Μία εβδομάδα πέρασε από την «ιστορική», κατά πως έχει χαρακτηριστεί, συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και την υπογραφή της Διακήρυξης Φιλίας, και το συμπέρασμα είναι πως έκλεισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το μοναδικό ανοικτό μέτωπο που απασχολούσε τη χώρα μας στις διεθνείς της σχέσεις.

Έστω και αν η αίσια έκβαση της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα βασίστηκε στην ανάγκη της τουρκικής ηγεσίας να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τη Δύση γενικότερα και την Ευρώπη ειδικότερα, μετά το πλήθος παλινωδιών που συνόδευσαν τη στάση της τα προηγούμενα χρόνια, τα «ήρεμα νερά» είναι το αποτέλεσμα και ένα τριπλό κέρδος για εμάς.

Πρώτον, εδραιώνεται ο ρόλος της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή: Είναι ο ρόλος του ενός πρωταγωνιστή, αφού καμία άλλη χώρα –και οπωσδήποτε όχι η Τουρκία– δεν μπορεί να τον διαδραματίσει.

Δεύτερον, ενισχύεται η θέση της χώρας στο τρίγωνο Τουρκία – ΕΕ – ΗΠΑ, αφού καθίσταται σαφές για την Άγκυρα ότι, για να ικανοποιήσει τις όποιες δυτικόστροφες επιδιώξεις της, θα πρέπει πρώτα να «κόψει εισιτήριο» στην Αθήνα.

Τρίτον, οι δεκαπέντε συμφωνίες που υπογράφηκαν ανάμεσα στις δύο πλευρές ανοίγουν τον δρόμο σε μια σειρά από οικονομικά οφέλη, τα οποία εντάσσονται με τη σειρά τους σε ένα γενικότερο οικονομικό κλίμα και πλαίσιο, που κάθε άλλο παρά αδιάφορες αφήνει τις διεθνείς αγορές.

Το συμπέρασμα πάντως είναι αυτό που τονίζεται στην αρχή: Ότι έκλεισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το μοναδικό ανοικτό μέτωπο που απασχολούσε τη χώρα μας στις διεθνείς της σχέσεις. Μένουν ωστόσο ανοικτά τα «μέτωπα εσωτερικού».

Κι εκεί η κυβέρνηση διαθέτει λιγότερη συναίνεση (όπως έδειξε και η ανακοίνωση των μέτρων για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας) απ’ ό,τι στη χάραξη της εξωτερικής της πολιτικής. Μακάρι η αξιωματική και η ελάσσων αντιπολίτευση να επιδείξουν την ίδια «σοβαρότητα» και σε άλλα επιμέρους μέτωπα. Αλλά κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο