Νέος χρόνος, πολλές προκλήσεις, πολεμικές συγκρούσεις στην ευρύτερη γειτονιά μας και γεωπολιτική αστάθεια. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό των Ηνωμένων Πολιτειών, θέτουν στην Ευρώπη νέα δεδομένα και την ανάγκη εγρήγορσης και ετοιμότητας για κάθε ενδεχόμενο.
Ήταν επόμενο η εξέλιξη των ευρωατλαντικών σχέσεων να απασχολήσει την πρόσφατη άτυπη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών. Όλοι αναγνώρισαν την ανάγκη τής από κοινού ανάπτυξης στρατιωτικών ικανοτήτων και της μεγαλύτερης αμυντικής αυτονομίας της Ευρώπης.
Στη Σύνοδο αυτή, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προχώρησε σε μία πρόταση αποφασιστικής σημασίας για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας. Πρότεινε τη σύσταση ταμείου 100 δισ. ευρώ, στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης, από το οποίο θα χρηματοδοτούνται κοινές ευρωπαϊκές δράσεις, όπως για παράδειγμα η ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα. Η πρωτοβουλία αυτή της ελληνικής πλευράς αποτελεί ορόσημο, καθώς ανοίγει τον δρόμο για την ανάδειξη της Ευρώπης ως αυτόνομου και σταθερού γεωπολιτικού παράγοντα.
Ως Ευρωπαίοι, έχουμε χρέος να μην ξεχνάμε το συλλογικό καλό, αναγνωρίζοντας ότι σε κάθε σημαντική απόφαση φοράμε δύο καπέλα: αυτό της εθνικής ευθύνης και εκείνο της ευρωπαϊκής ταυτότητας, όπως επεσήμανε πρόσφατα ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια συζήτησής του με τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας και πρόεδρο του Ινστιτούτου Ζακ Ντελόρ, Ενρίκο Λέτα.
Η ισορροπία αυτή είναι δύσκολη άσκηση και επιτυγχάνεται μόνο από ικανούς παίκτες. Και η χώρα μας έχει την τύχη να εκπροσωπείται από έναν από τους ικανότερους! Όπως η δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης τη δεκαετία του 1990 βοήθησε στο να βρεθεί η ισορροπία μεταξύ διαφορετικών οικονομιών των κρατών-μελών, έτσι και σήμερα απαιτούνται εκ νέου σύμπνοια και συντονισμός για την αμυντική ενοποίηση. Μέσα σε ένα παγκόσμιο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, μόνο έτσι θα πείσουμε ότι η ήπειρός μας είναι ισχυρή και απολύτως ικανή να προστατεύσει τους πολίτες της. Παράλληλα, δεν πρέπει να υποτιμούμε τα οφέλη που θα προκύψουν από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, όπως η ενίσχυση της ανθεκτικότητας, της οικονομίας και η ανταγωνιστικότητα της Ένωσης.
Σε κάθε συμμαχία, όμως, η όποια απόφαση θα πρέπει να έχει ως επίκεντρο και τη δίκαιη κατανομή των βαρών. Η Ελλάδα, λόγω γεωπολιτικών συνθηκών, δαπανά πάνω από το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνα. Αυτό κάνει εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο δεν επωφελήθηκε ποτέ από το μέρισμα της ειρήνης μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Τώρα που η οικονομία μας αναπτύσσεται, τώρα που επιδεικνύουμε μεγάλη δημοσιονομική πειθαρχία, είναι η στιγμή η Ευρώπη να αναγνωρίσει τη δική μας συνεισφορά.
Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση με την οποία προσήλθε ο πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες περιελάμβανε και ένα δεύτερο, εξαιρετικής σημασίας, σημείο. Πρότεινε αυξημένη ευελιξία, ώστε να δοθεί μεν δημοσιονομικός χώρος στα κράτη-μέλη για τις επενδύσεις στην άμυνα και οι δαπάνες αυτές να εξαιρούνται από τους δημοσιονομικούς στόχους εκ των προτέρων και όχι εκ των υστέρων. Να αλλάξει δηλαδή το δημοσιονομικό πλαίσιο, που προβλέπει ότι οι δαπάνες για αμυντικές επενδύσεις μπορούν να εξαιρούνται μόνον όταν μια χώρα παρουσιάσει υπερβολικό έλλειμμα. Με την πρόταση του πρωθυπουργού, οι χώρες που δαπανούν άνω του 2% του ΑΕΠ τους στην άμυνα θα εξοικονομήσουν τον αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο για ανάγκες σε άλλους τομείς.
Είναι σαφές ότι, με τέτοιες πρωτοβουλίες, η χώρα μας γίνεται διαμορφωτής των ευρωπαϊκών εξελίξεων, ενισχύοντας τη θέση της, τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στη διεθνή σκηνή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με διορατικότητα αντιλήφθηκε νωρίς τις προκλήσεις που επρόκειτο να αντιμετωπίσει η Ευρώπη. Στις 24/3/2022, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, έθεσε για πρώτη φορά το θέμα της ανάγκης στήριξης των χωρών όπως η Ελλάδα. Επανήλθε στις 29/4/2023, στους «Financial Times». Συνέχισε στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών και στις 27/10/2023, μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αναφέρθηκε και πάλι στην εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους υπολογισμούς του ελλείμματος. Στις 23/5/2024 απέστειλε από κοινού με τον Πολωνό ομόλογό του επιστολή στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πρωτοβουλίες που αποδεικνύουν ότι, όπως και στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, πρωτοστάτησε για την ανάγκη συγκρότησης κοινής άμυνας, σε περίοδο μάλιστα που οι προτάσεις του ήταν εκτός ευρωπαϊκής ατζέντας.
Με προσήλωση, συνέπεια, αίσθημα ευθύνης και ηγετικές ικανότητες, κατάφερε να φτάσουν σήμερα και οι 27 χώρες της Ευρώπης να συμμερίζονται το όραμά του και να κάθονται γύρω από το ίδιο τραπέζι, έχοντας το ίδιο επίδικο. Την απόκτηση ισχυρής και αξιόπιστης αποτρεπτικής ικανότητας, που θα θωρακίσει την ήπειρό μας και θα ενισχύσει τον ρόλο της ως παγκόσμιος πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται.
της Ασημίνας Σκόνδρα
Βουλευτής Καρδίτσας με τη ΝΔ