Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωάννα Κλάπα- Χριστοδουλέα κατά την Πειθαρχική Ολομέλεια του Ανωτάτου Πολιτικού Δικαστηρίου, στην οποία είχαν παραπεμφθεί 8 δικαστές και εισαγγελείς, με το ερώτημα της οριστικής παύσης, λόγω ανεπάρκειας και ένας λόγω αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς, ανέφερε: «Ο πολίτης δεν θέλει λόγια, θέλει να πάρει την απόφαση στα χέρια του και οι καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων είναι αρνησιδικία».

Τελικά, από την 65μελή Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και με τη συμμετοχή της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη, απολύθηκαν οριστικά από το δικαστικό σώμα 3 δικαστές, σε έναν επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο, ενώ αυτοπαραιτήθηκαν άλλοι 3. Αντίθετα, απορρίφθηκε το αίτημα απόλυσης δυο δικαστών και αναβλήθηκε η υπόθεση μιας Πρωτοδίκου.

Πιο αναλυτικά, απολύθηκαν 2 εφέτες και ένας πρωτοδίκης, ενώ σε έναν ειρηνοδίκη επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο στέρησης αποδοχών 3 μηνών. Ένας εφέτης παραιτήθηκε πριν την σύγκληση της Πειθαρχικής Ολομέλειας και μια πρόεδρος Πρωτοδικών, όπως και ένας αντεισαγγελέας Πρωτοδικών, παραιτήθηκαν κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον της Ολομέλειας.
Αν και είχαν παραπεμφθεί με το ερώτημα της οριστικής απόλυσης λόγω ανεπάρκειας (καθυστερήσεις) δεν απολύθηκε ομόφωνα μια Εφέτης (είχε καθυστερήσεις κατά κανόνα σε εργατικές υποθέσεις), όπως δεν απολύθηκε κατά πλειοψηφία (59-6) μια Πρωτοδίκης. Δεν απολύθηκαν οι δύο αυτοί δικαστικοί λειτουργοί, καθώς όπως διαπιστώθηκε καλύψαν τις καθυστερήσεις, δηλαδή, στο μεσοδιάστημα δημοσίευσαν τις αποφάσεις που είχαν σε εκκρεμότητα. Επίσης, η υπόθεση μιας Πρωτοδίκου αναβλήθηκε καθώς διαγνώστηκε θετική στην Covid-19.

Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση με την απίθανη συμπεριφορά Εφέτη, που υπηρετούσε στη Ήπειρο, ο οποίος παραπέμφθηκε με το ερώτημα της οριστικής απόλυσης για κατ΄ εξακολούθηση αναξιοπρεπή συμπεριφορά εκτός υπηρεσίας.

