των καφέ (όπως είχε ονομάσει την Ελλάδα ο Πωλ Τόμσεν την εποχή της τρόικας) αυτοί που θέλουν να πείσουν την εφορία ότι «δεν βγαίνουν μάνα μου» είναι οι ιδιοκτήτες μπαρ, κομμωτηρίων, εστιάτορες και τα συνεργεία αυτοκινήτων. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία οι προνομιούχοι αυτής της χώρας είναι οι ταξιτζήδες, οι οδοντίατροι και οι υδραυλικοί, έστω και αν δηλώνουν εισόδημα κάτω από 1.000€ τον μήνα.
Τα στοιχεία
Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία των δηλώσεων για το φορολογικό έτος 2023 προκύπτουν τα εξής:
- Μόνο το 40% των ιδιοκτητών μπαρ δήλωσαν κέρδη. Συγκεκριμένα, δήλωσαν μέσο μηνιαίο εισόδημα 1.154 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 1.348 ευρώ , αν δεν υπήρχε το τεκμήριο. Με τον υπολογισμό του τεκμαρτού εισοδήματος, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.155 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 2.142 ευρώ (794 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Μόνο το 53% των ιδιοκτητών καταστημάτων εστίασης δήλωσαν κέρδη. Συγκεκριμένα, δήλωσαν μηνιαίο καθαρό εισόδημα 1.277 ευρώ , το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 3.068 ευρώ . Με το τεκμαρτό σύστημα, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.695 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 3.970 ευρώ (902 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Μόνο το 40% των ιδιοκτητών κομμωτηρίων δήλωσαν κέρδη με μηνιαίο καθαρό εισόδημα 358 ευρώ (το επίδομα ανεργίας είναι κοντά στα 500€), το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 654 ευρώ . Με τον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.118 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 1.797 ευρώ (1.143 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Το 53% των ιδιοκτητών συνεργείων αυτοκινήτων δήλωσαν μέσο μηνιαίο εισόδημα 665 ευρώ , το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 1.295 ευρώ . Με το τεκμαρτό σύστημα, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.182 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 2.112 ευρώ (817 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Το 57% των κτηνιάτρων δήλωσαν μέσο μηνιαίο εισόδημα 885 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 1.880 ευρώ . Με το τεκμαρτό σύστημα, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.220 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 2.423 ευρώ (1.241 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Το 70% των υδραυλικών δήλωσε μέσο μηνιαίο εισόδημα 800 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 1.553 ευρώ . Με το τεκμαρτό σύστημα, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.162 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 2.105 ευρώ (552 ευρώ παραπάνω φόρος).
- Το 73% των οδοντιάτρων δήλωσαν μέσο μηνιαίο εισόδημα 903 ευρώ , το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 1.719 ευρώ . Με τον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 1.278 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 2.334 ευρώ (615 ευρώ παραπάνω).
- Το 76% των οδηγών ταξί δήλωσε κέρδη. Συγκεκριμένα, δήλωσαν μέσο μηνιαίο εισόδημα 545 ευρώ , το οποίο αντιστοιχεί σε μέσο φόρο 810 ευρώ . Με τον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης, το μέσο μηνιαίο εισόδημα ανέρχεται σε 972 ευρώ , και ο μέσος φόρος σε 1.481 ευρώ (671 ευρώ επιπλέον φόρος).
Τα (θλιβερά) συμπεράσματα
Σύμφωνα με πηγές του ΑΠΕ από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, από την ανάλυση των παραπάνω στοιχείων προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:
- Οι ελεύθεροι επαγγελματίες εξακολουθούν να υποδηλώνουν τα εισοδήματά τους. Σε κατηγορίες όπως οι ιδιοκτήτες μπαρ και κομμωτηρίων, η πλειονότητά τους δηλώνει ζημιές. Μάλιστα, οι κομμωτές που δηλώνουν κέρδη (4 στους 10) ουσιαστικά δηλώνουν ότι ζουν με 358 ευρώ τον μήνα.
- Αν δεν εφαρμοζόταν το τεκμήριο, οι επαγγελματικές αυτές κατηγορίες θα συνέχιζαν να πληρώνουν ελάχιστους ή καθόλου φόρους.
- Η επιπλέον φορολογική επιβάρυνση για όσους δήλωσαν κέρδη τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζουν να δηλώνουν και φέτος είναι ήπια. Πρέπει, επίσης, να λάβουμε υπόψη ότι φέτος πλήρωσαν μειωμένο κατά 50% τέλος επιτηδεύματος, το οποίο καταργείται πλήρως από τον επόμενο χρόνο.
- Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι η πρόσβαση των παραπάνω επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό και σε ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα καθίσταται δύσκολη έως αδύνατη, καθώς επιλέγουν να μην παρουσιάζουν τα πραγματικά οικονομικά τους στοιχεία, εμφανίζοντας μικρά κέρδη ή ζημιές.