Κατά τη συγκρότηση των Χανάτων του Αζερμπαϊτζάν, μια νέα πόλη είχε χτιστεί ως διοικητικό κέντρο μόνο στο Χανάτο του Καραμπάχ. Η πόλη ιδρύθηκε το 1752 από τον κυβερνήτη του Χανάτου, Παναχ Αλί- Χαν. Πρώτα έχτισε το φρούριο Μπαγιάτ ως τόπο κατοικίας, αλλά δεν ήταν επαρκής ως στρατιωτική οχύρωση, για αυτό στη συνέχεια ο Χαν αποφάσισε να χτίσει μια πιο ισχυρή και απόρθητη πόλη-φρούριο. Για τον λόγο αυτόεπιλέχθηκε το αρχαίο χωριό Σουσά σε υψόμετρο 1400 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας περιτριγυρισμένο από απότομους βράχους και δάση. Η πόλη ιδρύθηκε το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε ένα από τα κορυφαία οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα του Νοτίου Καυκάσου, ξεπερνώντας από αυτή την άποψη πολλές αρχαίες πόλεις των Χανάτων του Αζερμπαϊτζάν.

Σήμερα υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με την προέλευση και τη σημασία  του ονόματος της πόλης Σουσά. Ωστόσο, σύμφωνα με το λαϊκό μύθο, ο άνεμος αυτών των περιοχών ονομαζόταν «Σουσά» (που σημαίνει «γυάλινος» στην αζερμπαϊτζάνικη γλώσσα), επειδή ήταν τόσο αγνός και θεραπευτικός, όσο και ο κρύσταλλος.

Εξίσου ιδιαίτερη ήταν και η διαδικασία δημιουργίας των οικισμών της πόλης. Στην  αρχή μετακόμιζαν οι οικογένειες ευγενών και τεχνιτών, ενώ με την πάροδο του χρόνου κατέφθαναν κάτοικοι από άλλα, συχνά απομακρυσμένα μέρη, σχηματίζοντας ξεχωριστές συνοικίες.Κάποια απ’αυτά ήταν το Ταμπρίζ, το Αϊλίς και η Τζουλφά. Στη Σουσά διαμορφώθηκε ένας εκλεπτυσμένος πολιτισμός, οι δημιουργοί του οποίου προέρχονταν από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, ευγενείς, έμποροι και τεχνίτες. Οι ιδιαιτερότητες της σύνθεσης και των οικισμών στην πόλη αποτυπώθηκαν με φυσικό τρόπο στον πολεοδομικό σχεδιασμό: κάθε συνοικία έχτιζε το δικό της τζαμί, λουτρό, μεντρεσέ και άλλα κοινωνικά ιδρύματα της εποχής εκείνης.

Έναν σημαντικό παράγοντα στην ανάπτυξη της Σουσά αποτέλεσε το φρούριο της. Σύμφωνα με τις πηγές, μέχρι το 1797 ούτε ένας εχθρός πέρασε ποτέ αυτά τα τείχη. Το ασφαλές περιβάλλον συνέβαλε στην ενεργό ανάπτυξη της πόλης: πολλά καραβανσεράια, τζαμιά, τάφοι και άλλα πολύτιμα κτίσματα αρχιτεκτονικής ανεγέρθηκαν στη Σουσά, συμπεριλαμβανομένων και των  διάσημων αρχιτεκτονικών μνημείων, όπως το παλάτι του Χαν και το τζαμί Γκοβχαρ-αγά. Στην ίδια περίοδο εντάσσεται και το έργο του αξιοσημείωτου Αζερμπαϊτζανού ποιητή του 18ου αιώνα Μολλά Πανάχ Βαγκίφ, τα ποιήματα του οποίου ταξίδευαν σε ολόκληρη τη μουσουλμανική Ανατολή.

Μετά την προσάρτηση του Νοτίου Καυκάσου στη Ρωσία, το Χανάτο του Καραμπάχ είχε καταργηθεί. Ωστόσο, η Σουσά διατήρησε το διοικητικό της καθεστώς, αρχικά ως κέντρο της στρατιωτικής περιφέρειας και από το 1841 ως πρωτεύουσα του Χανάτου. Η σημασία της πόλης ως οικονομικού κέντρου αυξήθηκε σημαντικά: εδώ αναπτύχθηκαν βιοτεχνίες  κεντημάτων μεταξωτών υφασμάτων, η ταπητουργία και η οινοποίηση. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα έως και 2.000 τεχνίτες ζούσαν στη Σουσά.

Η Σουσά  αποτέλεσε επίσης ένα σημαντικό πολιτιστικό κέντρο του Νοτίου Καυκάσου. Το 1801 ιδρύθηκε σχολείο στο τζαμί του Ιμπραήμ Χαν, το οποίο λειτουργούσε ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το 1830 στη Σουσά άνοιξε το πρώτο νομαρχιακό σχολείο στο Αζερμπαϊτζάν. Η πόλη ήταν η πρώτη που άνοιξε τις δημόσιες βιβλιοθήκες. Διέθετε επίσης ένα μικρό τυπογραφείο.