Ο Εφέτης τον Μάρτιο του 2020 μπήκε σε σούπερ μάρκετ αγόρασε προϊόντα αξίας 14€ περίπου και πήγε στο ταμείο φωνάζοντας συγχρόνως ότι είναι φορέας του κορωνοϊού και παρακάμπτοντας τη σειρά των πελατών οι οποίοι ήταν εμπρός από το ταμείο, πλήρωσε τα προϊόντα που αγοράσει, βγήκε από το σούπερ μάρκετ και μπήκε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο του μάρκας Audi, το οποίο ήταν σταθμευμένο και δεν είχε πινακίδες κυκλοφορίας. Οι πινακίδες ήταν στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου, όπως διαπιστώθηκε μεταγενέστερα. Η συμπεριφορά του Εφέτη προκάλεσε πανικό και αναστάτωση μέσα στο κατάστημα και η ταμίας ειδοποίησε τον υπεύθυνο του σούπερ μάρκετ και αυτός με τη σειρά του κάλεσε την Αστυνομία. Αμέσως κατέφθασε περιπολικό με δυο άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. Οι αστυνομικοί ζήτησαν να τους δώσει ταυτότητα και άδεια οδήγησης. Ο Εφέτης αρχικά αρνήθηκε να δώσει τα στοιχεία που του ζητήθηκαν και αντί της άδειας οδήγησης του αυτοκινήτου έδωσε στους αστυνομικούς παλιά άδεια οδήγησης μοτοποδηλάτου. Στην συνέχεια οι αστυνομικοί τον ρώτησαν για ποιο λόγο βρισκόταν εκεί και μέσα στο αυτοκίνητο και εκείνος απάντησε ότι κάθεται εκεί «και ξύνει τα αρχί… του και να πάνε και αυτοί να του τα ξύσουν», ενώ συγχρόνως τους είπε αν θέλουν να βρουν τα στοιχεία του, να τα αναζητήσουν στο κομπιούτερ, εννοώντας της ΕΛ.ΑΣ. Επανειλημμένα αρνήθηκε να βγει από το αυτοκίνητο, λέγοντας ότι μόνο εισαγγελέας μπορεί να τον βγάλει και απευθυνόμενος στους αστυνομικούς τους είπε «θα δείτε τι θα πάθετε». Το περιστατικό έγινε αντιληπτό από τον κόσμο ο οποίος είχε μαζευτεί κοντά στο αυτοκίνητο του Εφέτη και παρακολουθούσε τα διαδραματιζόμενα. Τότε εκείνος ξαφνικά βγήκε από το αυτοκίνητο και οι αστυνομικοί προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν, αλλά εκείνος αντέδρασε και για να τον ακινητοποιήσουν τον έριξαν στο έδαφος και του φόρεσαν χειροπέδες. Την στιγμή που του περνούσαν τις χειροπέδες ο δικαστής φώναζε: «Ψάξτε, έχω ναρκωτικά». Κατά τη μικροσυμπλοκή αυτή τραυματίστηκε ελαφρά ο ένας εκ των αστυνομικών στο χέρι και μετά το περιστατικό οδηγήθηκε στο τοπικό Κέντρο Υγείας. Τον έβαλαν στο περιπολικό και πηγαίνοντας προς το Αστυνομικό Τμήμα, ο Εφέτης τους έλεγε «αρχ… εσένα θα σε γαμ…». Στο Αστυνομικό Τμήμα έγιναν γνωστά τα στοιχεία του, όπως και η επαγγελματική του ιδιότητα και με εντολή εισαγγελέα αφέθηκε ελεύθερος.
Τελικά αλληλομυνήθηκαν Εφέτης, αστυνομικοί και ταμίας του σούπερ μάρκετ, ενώ ο δικαστικός λειτουργός με την μήνυσή του στράφηκε και κατά του διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος. Πάντως, να σημειωθεί ότι στον εν λόγω Εφέτη και κατά το παρελθόν (2021) του είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή προσωρινής παύσης 6 μηνών για απρεπή συμπεριφορά, εντός και εκτός υπηρεσίας.

Η αρεοπαγίτης εισηγήτρια της υπόθεσης, τόνισε ότι ο εν λόγω Εφέτης «δεν έχει συναίσθηση των βασικών υποχρεώσεων του ως δικαστικού λειτουργού και στερείται του απαιτούμενου για δικαστικό λειτουργό ήθος, ενώ θίγει σοβαρά το κύρος του ίδιου και της Δικαιοσύνης» και εισηγήθηκε την οριστική απόλυσή του.

Ενώπιον της Ολομέλειας ο Εφέτης ισχυρίστηκε ότι είχε βγάλει τις πινακίδες κυκλοφορίας του αυτοκινήτου και τις είχε στο παρμπρίζ, επειδή «ήθελε να βάψει τις προσόψεις του αυτοκινήτου», ενώ αρνήθηκε ότι έχει διαπράξει κάποιο αδίκημα. Αναφερόμενος στα γεγονότα, τα παρουσίασε με την δική του οπτική γωνία.

Σε ερώτηση της προέδρου της Ολομέλειας για το που αποδίδει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στράφηκαν εναντίον του, εκείνος απάντησε ότι η συμπεριφορά τους ήταν προβοκατόρικη, ήταν πράκτορες και προσπάθησαν να τον εμφανίσουν ως επικίνδυνο.

Ακόμη, ανέφερε ότι έχει διατελέσει ανακριτικής και ξέρει τι διαδικασίες ακολουθούν οι αστυνομικοί οι οποίοι παρανομούν και ότι ο αστυνομικός που κτύπησε κατά τη σύλληψή του αυτοτραυματίστηκε. Τελικά, ομόφωνα ο Εφέτης απολύθηκε οριστικά από το δικαστικό σώμα.