Δυσκολεύονται πράγματι οι πολίτες
«Το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την πολιτική του “όχι σε όλα”», δηλώνει στο «Π» η Δόμνα Μιχαηλίδου, τονίζοντας ότι από μόνη της η επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνει τίποτα. Ταυτόχρονα, χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα αφοριστικό και διχαστικό κόμμα και σχολιάζει τη στάση των κομμάτων που βρίσκονται δεξιότερα της ΝΔ, επισημαίνοντας ότι «πουλάνε ανέξοδο πατριωτισμό και λαϊκισμό».
Το τελευταίο διάστημα, οι εξελίξεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς σχεδόν μονοπωλούν την πολιτική επικαιρότητα. Πιστεύετε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να ανασυνταχθεί;
Λογικό είναι! Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ διαλύεται, το δε ΠΑΣΟΚ, μετά την επανεκλογή του κ. Ανδρουλάκη, προσπαθεί επίσης να ανασυνταχθεί ώστε να πείσει την κοινωνία ότι εκφράζει μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Το αν θα τα καταφέρει μένει να αποδειχθεί. Τα δείγματα, όμως, δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την πολιτική του «όχι σε όλα». Πριν από λίγες μέρες καταψήφισε σημαντικό νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών για τη λειτουργική αναβάθμιση του ΑΣΕΠ. Για άλλη μια φορά, το κακώς νοούμενο «κομματικό» συμφέρον βρέθηκε πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, όχι, δεν πιστεύω ότι θα ανακάμψει. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα σύμπτωμα της κρίσης που εκδηλώθηκε σε μια κρίσιμη καμπή της μεταπολιτευτικής ιστορίας μας. Εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία και μέσα από ένα κρεσέντο λαϊκισμού, χωρίς καμία αίσθηση εθνικής ευθύνης, οδήγησε τη χώρα ένα βήμα πριν από τον γκρεμό. Σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει, όχι όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ, που παραμένει ένα αφοριστικό και διχαστικό κόμμα. Δεν έχει καμία προοπτική.
Η ΝΔ κινδυνεύει να χάσει τους ψηφοφόρους του Κέντρου, μετά την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ;
Ο κ. Ανδρουλάκης ήταν αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και το 2023. Τότε είχε βάλει στόχο το κόμμα του να είναι δεύτερο στις εθνικές εκλογές. Όμως δεν τα κατάφερε! Γι’ αυτό η επανεκλογή από μόνη της δεν σημαίνει κάτι. Οι πολίτες, για να αλλάξουν την ψήφο τους, πρέπει να πεισθούν ότι υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση που να τους εκφράζει καλύτερα. Η ΝΔ κέρδισε πανηγυρικά δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις με τον προγραμματικό της λόγο και το θετικό μήνυμα για επιστροφή στην κανονικότητα. Προσέλκυσε ψηφοφόρους από όλο το πολιτικό φάσμα και στις εκλογές του 2023 ο ελληνικός λαός επιβεβαίωσε την κυριαρχία της για έναν απλό λόγο: Τηρήσαμε τις υποσχέσεις μας. Αυτό συνεχίζουμε να κάνουμε και τώρα. Με ειλικρίνεια και σύνεση προχωρούμε στις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος. Με δυσκολίες; Ναι! Με λάθη; Ναι! Πάντα όμως με προσήλωση στον στόχο μας.
Από την άλλη μεριά, το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης δεν έχουν δείξει ότι μπορούν να εκφράσουν το πολιτικό κέντρο. Αντίθετα, σε μια σειρά από κρίσιμες αποφάσεις, πολιτεύτηκε μικροκομματικά και μικρόψυχα και απογοήτευσε ακριβώς τους κεντρώους ψηφοφόρους, αυτούς που υποτίθεται ότι εκφράζει. 1. Άλλαξε τη στάση του για την επιστολική ψήφο. 2. Καταψήφισε το νομοσχέδιο για τα μη-κρατικά πανεπιστήμια. 3. Περίπου οι μισοί βουλευτές του καταψήφισαν την ισότητα στον γάμο. Τελευταίο δείγμα γραφής, η καταψήφιση του νομοσχεδίου για τον ΑΣΕΠ. Αυτά ο κόσμος τα βλέπει και κρίνει.
Εντός της ΝΔ έχει ανοίξει η συζήτηση για την ιδεολογική ταυτότητα της παράταξης. Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει απολέσει τα χαρακτηριστικά της ιδρυτικής διακήρυξης του Κωνσταντίνου Καραμανλή;
Η ΝΔ είναι ένα πατριωτικό, κεντροδεξιό φιλελεύθερο κόμμα. Αυτά είναι τα ιδρυτικά της χαρακτηριστικά, όπως τα έθεσε ο ιδρυτής της παράταξής μας Κωνσταντίνος Καραμανλής ο οποίος ήταν ένας ηγέτης που συνδύαζε, με αξιοθαύμαστο και δημιουργικό τρόπο, το όραμα με τον ρεαλισμό. Έβαλε τα θεμέλια ενός γνήσιου πατριωτισμού, που εμπνέει τους ελεύθερους πολίτες μια ανοιχτής κοινωνίας. Ας θυμηθούμε ότι ήταν ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που επιχείρησε να λύσει το θέμα της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου μέσω υπογραφής συνυποσχετικού και παραπομπής στη Χάγη, ήταν ο ίδιος που το 1975 σε συνεργασία με τον Τούρκο ομόλογό του Ντεμιρέλ, αλλά η τουρκική πλευρά έκανε στη συνέχεια πίσω.
Όραμα και ρεαλισμός στην κατάλληλη αναλογία είναι η πεμπτουσία της πολιτικής. Πολιτική χωρίς όραμα οδηγεί τις κοινωνίες σε τέλμα και πολιτική χωρίς ρεαλισμό οδηγεί σε καταστροφές.
Η διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη συνδυάζει το ίδιο όραμα με τον ρεαλισμό της εποχής μας. Είναι ίδιες οι συνθήκες το 1974, το 2004 και σήμερα; Προφανώς και όχι! Πολιτικές του παρελθόντος δεν απαντούν στα σύγχρονα προβλήματα. Χρειάζεται ευελιξία για να ανταποκριθούμε στην εποχή μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι χάσαμε την ιδεολογική μας πυξίδα.
Τα κόμματα που βρίσκονται δεξιότερα της ΝΔ μπορεί να αποτελέσουν απειλή για την κυβέρνηση στις επόμενες εθνικές εκλογές;
Όπως σας ανέφερα και πριν, η κυβερνητική πολιτική ασκείται μέσα στο ιδεολογικό πλαίσιο της παράταξής μας. Με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και των πολιτών της, αποφασίζει, σχεδιάζει και ενεργεί. Κριτική ακούει και δέχεται από παντού! Αυτός είναι ο ρόλος της αντιπολίτευσης. Όμως θα το ξαναπώ! Όλοι αυτοί που αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση πρέπει να μας πουν τι προτείνουν και να πείσουν τους πολίτες. Ειδικά τα κόμματα δεξιότερα της ΝΔ, που το μόνο που κάνουν είναι να πουλάνε ανέξοδο πατριωτισμό, να λαϊκίζουν, να εκφράζουν αναχρονισμούς και να υιοθετούν θεωρίες συνωμοσίας. Πόσο πειστική ακούγεται η υπόσχεση του κ. Βελόπουλου, ότι θα δώσει συντάξεις πάνω από 3.000 ή 4.000 ευρώ σε όλους ή ότι θα διαγράψει όλα τα χρέη στο 90%; Ο ελληνικός λαός, μετά από μια μακρόχρονη και επώδυνη κρίση, γνωρίζει ότι λεφτόδενδρα δεν υπάρχουν και ότι τα εθνικά μας θέματα αντιμετωπίζονται με σύνεση και αποφασιστικότητα.
