Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha, αναφέρθηκε στην προστασία του μνημείου της Ακρόπολης και στην αναβάθμιση της εμπειρίας του επισκέπτη, με αφορμή τη σημερινή έναρξη του προγράμματος ωριαίων ζωνών επισκεψιμότητας.

Η υπουργός, τονίζοντας ότι βασικό μέλημα του υπουργείου είναι η προστασία του μνημείου της Ακρόπολης, αναφέρθηκε στη μελέτη του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ), από την οποία προκύπτει ότι ο ημερήσιος αριθμός επισκεπτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 20.000, κατανεμημένοι σε συγκεκριμένο αριθμό ανά ζώνη της μίας ώρας.

Η ίδια, τόνισε, ότι η μελέτη έχει λάβει υπόψη της τον χρόνο παραμονής και εξόδου των επισκεπτών, προκειμένου να αποφευχθεί ο υπερβολικός αριθμός παράλληλων επισκέψεων, ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες, κατά τις οποίες έχει παρατηρηθεί μεγάλη συσσώρευση. Ως αποτέλεσμα αυτής της κατανομής, ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να επωφεληθεί ποιοτικότερου χρόνου, κατά την περιήγησή του, εμπλουτίζοντας τις πληροφορίες του για τον χώρο και την ιστορία του.

Η υπουργός, αναφέρθηκε και στη χρήση του προγράμματος ζωνών επισκεψιμότητας από επαγγελματίες του τουρισμού, οι οποίοι διαχειρίζονται συνήθως μεγάλο αριθμό επισκεπτών (γκρουπς). Ακόμη, τόνισε, ότι από τον Ιούλιο μέχρι και τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου, έχουν γίνει συστηματικές συναντήσεις των επαγγελματιών του τουρισμού με στελέχη του ΟΔΑΠ και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, προκειμένου να ενημερωθούν και να προσαρμοστούν στη νέα διαδικασία.

«Το πρόγραμμα είναι on line. Επομένως, μπορείς, ανά πάσα στιγμή, να μπεις και να δεις τη διαθεσιμότητα που υπάρχει. Ο στόχος είναι να αποφεύγουμε τη συσσώρευση η οποία συνέβαινε μέχρι χθες, με το 50% των επισκεπτών να θέλουν να ανέβουν στην Ακρόπολη το διάστημα 08:00-11:00 πμ. Αυτό ήταν προβληματικό για το μνημείο, αλλά και για τους ίδιους, διότι, εκ των πραγμάτων, στον χώρο των Προπυλαίων δημιουργείται ένας “λαιμός μπουκαλιού”. Επομένως, με το να υπάρχουν οι ζώνες και να είναι αυστηρά καθορισμένος αριθμός ο οποίος έχει μελετηθεί και δίνει μια συνεχή ροή, όχι μόνο στον αρχαιολογικό χώρο, αλλά και στα Προπύλαια, αυτομάτως καθιστά την εμπειρία του επισκέπτη πολύ πιο θετική», σημείωσε η υπουργός.

Επιπλέον, εξήγησε, ότι είναι ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα, δεδομένου ότι πρόκειται για πράξη που προέρχεται από ανθρώπους οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για τη φύλαξη των συλλογών. Παράλληλα, σημείωσε, για ακόμη μια φορά, ότι το αίτημα για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, που αποτελεί εθνικό στόχο για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό προσωπικά, ταυτίζεται χρονολογικά με την έναρξη του νέου ελληνικού κράτους. Παραμένει διαρκές εδώ και 200 χρόνια.

«Στρατηγική η οποία ανακοινώνεται, παύει να είναι στρατηγική. Δεν μπορεί κανείς να παρουσιάζει αυτά τα οποία σκέφτεται να κάνει. Επαναλαμβάνω όμως κατηγορηματικά ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή ακολουθεί απολύτως τις κόκκινες γραμμές οι οποίες έχουν τεθεί για αυτό το μείζον εθνικό θέμα, μη μπορώντας, σε καμία περίπτωση, να αναγνωρίσει οποιοδήποτε δικαίωμα ιδιοκτησίας, νομής και κατοχής στο Βρετανικό Μουσείο, καθώς τα γλυπτά του Παρθενώνα βρίσκονται εκεί ως προϊόν κλοπής», επισήμανε η υπουργός Πολιτισμού.