Όλο και περισσότεροι άνθρωποι αφήνουν τις δουλειές γραφείου και παίρνουν την κατάσταση «στα χέρια τους»
Για δεκαετίες, η χειρωνακτική εργασία θεωρούνταν ως η μόνη επιλογή όσων δεν είχαν ανώτερη εκπαίδευση ή άλλη επαγγελματική διέξοδο. Οι κοινωνικές αντιλήψεις εξιδανίκευαν τα πανεπιστημιακά πτυχία και τις θέσεις γραφείου, αφήνοντας τα τεχνικά επαγγέλματα στο περιθώριο. Ωστόσο, μια ενδιαφέρουσα αλλαγή καταγράφεται τα τελευταία χρόνια και δύσκολα μπορούμε να την προσπεράσουμε: Οι νέοι επιστρέφουν στα χειρωνακτικά επαγγέλματα επιλέγοντας δρόμους που κάποτε θεωρούνταν «υποδεέστεροι», αλλά σήμερα προσφέρουν σταθερότητα, προοπτικές και δημιουργική ικανοποίηση.
Οι λόγοι πίσω από αυτή την επιστροφή είναι πολλοί. Από τη μία, οι οικονομικές συνθήκες και η αυξανόμενη ανεργία στους αποφοίτους πανεπιστημίων ωθούν τους νέους να αναζητήσουν επαγγέλματα με άμεση απορρόφηση στην αγορά εργασίας. Από την άλλη, το αυξημένο κόστος ζωής και η ανάγκη για επαγγέλματα με πρακτική εφαρμογή οδηγούν πολλούς στην τεχνική εκπαίδευση, όπου οι δεξιότητες μπορούν να μετατραπούν γρήγορα σε επαγγελματική αποκατάσταση.
Παράλληλα, η αλλαγή στη νοοτροπία γύρω από τη χειρωνακτική εργασία έχει παίξει καταλυτικό ρόλο. Μεγάλοι τεχνίτες και ειδικοί του χώρου πλέον αξιοποιούν τις ψηφιακές πλατφόρμες για να προβάλουν τη δουλειά τους, αλλάζοντας την εικόνα του επαγγέλματος. Οι ξυλουργοί, οι μηχανικοί αυτοκινήτων, οι ηλεκτρολόγοι και οι τεχνίτες μετάλλου δεν είναι πια απλοί εργάτες, αλλά επαγγελματίες που κατέχουν εξειδικευμένες γνώσεις, απαιτούν υψηλή αμοιβή και απολαμβάνουν ευρεία αναγνώριση.
«Εκτόξευση» της ζήτησης
Ειδικά στην Ελλάδα, όπου το τεχνικό προσωπικό έχει μειωθεί λόγω της φυγής στο εξωτερικό τα προηγούμενα χρόνια, η ζήτηση για εξειδικευμένους τεχνίτες έχει εκτοξευθεί. Οι εργολάβοι αναζητούν έμπειρους ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς και μαραγκούς, προσφέροντας πολύ ανταγωνιστικούς μισθούς και σταθερή εργασία. Ενδεικτικό είναι πως, σε πολλές περιοχές, οι τεχνίτες είναι τόσο περιζήτητοι, που μπορούν να επιλέξουν τους πελάτες και τα έργα που θέλουν να αναλάβουν.
Η επιστροφή της χειρωνακτικής εργασίας δεν είναι απλώς μια τάση, αλλά μια δομική αλλαγή στην αγορά εργασίας. Οι νέες γενιές βλέπουν ξανά την αξία τού να δημιουργείς κάτι με τα χέρια σου, είτε πρόκειται για την κατασκευή ενός σπιτιού, είτε για την αποκατάσταση ενός ιστορικού κτιρίου ή τη συντήρηση ενός πολύτιμου οχήματος. Και το μέλλον διαγράφεται ακόμη πιο ευοίωνο, καθώς η τεχνολογία και η καινοτομία συνδυάζονται πλέον με την παραδοσιακή τεχνική γνώση, δημιουργώντας έναν νέο, δυναμικό επαγγελματικό κόσμο.
Οικονομική υπεροχή
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι υδραυλικοί, των οποίων η αμοιβή για μια απλή επισκευή ξεπερνά εύκολα τα 50 ευρώ, ενώ πιο πολύπλοκες εργασίες, όπως η εγκατάσταση ενός νέου συστήματος ύδρευσης, μπορεί να κοστίσουν χιλιάδες ευρώ. Η ζήτηση για υδραυλικούς παραμένει υψηλή, καθώς οι κατοικίες και οι επαγγελματικοί χώροι χρειάζονται διαρκώς συντήρηση και επισκευές. Αντίστοιχα, οι ηλεκτρολόγοι, που αναλαμβάνουν εγκαταστάσεις σε νέα κτίρια ή επισκευές σε παλαιότερα, μπορούν να κερδίσουν σημαντικά ποσά, ειδικά όταν εργάζονται ανεξάρτητα ή συνεργάζονται με εργολάβους οικοδομών.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι κλειδαράδες, οι οποίοι αποκομίζουν μεγάλα κέρδη ειδικά στις μεγάλες πόλεις, όπου οι περιπτώσεις απώλειας κλειδιών ή ανάγκης αλλαγής κλειδαριών είναι συχνές. Η νυχτερινή εξυπηρέτηση, μάλιστα, μπορεί να αποφέρει διπλάσια ή τριπλάσια αμοιβή, καθώς οι πελάτες είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν υψηλότερες τιμές για άμεση εξυπηρέτηση.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που, ενώ ξεκίνησαν την καριέρα τους σε τομείς όπως οι επιχειρήσεις ή η πληροφορική, στράφηκαν στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, αντιλαμβανόμενοι τις προοπτικές υψηλότερου εισοδήματος. Ένας πρώην τραπεζικός υπάλληλος στην Αθήνα αποφάσισε να αλλάξει πορεία και να γίνει ηλεκτρολόγος. Σήμερα, κερδίζει περισσότερα χρήματα, έχει ευέλικτο ωράριο και αισθάνεται μεγαλύτερη επαγγελματική ασφάλεια, καθώς η ζήτηση για τις υπηρεσίες του παραμένει σταθερή.
Η κρίση έγινε ευκαιρία
Επιπλέον, η κρίση στην αγορά εργασίας και η αστάθεια των εταιρικών θέσεων οδήγησαν πολλούς εργαζόμενους να επιλέξουν την αυτοαπασχόληση σε τεχνικά επαγγέλματα. Ένας αυτοαπασχολούμενος τεχνίτης μπορεί να χρεώνει τις υπηρεσίες του ανάλογα με την πολυπλοκότητα της εργασίας και να δημιουργήσει σταδιακά ένα πιστό πελατολόγιο, αυξάνοντας το εισόδημά του χωρίς να εξαρτάται από εργοδότες ή εταιρείες. Πολλοί εξ αυτών χρησιμοποιούν πλέον και τις πλατφόρμες εύρεσης επαγγελματιών, αποκτώντας ακόμη μεγαλύτερη προβολή και εύκολη πρόσβαση σε πελάτες. Με τις συνθήκες αυτές, τα χειρωνακτικά επαγγέλματα όχι μόνο επιστρέφουν δυναμικά, αλλά και αναβαθμίζονται, προσφέροντας μια ελκυστική εναλλακτική σε όσους αναζητούν οικονομική ανεξαρτησία και υψηλότερες απολαβές.
Περιζήτητοι οι αγρότες
Η επιστροφή στη χειρωνακτική εργασία δεν περιορίζεται μόνο σε επαγγέλματα όπως ο υδραυλικός και ο ηλεκτρολόγος, αλλά επεκτείνεται και στον αγροτικό τομέα, ο οποίος γνωρίζει μια νέα άνθηση. Η γεωργία, που κάποτε θεωρούνταν κοπιαστική και χαμηλά αμειβόμενη εργασία, πλέον προσελκύει όλο και περισσότερους νέους ανθρώπους, ειδικά μετά την οικονομική κρίση. Με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, τη στροφή σε βιολογικές καλλιέργειες και την αυξανόμενη ζήτηση για ποιοτικά ελληνικά προϊόντα, οι αγρότες μπορούν να επιτύχουν υψηλά εισοδήματα.
Στην Κρήτη, για παράδειγμα, οι παραγωγοί ελαιολάδου που επενδύουν στη βιολογική καλλιέργεια και στην απευθείας διάθεση των προϊόντων τους στις διεθνείς αγορές έχουν δει τα κέρδη τους να εκτοξεύονται. Ένα λίτρο εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου μπορεί να πωληθεί έως και 15 ευρώ σε αγορές του εξωτερικού, ενώ η τιμή συνεχώς αυξάνεται λόγω της υψηλής ζήτησης. Παρόμοια είναι η κατάσταση στη Μάνη και στη Λακωνία, όπου οι ελαιοπαραγωγοί επενδύουν στην ποιότητα και στις εξαγωγές.
Επιπλέον, το παράδειγμα των αμπελουργών στη Νάουσα και στη Σαντορίνη είναι χαρακτηριστικό. Οι παραδοσιακές ποικιλίες κρασιού, όπως το Ξινόμαυρο και το Ασύρτικο, γίνονται ανάρπαστες στις διεθνείς αγορές, με τους παραγωγούς να πετυχαίνουν τιμές που πριν από μερικά χρόνια θα ήταν αδιανόητες. Οι επενδύσεις στη σύγχρονη οινοποίηση και η προώθηση του ελληνικού κρασιού στο εξωτερικό έχουν κάνει το επάγγελμα του αμπελουργού, όχι μόνο βιώσιμο, αλλά και ιδιαίτερα κερδοφόρο.
Ακόμη και στην κτηνοτροφία, το ενδιαφέρον αναβιώνει. Στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία, οι μικροί παραγωγοί γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως η φέτα και το γιαούρτι, δημιουργούν συνεταιρισμούς και δίκτυα απευθείας πωλήσεων, μειώνοντας τη μεσολάβηση των μεγάλων αλυσίδων διανομής και αυξάνοντας το κέρδος τους. Ορισμένοι παραγωγοί έχουν στραφεί στην εκτροφή αυτόχθονων φυλών ζώων, όπως οι ελληνικοί μαύροι χοίροι ή οι κατσίκες Σκοπέλου, που έχουν εξαιρετική απόδοση σε ειδικές αγορές gourmet προϊόντων.
Ακόμα και σε πιο καινοτόμες μορφές γεωργίας, όπως η καλλιέργεια βοτάνων και αρωματικών φυτών, παρατηρείται μεγάλη ζήτηση. Στη Δυτική Μακεδονία, αγρότες που παλαιότερα ασχολούνταν με την κλασική γεωργία, τώρα στρέφονται σε προϊόντα όπως το τσάι του βουνού και η λεβάντα, που εξάγονται σε χώρες της Ευρώπης με υψηλές τιμές. Μάλιστα, με τη χρήση της βιολογικής πιστοποίησης και των σύγχρονων μεθόδων συσκευασίας, καταφέρνουν να δημιουργήσουν premium προϊόντα με μεγάλη προστιθέμενη αξία.
Μακριά από τις πόλεις
Η επιστροφή στη χειρωνακτική εργασία δεν αποτελεί μόνο μια αλλαγή επαγγελματικής κατεύθυνσης, αλλά συνδέεται και με μια ευρύτερη κοινωνική τάση: την εγκατάλειψη των μεγάλων πόλεων υπέρ μιας ζωής στην επαρχία. Ενώ τις προηγούμενες δεκαετίες η αστικοποίηση αποτελούσε την κυρίαρχη τάση, σήμερα όλο και περισσότεροι Έλληνες επιλέγουν να επιστρέψουν στις ρίζες τους, εγκαταλείποντας το άγχος της ζωής στα αστικά κέντρα.
