Το Συμβούλιο της Επικρατείας με μια σειρά αποφάσεών του, κρίνει συνταγματική τη στέρηση προαγωγής όσων απεργούν μετά από απόφαση της ΑΔΕΔΥ και δεν συμμετέχουν στη διαδικασία αξιολόγησης προς προαγωγή.

Το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ, με επτά αποφάσεις του, δεν επιτρέπει στους δημοσίους υπάλληλους να προαχθούν στο βαθμό του προϊσταμένου, εφόσον συμμετείχαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις κατά την διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης, επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων, καθώς σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας πρόκειται για «ηθελημένη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους».

Πιο αναλυτικά,  η ΑΔΕΔΥ διαφωνώντας με το νέο, τότε, σύστημα αξιολόγησης που προέβλεπε ο νόμος 4369/2016, κήρυξε απεργία-αποχή όλων των δημοσίων υπαλλήλων από κάθε διαδικασία αξιολόγησης σε όλα τα επίπεδα, μέχρι τη λήξη της διαδικασίας αξιολόγησης, όποτε αυτή και εάν γίνει. Με εξώδικο της άλλωστε, γνωστοποίησε στους αρμόδιους κρατικούς φορείς την απόφασή της για απεργία-αποχή για το επίμαχο θέμα.

Οι Δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι αποκλείστηκαν από την διαδικασία αξιολόγησης, εξαιτίας της συμμετοχής τους στις απεργιακές κινητοποιήσεις, προσέφυγαν στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί ο πίνακας αποκλειομένων του ειδικού συμβουλίου επιλογής προϊσταμένων.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας όμως, έκριναν ότι «στην περίπτωση κατά την οποία δημόσιος υπάλληλος δεν εκπληρώνει την κατά νόμο υποχρέωση αξιολογήσεως των υφισταμένων του συνεπεία της συμμετοχής του, ελευθέρως και αβιάστως, σε απεργία, δεν πληροί την θεσπισθείσα σχετική προϋπόθεση, ασχέτως προς την νομιμότητα ή μη της απεργίας».

Στο σκεπτικό τους, αναφέρουν ότι «η ερμηνεία αυτή των διατάξεων του άρθρου 24Α του ν. 4369/2016 δεν έρχεται σε αντίθεση προς το άρθρο 23 παράγραφος 2 του Συντάγματος, διότι η μη συνδρομή της ανωτέρω προϋποθέσεως για την συμμετοχή σε διαδικασία επιλογής και τοποθετήσεως προϊσταμένου συνεπεία απεργίας οφείλεται σε ηθελημένη μη εκπλήρωση της υποχρεώσεως παροχής των σχετικών υπηρεσιών εκ μέρους των υπαλλήλων και όχι σε αυτό τούτο το γεγονός της κηρύξεως της απεργίας και της συμμετοχής σε αυτήν, δεν θίγει το δικαίωμα της απεργίας ούτε συνιστά κύρωση που επιβάλλεται συνεπεία της ασκήσεώς του και άρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσκρούει στους ορισμούς της προαναφερόμενης συνταγματικής διατάξεως».

Το ΣτΕ έκρινε ακόμη, ότι δεν παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας και ο αποκλεισμός των δημοσίων υπαλλήλων εν προκειμένω δεν συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα ή πειθαρχική ποινή.

Πάντως, στο άρθρο 23 του Συντάγματος που αφορά τη συνδικαλιστική ελευθερία, στην παράγραφο 2 αναφέρει: «H απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών γενικά συμφερόντων των εργαζομένων.

Σε άλλο σημείο οι αποφάσεις του ΣτΕ, αναφέρουν:

«Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 Α του ν. 4369/2016, προκειμένου να εξυπηρετηθεί (σύμφωνα με την σχετική αιτιολογική έκθεση) η «λειτουργική διασύνδεση των συστημάτων αξιολόγησης και επιλογής προϊσταμένων των δημοσίων υπαλλήλων» και η «συνολική αντιμετώπιση των ζητημάτων διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού … ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη αξιοποίησή του», στο πλαίσιο των συνταγματικών αρχών της αξιοκρατίας και της ορθολογικής οργανώσεως και αποτελεσματικής λειτουργίας της Δημόσιας Διοικήσεως, προϋπόθεση συμμετοχής σε διαδικασίες επιλογής και τοποθετήσεως προϊσταμένων για τους ενδιαφερόμενους να καταλάβουν σχετικές θέσεις, οι οποίες συνάπτονται με την διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, με αντικειμενικότητα, αμεροληψία και αποτελεσματικότητα, αποτελεί η εκπλήρωση της υποχρεώσεως διενέργειας της κατά νόμο αξιολογήσεως των υφισταμένων τους, η οποία συνδέεται με την καταλληλότητά τους να καταλάβουν τις θέσεις αυτές. Με τις διατάξεις του άρθρου 24 Α του ν. 4369/2016 ρυθμίζεται ζήτημα οργανώσεως και λειτουργίας της Δημόσιας Διοικήσεως προς εξυπηρέτηση των εκτεθέντων σκοπών στο πλαίσιο των αναφερθεισών συνταγματικών αρχών, ασυνδέτως προς το δικαίωμα της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων».