Όταν μιλάμε για πρόληψη του καρκίνου του μαστού εννοούμε οποιαδήποτε ενέργεια γίνεται με στόχο την ελάττωση της πιθανότητας ανάπτυξης της νόσου. Θεωρητικά, η πρόληψη μπορεί να είναι πρωτογενής, δηλαδή να προλάβει την εμφάνιση μιας νόσου, και δευτερογενής, δηλαδή να διαγνώσει την εμφάνιση της νόσου όσο το δυνατόν πιο νωρίς (σε πρώιμο/αρχικό της στάδιο).
«Στον καρκίνο του μαστού δεν μπορεί να υπάρξει πρωτογενής πρόληψη, ωστόσο υπάρχει δευτερογενής πρόληψη και μάλιστα αρκετά αποτελεσματική όπως δείχνουν τα στοιχεία, καθώς, παρά την αύξηση των περιστατικών καρκίνου του μαστού ο αριθμός θανάτων από τη νόσο ελαττώνεται», επισημαίνει η κ. Μαρουλιώ Σταθουλοπούλου Διευθύντρια Χειρουργικής Κλινικής Μαστού στο Metropolitan Hospital, Πρόεδρος του Παραρτήματος Λοκρίδος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας.

«Πού οφείλεται αυτό το γεγονός;»,  συνεχίζει: «Στη δευτερογενή πρόληψη, στις νέες πιο εξελιγμένες θεραπείες, στην όλο και πιο θαρραλέα στάση των γυναικών απέναντι στη νόσο, στην καλύτερη ενημέρωση και στην προσπάθεια εντοπισμού των παραγόντων κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού και ενεργοποίησης κάποιων αποδεδειγμένα προστατευτικών παραγόντων».

Παράγοντες κινδύνου
Οι παράγοντες κινδύνου από τη νόσο κατηγοριοποιούνται σε αναστρέψιμους και σε μη αναστρέψιμους.

Παράγοντες που δεν είναι αναστρέψιμοι είναι το οικογενειακό ιστορικό, οι γενετικοί παράγοντες, το ατομικό ιστορικό, ο μοριακός τύπος καρκίνου του μαστού, η έναρξη και η παύση της έμμηνου ρύσης και η φυλή.

Αναστρέψιμοι παράγοντες κινδύνου, δηλαδή παράγοντες τους οποίους μπορούμε με διάφορους τρόπους να μεταβάλουμε μειώνοντας σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού είναι το ιστορικό αναπαραγωγής, η χρήση αντισυλληπτικών, η ορμονική θεραπεία υποκατάστασης, η κατανάλωση οινοπνεύματος, η παχυσαρκία και το κάπνισμα.

Προστατευτικοί παράγοντες
Οι προστατευτικοί παράγοντες είναι: η αερόβια άσκηση και ο έλεγχος του σωματικού βάρους. Αυτό σημαίνει ότι υιοθετώντας μια πιο σωστή διατροφή όπως π.χ. η μεσογειακή και βάζοντας την άσκηση στη ζωή μας, σε συνδυασμό με οριστική διακοπή του καπνίσματος και περιορισμό της κατανάλωσης αλκοόλ μειώνουμε τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού (αλλά και άλλων καρκίνων).

«Ας σημειωθεί όμως», διευκρινίζει η ειδικός, «ότι η αναστροφή των παραγόντων κινδύνου και η εφαρμογή προστατευτικών παραγόντων μειώνουν τον κίνδυνο αλλά δεν εξασφαλίζουν ότι δεν θα αναπτυχθεί καρκίνος. Γι’ αυτό ακριβώς είναι που χρειάζεται η δευτερογενής πρόληψη, δηλαδή η έγκαιρη διάγνωση της νόσου, που μπορεί να επιτευχθεί με συγκεκριμένους τρόπους: τον προληπτικό έλεγχο (κλινική εξέταση του μαστού, μαστογραφία και άλλες απεικονιστικές εξετάσεις), καθώς και την αυτοεξέταση μαστού».

Ο προληπτικός έλεγχος
Ο καρκίνος του μαστού έχει μια ασυμπτωματική φάση (υπάρχει χωρίς συμπτώματα), η οποία μπορεί να εντοπιστεί με τη μαστογραφία από 1 έως 5 χρόνια πριν την κλινική του εκδήλωση. Αυτό και μόνο το γεγονός δείχνει όχι μόνο πόσο σημαντικός είναι ο προληπτικός έλεγχος αλλά και γιατί δεν πρέπει να αμελείται ή να αναβάλλεται. Όμως, ποιες γυναίκες και πότε πρέπει να εξετάζονται;

«Η ηλικία έναρξης του προληπτικού ελέγχου είναι τα 40 έτη. Αυτός περιλαμβάνει μαστογραφία και κλινική εξέταση. Οι γυναίκες 40 ετών και άνω θα πρέπει να κάνουν πλήρη προληπτικό έλεγχο κάθε χρόνο, ενώ οι γυναίκες μεταξύ 20 και 30 ετών θα πρέπει να υποβάλλονται σε κλινική εξέταση κάθε τρία χρόνια.

Οι γυναίκες υψηλού κινδύνου (με οικογενειακό ή ατομικό ιστορικό ή γενετική προδιάθεση) θα πρέπει να υποβάλλονται σε κλινική εξέταση κάθε 6-12 μήνες από την ηλικία των 25 ετών ή 10 χρόνια πριν την ηλικία εμφάνισης καρκίνου μαστού στο νεότερο σε ηλικία συγγενικό τους πρόσωπο. Επίσης, θα πρέπει να υποβάλλονται σε ετήσιο έλεγχο με MRI (μαγνητική τομογραφία) από τα 25 τους έτη ή, εναλλακτικά, επί αδυναμίας διενέργειας MRI, σε υπερηχογράφημα μαστών και, επιπλέον, σε ετήσια μαστογραφία από τα 30 τους έτη.

Τέλος, οι γυναίκες από τα 55 ως τα 75 και πλέον έτη, δηλαδή μετά την εμμηνόπαυση, θα πρέπει να εξετάζονται αυστηρά κάθε χρόνο, γιατί σε αυτές τις ηλικίες εμφανίζονται πιο συχνά οι κακοήθειες του μαστού» τονίζει η κ. Σταθουλοπούλου.

Μπορεί να παραλειφθεί ο προληπτικός έλεγχος;
Όχι, ο προληπτικός έλεγχος δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραλείπεται ή να αμελείται για κανέναν λόγο.
«Ο καρκίνος του μαστού είναι καρκίνος που θεραπεύεται πλήρως εφόσον διαγνωστεί εγκαίρως και η απόλυτη προϋπόθεση της έγκαιρης διάγνωσης είναι ο προληπτικός έλεγχος. Εάν μια ασθενής χάσει/ξεχάσει/αμελήσει μια μαστογραφία, οι συνέπειες μπορεί να είναι περιορισμένες ή να μην υπάρχουν, αν όμως χάσει περισσότερες, ο αντίκτυπος μπορεί να είναι εξαιρετικά σοβαρός με υλικό κόστος, επιβάρυνση του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης και, πιθανόν, μια ζωή άδικα χαμένη. Κάτι τέτοιο συνέβη, δυστυχώς, στις αρχές της πανδημίας, όταν πολλές γυναίκες καθυστέρησαν ελέγχους και μαστογραφίες με αποτέλεσμα να μη διαγνωστούν εγκαίρως», αναφέρει.

Η αυτοεξέταση
Η αυτοεξέταση έχει ως στόχο την ανίχνευση από την ίδια τη γυναίκα οποιασδήποτε αλλαγής στο μαστό και την χωρίς καθυστέρηση επίσκεψή της στον ειδικό ιατρό. Καλό είναι να γίνεται μία φορά τον μήνα για κάθε γυναίκα και, ειδικά για τις γυναίκες που έχουν έμμηνο ρύση, αμέσως μόλις τελειώσει η περίοδος, γιατί τότε ο μαστός είναι πιο ομαλός, λιγότερο πρησμένος και ανώδυνος. Αν σε μια αυτοεξέταση, μια γυναίκα ανακαλύψει ότι υπάρχει κάτι, δεν πρέπει να πανικοβληθεί, διότι 7 στα 10 ογκίδια που ψηλαφούνται στον μαστό δεν είναι κακοήθη. Συνήθως είναι μια απλή κύστη ή ένα καλόηθες μόρφωμα.

Η καλύτερη ενημέρωση
Σήμερα, η συνέπεια των γυναικών όσον αφορά τους απαραίτητους προληπτικούς ελέγχους για τον καρκίνο του μαστού είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι παλιότερα και σ’ αυτό παίζει ρόλο το γεγονός ότι υπάρχει όλο το χρόνο ενημέρωση γύρω από τα οφέλη της πρόληψης (από ΜΚΟ, ιατρικές ομάδες και από όλα τα ΜΜΕ), πραγματοποιούνται συνεχώς δωρεάν προληπτικοί έλεγχοι και γίνονται προσφορές που κάνουν πιο εύκολες τις εξετάσεις, με αποκορύφωμα τον Οκτώβριο, μήνα αφιερωμένο στην πρόληψη της νόσου.

Η θαρραλέα στάση των γυναικών απέναντι στη νόσο

Μια γυναίκα που ενημερώνεται ότι νοσεί από καρκίνο του μαστού σίγουρα στην αρχή πανικοβάλλεται. Ωστόσο, μετά από το πρώτο σοκ, κάποιες γυναίκες πεισμώνουν και λένε στον εαυτό τους ότι θα τα καταφέρουν. «Η 17χρονη εμπειρία μου “λέει” ότι τις γυναίκες που δεν φοβήθηκαν τη νόσο, τις φοβήθηκε η νόσος, γιατί την αντιμετώπισαν με πολύ καλύτερη ψυχολογία. Η καλή ψυχολογία ενισχύει τον οργανισμό και το ανοσοποιητικό του σύστημα και βοηθάει να γίνει αντιληπτό ότι ο πόνος, η πτώση των μαλλιών και η αλλαγή της εικόνας της ασθενούς είναι περαστικά, ενώ η θεραπεία μπορεί να είναι οριστική. Το μόνο που πρέπει να φοβάται κάθε