Η απαξίωση της δασοπροστασίας και η κατανόηση της πολιτικής προστασίας ως επικοινωνία, έφεραν την καταστροφή, αναφέρεται σε δήλωση του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Πάνου Σκουρλέτη. Συγκεκριμένα αναφέρει ο κ. Σκουρλέτης:

Οι τελευταίες πυρκαγιές ανέδειξαν με τον χειρότερο τρόπο την ανεπάρκεια ενός «επιτελικού κράτους» που δεν ακούει τίποτα εδώ και δυο χρόνια. Δεν άκουσε τις αλλεπάλληλες ερωτήσεις των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για την προστασία των δασών και για μέτρα πρόληψης, τις σφοδρές ενστάσεις των φορέων για την αντιπεριβαλλοντική πολιτική, αλλά και την πρόταση των επτά σημείων, που ανέπτυξε πρόσφατα ο ίδιος ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ για την προοδευτική αντιμετώπιση της παρούσας κατάστασης. Ακόμη και την έκθεση Goldammer, κορυφαίου ειδικού στο πεδίο των πυρκαγιών, την αγνοούν εδώ και δύο χρόνια, ενώ τα συμπεράσματα και οι προειδοποιήσεις της επιβεβαιώνονται.

Αναφορικά με τις κοινοβουλευτικές διεργασίες, θα θυμίσω ενδεικτικά την ερώτηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ του περασμένου Απριλίου με θέμα «Παρεμβάσεις για να σωθούν οι δασικές εκτάσεις Αττικής» μετά το χτύπημα της κακοκαιρίας «Μήδεια» και την ερώτηση με θέμα «Η αντιπυρική περίοδος ξεκινάει με ανοχύρωτα δάση και κυβερνητική αδιαφορία» με αναφορές, μεταξύ άλλων, στην αναγκαία στελέχωση των δασαρχείων και στην πολιτική πρόληψης των πυρκαγιών. Εάν η κυβέρνηση άκουγε, σήμερα ίσως ήταν διαφορετική η κατάσταση, όχι μόνο στην Αττική, αλλά και στην Εύβοια, στα Βίλια, στην Αρκαδία, στην Αχαΐα, στην Ηλεία και όπου αλλού προκλήθηκαν εκτεταμένες καταστροφές. Τουλάχιστον τώρα ας ακούσει τους πληγέντες, ώστε η Πολιτεία να λάβει όλα τα μέτρα για την ουσιαστική στήριξή τους και τη γρήγορη αποκατάσταση των ζημιών από τις πυρκαγιές.

Οι απαντήσεις των αρμόδιων και συναρμόδιων υπουργείων στις ερωτήσεις μας ήταν ότι όλα βαίνουν καλώς. Στην πραγματικότητα, από όλες τις -θεωρητικές- πρόνοιες και τα σχέδια στα οποία αναφέρθηκαν τα υπουργεία και οι υπηρεσίες, τίποτα απολύτως δεν αποδείχθηκε στην πράξη ότι λειτούργησε στοιχειωδώς ολοκληρωμένα, άμεσα, αποτελεσματικά, για να αποτρέψει ή τουλάχιστον να περιορίσει την τεράστια καταστροφή. Ωστόσο, είχαμε προειδοποιήσει για όσα ήρθαν και για τη σημερινή κατάσταση υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες που πρέπει να αναληφθούν.

Είναι αναμφισβήτητο ότι απέναντι στις νέες συνθήκες, στα νέα προβλήματα που προκύπτουν και από την κλιματική κρίση, απαιτούνται νέες λύσεις ή να εφαρμοστούν κάποιες που δεν δοκιμάστηκαν ποτέ λόγω σκοπιμοτήτων. Συνολικά, απαιτείται αναδιοργάνωση στους τομείς της δασοπροστασίας, της δασοπυρόσβεσης και της Πολιτικής Προστασίας, με επαρκείς πόρους, έγκαιρες παρεμβάσεις και μοντέλα προβλέψεων που θα στηρίζονται στα πραγματικά δεδομένα και την εμπειρία. Χρειάζεται, όμως και μια στέρεη, ισχυρή πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος.

Στις 29 Μαΐου έγραφα σε άρθρο μου ότι «για την παρούσα κυβέρνηση, πράσινο είναι ό,τι δεν απειλεί την κερδοφορία της αγοράς». Ήδη μέσω της αναδοχής των καμένων εκτάσεων από ιδιώτες και ιδρύματα, η κυβέρνηση αποκαλύπτει τις προθέσεις της χωρίς κανένα δισταγμό: ΣΔΙΤ και στα Δάση. Αφού προηγουμένως ο κ. Χατζηδάκης νομοθέτησε την ουσιαστική ακύρωση των δασικών χαρτών, σχεδιάζοντας τη (μη) προστασία των δασών. Αυτός είναι ο λόγος που απαιτείται και ένα νέο όραμα, μακριά από την εξυπηρέτηση συμφερόντων και από την προοπτική μιας οικονομικής ανάπτυξης που, αν υπάρξει, θα διαρκέσει όσο η φλόγα ενός σπίρτου.

Στη Βουλή είχαμε αναφερθεί, επίσης, στην προστασία των περιαστικών δασών στον Βόρειο Τομέα της Αθήνας, με αιχμή την κατάσταση στο Οικολογικό Πάρκο Νέας Ερυθραίας. Για το δάσος της Καστρίτσας, το «Φασίδερι» και συνολικά. Μετά από όσα έγιναν, δεν μπορεί πλέον η κυβέρνηση να μην ακούει όταν μιλάμε για την ανάγκη υλοποίησης σχεδίων προστασίας για τα άλση της Νέας Φιλαδέλφειας και του Βεΐκου, το δάσος Συγγρού και το δάσος στην Πεύκη, τον Υμηττό, την ρεματιά Πεντέλης-Χαλανδρίου, συνολικά την Πεντέλη και τον Υμηττό. Από τις απαντήσεις των υπουργείων μάθαμε ότι ακόμη και στις περιπτώσεις που υπάρχει σχεδιασμός, για παράδειγμα οι μελέτες του Δασαρχείου Πεντέλης για τη διαχείριση της δασικής βλάστησης στους δήμους Κηφισιάς και Διονύσου, αυτός αγνοείται.

Όλα είναι μια αλυσίδα. Πρόσφατα αδειοδοτήθηκαν εκ νέου λατομικές δραστηριότητες που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο το ευαίσθητο οικοσύστημα του Πεντελικού Όρους, ενώ απειλούμαστε με έντονα πλημμυρικά φαινόμενα λόγω και τον πρόσφατων καταστροφών. Μπορούμε να μιλάμε για την αναγκαιότητα της προστασίας των δασών που μας έμειναν, να θρηνούμε για τις ανάσες που θα μας «κλέψουν» τα καμένα δάση και την ίδια ώρα να επαναφέρουμε την ανάπτυξη των νταμαριών; Τα ψέματα τέλειωσαν. Η περιβαλλοντική πολιτική πρέπει να αναθεωρηθεί άμεσα και οι νέοι κανόνες να τηρηθούν από όλους. Στην περίπτωση του Πεντελικού Όρους, η ελπίδα προέρχεται από τους πολίτες, τους τοπικούς φορείς και τις συλλογικότητες που έχουν ενεργοποιηθεί εναντίον της αρνητικής προοπτικής για την ευρύτερη περιοχή.