«Raubkunst»: Είναι μια κατασκευασμένη γερμανική λέξη που κυριολεκτικά σημαίνει «κλεμμένη τέχνη». Χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς που λεηλάτησαν οι ναζί από Γερμανοεβραίους έως το 1939 και στη συνέχεια απ’ όλη την αποικιοκρατούμενη από τη Γερμανία Ευρώπη κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνο από τον Παρθενώνα οι ναζί δεν επιδίωξαν να κλέψουν τους θησαυρούς του.

Το είχε κάνει όμως τον προηγούμενο αιώνα η Βρετανία, η μόνη χώρα στην ιστορία που επιτέθηκε απευθείας στον Παρθενώνα. Ήταν τότε που ένας Βρετανός αξιωματούχος, ο Έλγιν, έστειλε στην Ακρόπολη εργάτες με τσεκούρια, βαριές και πριόνια για να κόψουν τα Μάρμαρα, το μεγαλειώδες τμήμα του ναού της Αθηνάς, ένα από τα πιο σημαντικά κτίρια στην παγκόσμια ιστορία, και να πάρουν τα ωραιότατα αγάλματα θεών, ανθρώπων και αλόγων. Πρόκειται για ένα από τα χειρότερα στην Ιστορία παραδείγματα εγκεκριμένης από το κράτος κλοπής έργων τέχνης και πολιτιστικού βανδαλισμού. Και τώρα τα κλεμμένα Μάρμαρα, που εν τω μεταξύ η βρετανική κυβέρνηση από τον Έλγιν, εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο, αφού τα λεύκαναν ανίδεοι έφοροι – παρόλο που ο Παρθενώνας, όπως όλοι οι ναοί της εποχής, ήταν βαμμένος με ζωηρά χρώματα.

Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος της Raubkunst του 20ού αιώνα έχει επιστραφεί στους ιδιοκτήτες της ή στα μουσεία και τους ιστορικούς τόπους από τους οποίους είχε λεηλατηθεί. Όμως στο Λονδίνο εξακολουθεί να υπάρχει το μεγαλύτερο στον κόσμο παράδειγμα Raubkunst, αφού η «κλεμμένη τέχνη» εξακολουθεί να παρακρατείται από τους μη νόμιμους ιδιοκτήτες της, όπως αναφέρει και σε άρθρο του ο βρετανικός «Independent». Γιατί τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν αποκτήθηκαν νόμιμα από τη Μεγάλη Βρετανία και η επιστροφή τους στην Ελλάδα δεν αποτελεί υπόθεση του Βρετανικού Μουσείου, αλλά των δυο κυβερνήσεων, κατά πώς είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος χαρακτηρίζει «πλαστές» τις βρετανικές θέσεις επί των θεμάτων αυτών και πράγματι είναι.

Η Ελλάδα διαθέτει πάμπολλα ντοκουμέντα περί του ότι τα γλυπτά διαρπάγησαν από τον Έλγιν, άρα η αγορά τους από το Βρετανικό Κοινοβούλιο δεν είναι νόμιμη. Οι ίδιοι οι Βρετανοί το γνωρίζουν, γι’ αυτό και το 1963 έκαναν τροποποίηση της πράξης αγοράς στη Βουλή, ώστε να… νομιμοποιήσουν την απάτη. Ο Έλληνας πρωθυπουργός, επικαλούμενος και απόφαση της UNESCO, που λέει ότι το θέμα είναι διακυβερνητικό, το έθεσε υπόψη του Άγγλου πρωθυπουργού κ. Τζόνσον, από τον οποίο βεβαίως δεν ανέμενε και θετική ανταπόκριση. Όσο όμως οι εκάστοτε διαδοχικές βρετανικές κυβερνήσεις κωφεύουν στις εκκλήσεις του ελληνικού λαού να του επιστραφεί η «κλεμμένη τέχνη» με τον ίδιο τρόπο που η λεία των ναζί επιστράφηκε στους δικαιωματικούς ιδιοκτήτες της, τόσο και θα φουντώνει το διεθνές κίνημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Και κάποια μέρα το αγγλικό κατεστημένο ίσως αναγνωρίσει το άδικο που έκανε στην Ελλάδα, αποκόπτοντας κάποια έργα τέχνης από το σπουδαιότερο κτίσμα του κόσμου.

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο