«Δεν αφορούν θέματα κυριαρχίας τα ζητήματα της δήλωσης του πρωθυπουργού σχετικά με τις υποχωρήσεις», ανέφερε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της ΚΟ του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ», Ιω. Κόντη, με θέμα «Ανεπίτρεπτες υποχωρήσεις προς την Τουρκία».

Κληθείς να απαντήσει ποιες είναι οι «υποχωρήσεις», στις οποίες αναφέρθηκε ο κ. Μητσοτάκης σε τηλεοπτικό σταθμό, μετά τη συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Βίλνιους της Λιθουανίας, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «η κυριαρχία είναι απόλυτη, ενιαία και αναφαίρετη, και ως εκ τούτου, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, δεν επιδέχεται οποιασδήποτε παραχώρησης-συρρίκνωσης».

Εκείνο που ανέφερε ο πρωθυπουργός, είπε ο κ. Γεραπετρίτης, «είναι ότι σε μία συζήτηση, η οποία θα ανοίξει με τη γείτονα, και η οποία προφανώς και δεν μπορεί να αφορά τα θέματα κυριαρχίας, υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν κι ορισμένες αποκλίσεις από την αρχική μας σχέση, η οποία όμως απόκλιση, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να είναι επιζήμια για τα εθνικά μας θέματα ούτε μπορεί να αφορά θέματα κυριαρχίας. Άρα, η λογική είναι ότι σε μία συζήτηση μπορεί να υπάρξουν κάποιες αποκλίσεις από την αρχική μας γραμμή. Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι μία συζήτηση ακριβώς αυτό ενέχει: Το στοιχείο της συζήτησης, ώστε σε κάποια στιγμή να μπορέσει να υπάρξει μία κοινή πλεύση, μία σύζευξη. Αυτό, εξάλλου, θα μπορούσε να συμβεί και στο διεθνές δικαστήριο εάν οψέποτε η διαφορά αγόταν ενώπιόν του. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να υπάρχει οποιαδήποτε παραχώρηση σε σχέση με θέματα κυριαρχίας».

Υπενθύμισε, μάλιστα, ότι «ήταν η παρούσα κυβέρνηση, υπό την προηγούμενη θητεία της, η οποία επεξέτεινε στα 12 μίλια και ως το ακρωτήριο Ταίναρο τα χωρικά μας ύδατα, μεγαλώνοντας την κυριαρχία και διευρύνοντας τα όρια της ελληνικής επικράτειας».

Αναπτύσσοντας την ερώτησή του, ο κ. Κόντης ζήτησε να μάθει τι διημείφθη στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, ποιες είναι οι υποχωρήσεις που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, πότε θα μπορέσουμε να οριοθετήσουμε την ελληνική ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία και πότε θα επεκταθούν τα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο.

Ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε ότι η συζήτηση που έγινε στο Βίλνιους μεταξύ ελληνικής και τουρκικής αντιπροσωπείας ήταν μία συζήτηση, η οποία είχε σκοπό την επανεκκίνηση των συζητήσεων σχετικά με τα θέματα που αφορούν τα ελληνοτουρκικά.

Όπως επεσήμανε, ήταν μία συζήτηση που έγινε σε εποικοδομητικό κλίμα, μία συζήτηση που κατατείνει στο να καταστήσει ένα καθεστώς εμπιστοσύνης και ειλικρινούς σχέσης. Ουσιαστικά, θα οδηγήσει σε μία καλύτερη σχέση φιλίας και καλής γειτονίας. Σε κάθε περίπτωση, συνέχισε ο υπουργός, ο οδικός χάρτης που δρομολογούμε και αφορά τον πολιτικό διάλογο μεταξύ των υπουργών, τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των στρατιωτικών, των αρμοδίων προς τούτο, καθώς επίσης και τη θετική ατζέντα με τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης περαιτέρω σχέσεων, κυρίως οικονομικών και εμπορικών, εξαρτάται σε κάθε περίπτωση και από τη στάση που θα τηρήσει η γείτων.

«Είναι προφανές ότι υπό καθεστώς απειλών ή οποιασδήποτε άλλης εχθροπαθούς ή μισαλλόδοξης στάσης, είναι αδύνατο να υπάρξει η οποιαδήποτε συνεννόηση», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών.

Ο ίδιος ανέφερε ότι, προσβλέπουμε παρά ταύτα στο να οικοδομηθεί ένα καλό κλίμα όπως εγκαταστάθηκε μετά τον σεισμό του Φεβρουαρίου. «Υπάρχει μία μεγάλη διαφορά μας, η οποία μπορεί να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας και είναι η διαφορά για την οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης και της υφαλοκρηπίδας. Για να γίνει αυτό, είναι προφανές ότι η Ελλάδα ανέκαθεν και σταθερά υποστηρίζει το Διεθνές Δίκιο και ερείδεται η εξωτερική της πολιτική στο Διεθνές Δίκαιο. Εμείς δεν πρόκειται να κάνουμε καμία απολύτως παραχώρηση σε σχέση με όσα απονέμει το Διεθνές Δίκαιο στη χώρα μας», επανέλαβε ο κ. Γεραπετρίτης.

Όσο για την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, σημείωσε πως πρόκειται για ένα αναφαίρετο δικαίωμα το οποίο έχει η Ελλάδα εκ του Διεθνούς Δικαίου.

Τέλος, ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι για όσα περαιτέρω διεμείφθησαν στη συζήτηση μεταξύ ελληνικής και τουρκικής αντιπροσωπείας, «έχω ήδη ζητήσει από τα κόμματα, να ενημερώσω τους εκπροσώπους τους και αυτό θα συντελεστεί, εφόσον συμφωνήσετε, την επόμενη Παρασκευή, έτσι ώστε να έχετε και μία πλήρη γνώση για το πού βρίσκεται, έστω ακόμα και σε πρώιμο στάδιο, η συζήτηση που γίνεται για τα ελληνοτουρκικά [..] Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, ενισχύει την αμυντική της ισχύ, ενισχύει τη διπλωματική της θέση, έχει ερείσματα στο Διεθνές Δίκαιο και με βάση αυτήν την πολιτική θα πορευτούμε».