Η οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας, σε συνδυασμό με τις προκλήσεις που έφερε η πανδημία, έκαναν πολλούς να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους διαβίωσης. Η ακρίβεια, τα υψηλά ενοίκια και η επιβαρυμένη ποιότητα ζωής στις πόλεις ώθησαν πολλούς να στραφούν στην επαρχία, όπου το κόστος ζωής είναι χαμηλότερο και η καθημερινότητα πιο ανθρώπινη. Επιπλέον, οι εξελίξεις στην τεχνολογία και η δυνατότητα τηλεργασίας επέτρεψαν σε αρκετούς επαγγελματίες να συνεχίσουν να εργάζονται από απόσταση, χωρίς να είναι απαραίτητη η φυσική τους παρουσία σε μια μεγαλούπολη.
Ωστόσο, η επιστροφή στην επαρχία δεν σημαίνει απλώς αλλαγή τοποθεσίας, αλλά και στροφή προς πιο πρακτικά και βιώσιμα επαγγέλματα. Πολλοί πρώην εργαζόμενοι γραφείου επιλέγουν να ασχοληθούν –εκτός από τη γεωργία και την κτηνοτροφία- με την οικοτεχνία ή ακόμα και τη μεταποίηση τοπικών προϊόντων, αξιοποιώντας τόσο τις φυσικές πηγές της περιοχής όσο και τη ζήτηση για ποιοτικά, ελληνικά προϊόντα. Σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές, αναπτύσσονται ξανά μικρές, οικογενειακές επιχειρήσεις, προσφέροντας μια εναλλακτική πηγή εισοδήματος.
Η τάση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στους μεγαλύτερους σε ηλικία που επιστρέφουν στα χωριά τους, αλλά αφορά και νέους ανθρώπους που αναζητούν μια διαφορετική ποιότητα ζωής. Πολλοί επιλέγουν να στήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις, όπως φάρμες βιολογικών προϊόντων, παραδοσιακά εργαστήρια ή μικρά τουριστικά καταλύματα, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της τοπικής οικονομίας. Έτσι, η επιστροφή στην επαρχία δεν είναι απλώς μια νοσταλγική αναβίωση του παρελθόντος, αλλά μια συνειδητή επιλογή για ένα πιο βιώσιμο μέλλον.
«Δεν θα επέστρεφα ούτε για τα διπλάσια λεφτά!»
Ο Κώστας, ο οποίος έχει σπουδάσει οικονομικά και πλέον είναι μελισσοκόμος σε ένα μικρό χωριό της Εύβοιας, μίλησε στο «Παρασκήνιο» για την απόφαση που πήρε να αφήσει την εργασία του στην πρωτεύουσα και να ακολουθήσει έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο:
«Όταν ζούσα στην Αθήνα, δούλευα ως ιδιωτικός υπάλληλος σε μια εταιρεία και κάθε μέρα ήταν ένας αγώνας δρόμου. Μετά από χρόνια πίεσης, ατελείωτων ωρών μπροστά σε έναν υπολογιστή και μιας ζωής που κυλούσε σε fast forward, αποφάσισα να κάνω το μεγάλο βήμα. Ήρθα στο χωριό μου στην Εύβοια και έγινα μελισσοκόμος. Στην αρχή φοβόμουν αν θα τα καταφέρω, αλλά σύντομα κατάλαβα ότι όχι μόνο είναι εφικτό, αλλά και πολύ πιο προσοδοφόρο από ό,τι φανταζόμουν. Πλέον κερδίζω περισσότερα χρήματα από τότε που δούλευα στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι η διαφορά στα χρήματα δεν είναι πολύ μεγάλη, έχω τον δικό μου ρυθμό ζωής και, κυρίως, ξυπνάω το πρωί και νιώθω πως η μέρα μου έχει νόημα. Η φύση μού έδωσε πίσω τον χρόνο που έχανα στο μποτιλιάρισμα και στα άγχη της καθημερινότητας. Ζω σε καθαρό αέρα, τρέφομαι με ό,τι παράγω και έχω μάθει να εκτιμώ τα απλά πράγματα. Δεν θα γυρνούσα πίσω ούτε για διπλάσιο μισθό».