Το 1848 έγινε η παρουσίαση της πρώτης θεατρικής παράστασης στη Σουσά και από το 1882 η πόλη αποτέλεσε ένα σημαντικό θεατρικό κέντρο.

Η Σουσά, από παλιά, επάξια απολαμβάνει τη φήμη του «Ωδείου του Καυκάσου». Αυτή η πόλη αποτελεί το λίκνο της μουσικής κουλτούρας του Αζερμπαϊτζάν.Εδώ είχε ιδρυθεί η επαγγελματική Σχολή της δημοτικής μουσικής. Πολλοί λαϊκοί ερμηνευτές του Σουσάς ήταν γνωστοί πολύ πιο πέρα από τα σύνορα του Χανάτου του Αζερμπαϊτζάν.

Λόγω των διεκδικήσεων των εδαφών του Αζερμπαϊτζάν, που πυροδοτήθηκαν από τις  Αρμενικές Εθνικιστικές ομάδες το 1905, όλο το Καραμπάχ μετατράπηκε σε αρένα των διεθνών συγκρούσεων. Οι Αρμένιοι σκότωναν και λήστευαν τους Αζερμπαϊτζάνους, καταστρέφοντας τα σπίτια τους και την πολιτιστική τους κληρονομιά. Τον Μάρτιο του 1920, μετά την εισβολή των τμημάτων των μονάδων του 11ου Κόκκινου Στρατού, η Σούσα τέθηκε  υπό τη Σοβιετική κυριαρχία.

Ως αποτέλεσμα των εσκεμμένων βημάτων της σοβιετικής ηγεσίας, το 1923 στο πάνω μέρος του Καραμπάχ δημιουργήθηκε η «Αυτόνομη Περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ», με την ιδέα της αρμενικής αυτονομίας εντός του Αζερμπαϊτζάν. Η Σουσά, επίσης,  είχε  συμπεριληφθεί στο νέο σχηματισμό, αλλά σε αντίθεση με την προηγούμενη απόφαση, όχι ως περιφερειακό κέντρο. Παρόλα αυτά, η πόλη συνέχιζε να παίζει το ρόλο ενός σημαντικού οικονομικού και πολιτιστικού κέντρου στην ευρύτερη περιοχή.

Η 8η Μαΐου 1992 είναι μια μαύρη ημερομηνία στην ιστορία του «Ωδείου του Καυκάσου», το οποίο καταλήφθηκε από τα Αρμενικά στρατεύματα. Από τότε οι κάτοικοι της Σουσά έγιναν εκτοπισμένοι στη γη των προγόνων τους. Μετά από 28 χρόνια της κατοχής, στις 8 Νοεμβρίου του 2020, η Σουσά απελευθερώθηκε. Το έτος 2022 είχε ανακηρυχθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν  Ιλχάμ Αλίεβ  ως «Έτος της Σουσάς» και φέτος επίσης γιορτάζεται η 270η  επέτειος της ένδοξης ιστορίας της Σουσάς.

Σήμερα, μετά από δεκαετίες καταστροφών και λεηλασιών υπό την αρμενική κατοχή, στην πόλη Σουσά υλοποιείται  γενική ανοικοδόμηση και αποκατάσταση, συμπεριλαμβανομένης της ιστορικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς. Παράλληλα με την ανοικοδόμηση παλαιών μουσουλμανικών μνημείων και τζαμιών, ανακαινίζονται και οι αρχαίες χριστιανικές εκκλησίες. Στο Αζερμπαϊτζάν δεν υπάρχει διαφοροποιημένη προσέγγιση  με βάσει τη θρησκευτική πίστη, όλα τα μνημεία και οι θρησκευτικοί χώροι ανήκουν εξίσου στην πολυπολιτισμική κληρονομιά του Αζερμπαϊτζάν. Η Σούσα, η δεύτερη μεγαλύτερη και αρχαιότερη πόλη στο Καραμπάχ, απέκτησε τη νέα της πνοή και ζωή. Χάρη της πλούσιας ιστορίας και της πολιτιστικής της κληρονομιάς, η Σουσά, ως πολιτιστική πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, τα προσεχή χρόνια θα γίνει ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της χώρας και τόπος που  ευνοεί τη διεξαγωγή διάφορων διεθνών εκδηλώσεων και θα αποτελέσει το σημείο συνάντησης διαφορετικών πολιτισμών.

 

Φιρτνοβσίε Αχμέντοβα

Επικεφαλής της Σχολής της Ιστορίας

Ακαδημία της Δημόσιας Διοίκησης του Αζερμπαϊτζάν