Περιορισμένες οι προσδοκίες από τις συναντήσεις-συνομιλίες
«Δεν είμαστε διόλου θωρακισμένοι έναντι μιας Αμερικής που θα επιλέξει να αποσυρθεί από τα θέματα ασφάλειας της Ευρώπης», δηλώνει ο βουλευτής της ΝΔ Άγγελος Συρίγος σχετικά με την επανεκλογή του Ντόναλτ Τραμπ, επισημαίνοντας ότι «η Ευρώπη είναι από οικονομικής πλευράς ένας γίγαντας και από πλευράς αμυντικών και διπλωματικών δόμων ένας νάνος». Παράλληλα, ο ίδιος σχολιάζει στο «Π» το φαινόμενο της αύξησης που παρουσιάζουν τα υπερ-συντηρητικά και ακροδεξιά κόμματα, λέγοντας πως οι δυτικές κοινωνίες γίνονται ολοένα και πιο συντηρητικές και γι’ αυτό «πρέπει να ακούσουμε τα μηνύματα της Αμερικής και της Ευρώπης». Με την ιδιότητα του καθηγητή Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, αναλύει το επίπεδο των ελληνοτουρκικών επαφών, δηλώνοντας με νόημα πως «οι διαπραγματεύσεις έχουν ημερομηνία λήξης», κάνοντας λόγο για μεγάλες και αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. «Η Τουρκία αποτελεί συστημικό κίνδυνο για την Ελλάδα και την Κύπρο», προσθέτει.
Η πρόσφατη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στην Αθήνα επαναβεβαίωσε τη βούληση και των δύο πλευρών να διατηρήσουν τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο. Στις αρχές του 2025, αναμένεται συνάντηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον Ταγιπ Ερντογάν. Τι προσδοκίες έχει η Ελλάδα από την επόμενη συνάντηση;
Περιορισμένες προσδοκίες θα έλεγα. Δυστυχώς, τα θέματα που μας χωρίζουν με την Τουρκία είναι τόσο πολλά και τόσο αγεφύρωτες οι αντιλήψεις ως προς το τι συνιστά πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο χωρών, που δεν μπορούμε να προσδοκούμε πολλά από τέτοιου είδους συναντήσεις. Εκείνο που διαφοροποιεί λίγο τα πράγματα τους τελευταίους 18 μήνες, εν συγκρίσει προς το παρελθόν, είναι η διακοπή των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου των 10 ναυτικών μιλίων από τουρκικά αεροσκάφη. Είναι μια εξέλιξη που δεν περιμέναμε. Σημαίνει ότι η Τουρκία είναι διατεθειμένη να αλλάξει στάση συνολικά; Εξαιρετικά δύσκολο, αλλά αξίζει να διερευνηθεί. Αναφέρομαι στην Τουρκία, διότι αυτή είναι η χώρα που δημιουργεί τα προβλήματα στο Αιγαίο και θέτει διαρκώς καινούργια ζητήματα.
Σε περίπτωση που η Τουρκία δεχθεί να πάμε στη Χάγη για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα κερδίσει απόλυτα ό,τι ζητάει; Υπάρχει περίπτωση να βγει χαμένη η χώρα μας από την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο;
Όταν εισέρχεσαι σε μια δικαστική διαδικασία, επιδιώκεις στο μάξιμουμ των διεκδικήσεών σου. Το ίδιο θα κάνει και η άλλη πλευρά. Το κρίσιμο είναι ότι η νομολογία όλων των διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων τα τελευταία 50 χρόνια δίνει κατά κανόνα στα νησιά υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Το ερώτημα τίθεται ως προς την έκταση που θα έχουν αυτές οι δύο θαλάσσιες ζώνες, δηλαδή ως προς τη λεγόμενη επήρεια του νησιού. Σε αυτό το σημείο είναι και το συγκριτικό μας πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας που υποστηρίζει ότι τα νησιά δεν έχουν καθόλου υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Μπορεί να μην πάρουμε το 100% των διεκδικήσεών μας. Με τίποτα όμως δεν πρόκειται να φύγουμε χαμένοι από την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο, που σε τελική ανάλυση βασίζει τις αποφάσεις του στο Διεθνές Δίκαιο.
Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο, οι δύο πλευρές διατηρούν το καλό κλίμα. Θεωρείτε ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ των διαπραγματεύσεων ή, εφόσον δεν προχωράνε οι συνομιλίες στις ουσιαστικές διαφορές, μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στη λογική των προκλήσεων;
Οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν νόημα μόνο για τις διαπραγματεύσεις ή για να ροκανίζουμε τον χρόνο. Αυτές οι πρακτικές έχουν ημερομηνία λήξεως. Οι διαπραγματεύσεις υποχρεωτικά ακολουθούν μία στρατηγική. Αυτό σημαίνει κατ’ αρχάς ότι επιλέγουμε το πεδίο στο οποίο θα διαπραγματευθούμε. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα κοιτάζουμε ποια είναι τα ισχυρά μας «όπλα» κατά τη διαπραγμάτευση και, αντιστοίχως, τα «όπλα» της άλλης πλευράς. Το Διεθνές Δικαστήριο λειτουργεί ως εναλλακτική λύση, σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων στο συγκεκριμένο πεδίο και μόνον. Μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στη λογική των προκλήσεων; Δυστυχώς ναι. Η πραγματικότητα είναι πως, εδώ και 50 χρόνια, η Τουρκία είναι αυτή που καθορίζει το επίπεδο των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Αυτήν τη στιγμή, για μια σειρά από λόγους, θεωρεί ότι πρέπει να έχει καλές σχέσεις με την Ελλάδα. Αυτό οφείλεται στους δύο πολέμους στη γειτονιά μας. Οφείλεται επίσης στο ότι η Ελλάδα επιτυχημένα έχει διασυνδέσει την ένταση στο Αιγαίο και τις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου με την απόκτηση νέων πολεμικών αεροσκαφών από την Τουρκία. Ανά πάσα στιγμή όμως, αυτά μπορούν να ανατραπούν.
Εκτός από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, που έχει μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για τα εθνικά ζητήματα, υπάρχουν κι άλλες φωνές εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας που συμμερίζονται τις απόψεις αυτές;
Η Τουρκία αποτελεί συστημικό κίνδυνο για την Ελλάδα και την Κύπρο. Είναι φυσιολογικό να δημιουργούνται ανησυχίες ως προς το τι διεκδικεί η Άγκυρα, ως προς τα ζητήματα που θα επιδιώξει να θέσει κατά τις συζητήσεις και εν γένει ως προς τη στάση της. Στον χώρο της Νέας Δημοκρατίας, παραδοσιακά τα εθνικά θέματα παρουσιάζουν αυξημένο ενδιαφέρον. Κατά συνέπεια, μία Κοινοβουλευτική Ομάδα που ψηφίζεται από ψηφοφόρους με αυξημένες ευαισθησίες σε αυτά τα θέματα, είναι αντιστοίχως ευαίσθητη. Η κυβέρνηση με διαφάνεια ενημερώνει για τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα, όπως φάνηκε και από την παρουσία του υπουργού Εξωτερικών στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, αμέσως μετά τη συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό του.
Τόσο στις τελευταίες ευρωεκλογές όσο και στις αμερικανικές εκλογές, παρατηρείται μια «συντηρητικοποίηση» των κοινωνιών, καθώς στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε ακροδεξιά κόμματα. Η κυβέρνηση έχει πάρει αυτό το μήνυμα σοβαρά υπ’ όψιν της;
Είναι αντικειμενικό γεγονός ότι οι δυτικές κοινωνίες γίνονται πιο συντηρητικές. Ο λόγος είναι ότι ένα τμήμα τους αισθάνεται ανασφάλεια και ότι απειλείται από τις εξελίξεις. Κάποιοι στρέφονται προς αντισυστημικές επιλογές. Ας μη σπεύσουμε να τους βάλουμε ακροδεξιά ταμπέλα. Ας ακούσουμε προσεκτικά τι λένε. Σε μία δημοκρατία, όταν οι πολλοί αισθάνονται ότι δεν τους παρέχονται οι ίδιες ευκαιρίες για ανέλιξη και συμμετοχή στην ευμάρεια του κράτους τους, τότε αντιδρούν. Οφείλουμε να ακούσουμε τα μηνύματα της Αμερικής και της Ευρώπης. Σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας, έντονης ακρίβειας και υψηλού πληθωρισμού, δεν είναι τυχαίο ότι καμία κυβέρνηση σε όλο τον κόσμο δεν κατόρθωσε φέτος να κερδίσει εκλογές, όπου και να διεξήχθησαν.
