Την αισιοδοξία του ότι εντός του φθινοπώρου μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος της δημιουργίας του τείχους ανοσοπροστασίας, που μεταφράζεται αριθμητικά σε 7 εκατομμύρια εμβολιασμένους πολίτες συν όλους όσοι έχουν αποκτήσει φυσική ανοσία, εκφράζει μέσω άρθρου του στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο» ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος.
Απορρίπτει τις αιτιάσεις περί δήθεν τιμωρητικών μέτρων σε βάρος των ανεμβολίαστων χαρακτηρίζοντας τις πρόσφατες ρυθμίσεις προστατευτικές για την Δημόσια Υγεία, υπογραμμίζει εκ νέου πως δεν υπάρχει προοπτική λήψης οριζόντιων μέτρων και παρακινεί όλους όσοι ακόμη διστάζουν να σπεύσουν να εμβολιαστούν. «Αν σήμερα είχαμε καταφέρει να εμβολιάσουμε όλο τον πληθυσμό της χώρας, αντί για 332 διασωληνωμένους θα είχαμε περίπου 50 περιστατικά διασωλήνωσης στα νοσοκομεία της χώρας. Θα είχαμε μετατρέψει δηλαδή την πανδημία σε μια βαριά γρίπη από την οποία κινδυνεύουν πρωτίστως όσοι υποφέρουν και από άλλες υποκείμενες ασθένειες και η οποία δεν προκαλεί δυσβάστακτο κόστος σε ανθρώπινες ζωές αλλά ούτε και υπερφόρτωση στο σύστημα υγείας».
Αναλυτικά το άρθρο του υπουργού Επικρατείας, Άκη Σκέρτσου, αναφέρει τα εξής;
«Η πανδημία των ανεμβολίαστων
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές 332 συμπολίτες μας νοσούν βαριά από covid και είναι διασωληνωμένοι στα νοσοκομεία όλης της χώρας. Από αυτούς περισσότεροι από 9 στους 10, για την ακρίβεια 305 (92%), είναι ανεμβολίαστοι και μόλις 27 (8%) είναι πλήρως εμβολιασμένοι.
Η πανδημία στο τέταρτο κύμα της, που έχει ξεκινήσει και στη χώρα μας από τα τέλη Ιουνίου, εξελίσσεται σε μια πανδημία των ανεμβολίαστων. Η μετάλλαξη Δ χτυπάει πλέον πολύ πιο επιθετικά, πέρα από τους ευάλωτους ηλικιωμένους, και τους νεότερους. 11 ανεμβολίαστοι διασωληνωμένοι είναι νέοι άνθρωποι έως 39 ετών, ένας εκ των οποίων ανήλικος, και 110 διασωληνωμένοι μεταξύ 40 έως 59 ετών.
Η πανδημία, πλέον, πλήττει στη συντριπτική τους πλειονότητα πολίτες που έχουν επιλέξει να μην κάνουν έως τώρα το εμβόλιο ενώ αυτό είναι καθολικά διαθέσιμο, άμεσα προσβάσιμο, δωρεάν και, το σημαντικότερο από όλα, ασφαλές. Αυτό μαρτυρούν, άλλωστε, τα επιστημονικά δεδομένα από τη συστηματική φαρμακοεπαγρύπνηση που έχει γίνει στους 2,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους που έχουν κάνει το εμβόλιο έως σήμερα παγκοσμίως.
Όσοι εύλογα περίμεναν να δουν τις πιθανές παρενέργειες που μπορεί να εμφανίσουν εκείνοι που έσπευσαν να κάνουν νωρίς το εμβόλιο, πλέον δεν έχουν λόγο να καθυστερούν. Το 33% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει εμβολιαστεί χωρίς να παρατηρηθούν παρενέργειες. Έτσι μπορεί να επανέλθει με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια στην κανονική του ζωή, αφήνοντας πίσω τους περιορισμούς του προηγούμενου ενάμιση χρόνου που έβαλαν φρένο στις ζωές μας.
Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων από τις νοσηλείες και τον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού δείχνει ότι όσοι είναι ανεμβολίαστοι έχουν 13 φορές περισσότερες πιθανότητες από τους εμβολιασμένους να διασωληνωθούν αν νοσήσουν. Ο κίνδυνος αυτός είναι ακόμη μεγαλύτερος, αυξάνεται στις 20 φορές, για τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας που είναι άνω των 60 ετών.
Πρακτικά, για να μιλάμε με παραδείγματα, αυτό σημαίνει ότι αν σήμερα είχαμε καταφέρει να εμβολιάσουμε όλο τον πληθυσμό της χώρας, αντί για 332 διασωληνωμένους θα είχαμε περίπου 50 περιστατικά διασωλήνωσης στα νοσοκομεία της χώρας. Θα είχαμε μετατρέψει δηλαδή την πανδημία σε μια βαριά γρίπη από την οποία κινδυνεύουν πρωτίστως όσοι υποφέρουν και από άλλες υποκείμενες ασθένειες και η οποία δεν προκαλεί δυσβάστακτο κόστος σε ανθρώπινες ζωές αλλά ούτε και υπερφόρτωση στο σύστημα υγείας.
Πού βρισκόμαστε σήμερα και πού θέλουμε να πάμε με βάση τα παραπάνω δεδομένα; Έχοντας υπερβεί τους 6,1 εκα. πολίτες που έχουν επιλέξει να κάνουν το εμβόλιο (68,5% των ενηλίκων και 57% του γενικού πληθυσμού) είναι αυτονόητο ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν ξανά οριζόντια περιοριστικά μέτρα σε οικονομία και κοινωνία.
Μέτρα δημόσιας υγείας θα συνεχίσουν να υφίστανται, όπως οφείλει να πράττει η Πολιτεία, αλλά για τους ανεμβολίαστους. Για να προστατεύσουμε τη δική τους υγεία, να περιορίσουμε την εξάπλωση των μεταλλάξεων και να μειώσουμε την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας.
Τα μέτρα αυτά δεν είναι τιμωρητικά ή διχαστικά -όπως ισχυρίζονται κάποιοι που θέλουν να χαϊδεύουν τα αυτιά των σκεπτικιστών ή των αντιεμβολιαστών- αλλά προστατευτικά. Όπως ήταν εξαρχής προστατευτικά όταν απλώνονταν σε όλη την κοινωνία διότι δεν είχαμε ακόμη το εμβόλιο σαν ασπίδα προστασίας. Το μόνο που έχουν να κάνουν όσοι δεν θέλουν να τα υφίστανται είναι να εμβολιαστούν άμεσα, εύκολα και δωρεάν.
Αντίστοιχα το σύστημα υγείας, με τις διευρυμένες αλλά ταυτόχρονα πεπερασμένες δυνατότητες που έχει, θα συνεχίσει να υποδέχεται και να παρέχει περίθαλψη σε όλους τους πολίτες και όχι μόνο σε περιστατικά covid όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Είναι μη αποδεκτό υγειονομικά και ανορθόδοξο δικαιοπολιτικά να στερούμε κρίσιμες και αναγκαίες υπηρεσίες υγείας από την πλειονότητα των πολιτών που έχουν επιλέξει να εμβολιαστούν και έχουν ανάγκη τη νοσοκομειακή περίθαλψη για άλλους λόγους πλην του κορονοϊού.
Ο συλλογικός στόχος που πρέπει να θέσουμε από εδώ και πέρα είναι να πάμε από τα 6 στα 7 εκατομμύρια πολίτες που έχουν επιλέξει να κάνουν το εμβόλιο, ώστε συνδυαστικά με όσους έχουν αποκτήσει φυσική ανοσία να μπούμε στο φθινόπωρο σχεδόν με το 80% του πληθυσμού θωρακισμένο από τους κινδύνους της πανδημίας. Τα ποσοστά αυτά δεν είναι άπιαστα. Σημειώνονται ήδη σε χώρες της δυτικής Ευρώπης. Και αν κρίνουμε από την αισθητή αύξηση των νέων ραντεβού για εμβολιασμό που σημειώνεται από τις 16/8 και μετά, πιστεύουμε ότι μπορούμε να τα πετύχουμε και εμείς».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