Αναμφισβήτητα, το μεγαλύτερο πρόβλημα των πολιτών είναι η ακρίβεια. Τι μηνύματα λαμβάνετε από τους πολίτες του Πειραιά για αυτό το ζήτημα και τι τους απαντάτε;
Η επαφή μου με τους πολίτες του Πειραιά είναι καθημερινή και οι Πειραιώτες είναι αυστηροί κριτές. Ακούω τα προβλήματά τους και ναι! Αυτό που ακούω πιο συχνά είναι «κάντε κάτι για την ακρίβεια, δυσκολευόμαστε». Η ακρίβεια είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει, είτε με παρεμβάσεις στην αγορά, ώστε να λειτουργήσει ο υγιής ανταγωνισμός και να παταχθεί η αισχροκέρδεια, είτε με την ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών, με μείωση ασφαλιστικών εισφορών και φόρων και με άμεση οικονομική στήριξη των πιο ευάλωτων. Στους συνταξιούχους απαντώ ότι κάθε χρόνο βλέπουν αύξηση στις συντάξεις τους, στον βαθμό που μας επιτρέπει να τη δίνουμε κάθε χρόνο. Στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα απαντώ ότι από το 2019 ο κατώτατος και ο μέσος μισθός αυξάνονται κάθε χρόνο και οι καλές δουλειές είναι όλο και περισσότερες.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα που πλήττει τα ελληνικά νοικοκυριά είναι η στεγαστική κρίση. Ως βουλευτής έχετε λάβει κάποιες πρωτοβουλίες για αυτό;
Είναι μία ακόμα στρέβλωση που γέννησε η κρίση και τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Το νέο αναβαθμισμένο πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», με 20.000 ωφελούμενους, η συνέχιση του προγράμματος «Ανακαινίζω – Νοικιάζω» που αφορά 12.500 κατοικίες, η «Κοινωνική Αντιπαροχή» σε κτίρια του Δημοσίου, το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία» για αστέγους και το πρόγραμμα «Κάλυψη» για ευάλωτα νοικοκυριά είναι πολιτικές που θα συμβάλουν στην εξομάλυνση της κατάστασης. Θεωρώ επίσης ότι προς την ίδια κατεύθυνση θα συμβάλουν και μέτρα για τον περιορισμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης, η οποία, ειδικά σε μεγάλα αστικά κέντρα και σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, περιορίζει σημαντικά τα προς ενοικίαση διαμερίσματα και αυξάνει τις τιμές των ενοικίων. Ως βουλευτής έχω πλήρη εικόνα του προβλήματος. Στόχος μου είναι οι κάτοικοι να γνωρίσουν τις δυνατότητες που τους δίνουν τα προγράμματα και να προσφέρω κάθε είδους βοήθεια για τη συμμετοχή τους σε αυτά.
Ποιο θεωρείτε πως είναι το «αποτύπωμα» που αφήσατε στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας;
Θεωρώ ότι δώσαμε στην κοινωνική πολιτική ένα διαφορετικό περιεχόμενο, ότι αλλάξαμε τη φιλοσοφία της. Υπάρχουν δύο διακριτοί τρόποι να στηρίξεις τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Ο ένας είναι η επιδοματική πολιτική που αποβλέπει στην οικονομική στήριξή τους και ο άλλος είναι οι ενεργητικές πολιτικές ένταξης στην κοινωνία. Εμείς, χωρίς να καταργήσουμε επιδόματα, εφαρμόσομε πολιτικές που είχαν ως στόχο την ενδυνάμωση των ευάλωτων συμπολιτών μας, ώστε αυτοί, ανάλογα και με τις δυνατότητές τους, να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Να μιλήσω για πολιτικές αποϊδρυματοποίησης; Για προγράμματα υποστηριζόμενης απασχόλησης; Για το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία» που από συγχρηματοδοτούμενο έγινε εθνικό και μέχρι σήμερα συνεχίζεται με επιτυχία; Ειδικά στην παιδική προστασία παραλάβαμε ένα (μη)σύστημα, όπου ο καθένας έκανε τα δικά του. Το κράτος δεν ήξερε πόσα παιδιά ήταν στα ιδρύματα και τα ιδρύματα λειτουργούσαν χωρίς κανονιστικό πλαίσιο αδειοδότησης. Χρειάστηκε οργάνωση και πολλή δουλειά, ώστε σήμερα όλα να είναι γνωστά και ελεγχόμενα.
Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό της θητείας σας στο υπουργείο Εργασίας, για ποια παρέμβασή σας αισθάνεστε ικανοποίηση;
Στο υπουργείο Εργασίας, ο χρόνος ήταν λίγος αλλά πολύ πυκνός. Είχα γνώση του υπουργείου, από τη θητεία μου στην Πρόνοια. Έτσι, παρόλο που οι μήνες ήταν λίγοι, καταφέραμε να πετύχουμε πολλά: Μέσα σ’ αυτό το περιορισμένο χρονικό διάστημα καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε μια σειρά από ζητήματα, κάποια εκ των οποίων εκκρεμούσαν για αρκετό καιρό. Προχωρήσαμε στην τέταρτη κατά σειρά αύξηση του κατώτατου μισθού, καταργήσαμε την παρακράτηση του 30% για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, δρομολογήσαμε την αναμόρφωση του νέου επιδόματος ανεργίας, προωθήσαμε νέα προγράμματα κατάρτισης σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και αυξήσαμε τον προϋπολογισμό στο πρόγραμμα του Κοινωνικού Τουρισμού. Όπως και στην Πρόνοια, δώσαμε προτεραιότητα στους ανθρώπους. Γνωρίζαμε την κατάσταση των ΚΕΠΑ και γι’ αυτό προχωρήσαμε στην αναβάθμισή τους. Υπερδιπλασιάσαμε τον αριθμό των γιατρών και αυξήσαμε τις αμοιβές τους. Επεκτείναμε επίσης το επίδομα μητρότητας στις ελεύθερες επαγγελματίες, στις αυτοαπασχολούμενες και στις αγρότισσες. Η τελευταία αυτή παρέμβαση ήταν που μου έδωσε και τη μεγαλύτερη ικανοποίηση. Ήταν ένα δίκαιο μέτρο που διόρθωσε μια αδικία και μια σημαντική ενίσχυση της οικογένειας.
Ως υπουργός Εργασίας, είχατε αναφερθεί στο δικαίωμα εργασίας στους συνταξιούχους και είχατε κατηγορηθεί για αυτό.
Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά τις επιθέσεις που είχα δεχθεί, όταν αναφέρθηκα στην επιθυμία των ανθρώπων που είναι στη σύνταξη να συνεχίσουν να είναι παραγωγικοί. «Η Δόμνα βάζει τους συνταξιούχους με το ζόρι να δουλέψουν», έλεγαν. Όμως η πραγματικότητα διέψευσε και αυτούς αλλά και εμένα, γιατί η ανταπόκριση ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Μέχρι σήμερα περισσότεροι από 200.000 συνταξιούχοι έχουν μπει στην πλατφόρμα και έχουν δηλώσει την εργασία τους. Ξέρετε ότι τα έσοδα του ΕΦΚΑ αυξήθηκαν κατά 200.000 ευρώ; Και ξέρετε πόσο σημαντικό είναι αυτό σε μια χώρα που ο πληθυσμός της γηράσκει χρόνο με τον χρόνο; Ας συνειδητοποιήσουμε ότι οι ανάγκες της χώρας μας σε εργατικό δυναμικό αυξάνονται συνεχώς και ότι πρέπει να ανταποκριθούμε σε αυτές με ρεαλισμό και δικαιοσύνη.