Πόσο πιθανό είναι όσα βήματα δεν έκανε η ελληνική διπλωματία στο Κυπριακό ζήτημα, τα προηγούμενα 50 χρόνια, αυτά να γίνουν το επόμενο διάστημα;
Αντικειμενικά υπάρχουν πολύ λίγες πιθανότητες. Η Τουρκία πρέπει να μπει σε μια λογική να παραχωρήσει κάτι. Αυτήν τη στιγμή δεν αισθάνεται κάποια πίεση από κάποιον εξωτερικό παράγοντα. Επομένως θα μπει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, μόνο εάν είναι να κερδίσει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει. Επί πολλά χρόνια, το ισχυρό χαρτί της ελληνικής πλευράς ήταν η επίσημη σφραγίδα, δηλαδή η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως του μοναδικού νόμιμου εκπροσώπου του λαού της Κύπρου. Το αντίστοιχο ισχυρό χαρτί της τουρκικής πλευράς είναι τα εδάφη που κατέχει παρανόμως από το 1974. Η διαπραγμάτευση που γίνεται, κινείται στη λογική «δίνουμε νομιμοποίηση και σε αντάλλαγμα παίρνουμε εδάφη». Αυτό δεν λειτούργησε έως τώρα. Είναι δύσκολο να λειτουργήσει στο μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παρατάς. Δυστυχώς όμως, εάν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή η «μη λύση» του Κυπριακού ως κατάληξη αυτής της πορείας δείχνει να έχει τις περισσότερες πιθανότητες.
Η Ευρώπη πόσο «θωρακισμένη» είναι απέναντι στην πανηγυρική επανεκλογή του Ντ. Τραμπ;
Η Ευρώπη είναι από οικονομικής πλευράς ένας γίγαντας και από πλευράς αμυντικών και διπλωματικών δόμων ένας νάνος. Δυστυχώς δεν είμαστε διόλου θωρακισμένοι έναντι μιας Αμερικής που θα επιλέξει να αποσυρθεί από τα θέματα ασφάλειας της Ευρώπης. Το χειρότερο είναι ότι οι δύο ισχυρότερες χώρες της ΕΕ, δηλαδή η Γερμανία και η Γαλλία, είναι εξαιρετικά αδύναμες πολιτικά για να μπορέσουν να σύρουν όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση σε επιλογές που θα σημάνουν περισσότερες δαπάνες κι άλλες προτεραιότητες.
Η Ελλάδα μπορεί να έχει άμεσες συνέπειες από την αλλαγή ηγεσίας στον Λευκό Οίκο;
Θεωρητικώς όχι. Η Ελλάδα εδώ και χρόνια έχει κατακτήσει ένα εξαιρετικό επίπεδο σχέσεων με την Αμερική, το οποίο δεν εξαρτάται από τις αλλαγές του ενοίκου του Λευκού Οίκου. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι στον αυτόματο πιλότο. Δεν θα υπάρξουν όμως εκπλήξεις. Από εκεί και πέρα, είναι προς το συμφέρον Ελλάδας και Κύπρου να τονίζουν με κάθε τρόπο ότι είμαστε τα ακραία όρια ασφάλειας και σταθερότητας της ζώνης της ειρήνης απέναντι στη ζώνη του πολέμου που εξελίσσεται ανατολικά μας.