Σε λίγο καιρό, όταν το μικρό καλοκαιράκι θα δίνει τη σκυτάλη στο φθινόπωρο, θα έρθουν μαζί και οι έγνοιες για τη θέρμανση, που ακόμα στηρίζεται στους υδρογονάνθρακες.

Τα στοιχεία της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας (ΙΕΑ) κάνουν λόγο για «αγορά εξοπλισμού θέρμανσης σε κτίρια, που εξακολουθεί να βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα και σε λιγότερο αποδοτικές συμβατικές τεχνολογίες ηλεκτρικής θέρμανσης, οι οποίες αποτελούν σχεδόν το 80%», παρά την αύξηση των νέων πωλήσεων προϊόντων με κορμό τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ): αντλίες θερμότητας (ταχύτερη διαδεδομένη τεχνολογία) και εξοπλισμού θέρμανσης όπως ηλιακά συστήματα ζεστού νερού, που αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 10% των συνολικών πωλήσεων το 2019. Σχεδόν 20 εκατομμύρια νοικοκυριά αγόρασαν αντλίες θερμότητας το 2019, από 14 εκατομμύρια το 2010. Στην Ευρώπη, οι πωλήσεις αντλιών θερμότητας αυξήθηκαν κατά 25%. Παγκοσμίως εξακολουθούν να καλύπτουν λιγότερο από το 5% των αναγκών θέρμανσης σε κτίρια.

Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, οι λέβητες συμπύκνωσης αερίου με απόδοση συνήθως περίπου 90%-95% έχουν εκτοπίσει σταδιακά λέβητες άνθρακα, πετρελαίου και συμβατικών αερίων, οι οποίοι συχνά καταγράφουν αποτελεσματικότητα 85%.

Μερίδιο τεχνολογιών

Ωστόσο, είμαστε ακόμα πίσω (διεθνώς), καθώς «το μερίδιο των τεχνολογιών καθαρής θέρμανσης – αντλίες θερμότητας, τηλεθέρμανση, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και θέρμανση με βάση το υδρογόνο», για να είναι σύμφωνο με το σενάριο βιώσιμης ανάπτυξης (SDS), πρέπει να σημειωθεί διπλασιασμός των πωλήσεων στο 50% έως το 2030. Παρατηρείται πάντως ότι τα συστήματα τηλεθέρμανσης εξακολουθούν να καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης θερμότητας, ειδικά για τη θέρμανση χώρων της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, καθώς και σε πολλές περιοχές της Κίνας.

Στη χώρα μας, στο πλαίσιο της εφαρμογής των στρατηγικών επίτευξης χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, υπάρχει μια κινητικότητα σε θέματα τηλεθέρμανσης. Μεταξύ άλλων, πρόκειται να ολοκληρωθεί, καλώς εχόντων των πραγμάτων, μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2021 από τη Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης και Αποχέτευσης Κοζάνης, η κατασκευή της Β’ φάσης του έργου της αναβάθμισης και του εκσυγχρονισμού του αγωγού μεταφοράς θερμικής ενέργειας της τηλεθέρμανσης Κοζάνης.

Βελτίωση απόδοσης

Υπολογίζεται ότι, με τις βελτιώσεις των κτιριακών εγκαταστάσεων, «η ανάπτυξη των τεχνολογιών θέρμανσης χαμηλών εκπομπών άνθρακα υψηλής απόδοσης θα συμβάλει στη μείωση της μέσης παγκόσμιας έντασης της ενέργειας θέρμανσης κατά περίπου 4% ετησίως τη δεκαετία που διανύουμε. Οι συνδυασμένες επιπτώσεις της βελτίωσης της απόδοσης, της αλλαγής καυσίμων θα μειώσουν τις εκπομπές που σχετίζονται με τη θέρμανση των κτιρίων κατά 30% έως το 2030».

Σε ό,τι μας αφορά, αναμένεται στα τέλη Σεπτεμβρίου με μέσα Οκτωβρίου να ξεκινήσει η υποβολή αιτήσεων υπαγωγής αιτήσεων στο νέο πρόγραμμα «Εξοικονομώ» του υπουργείου Ενέργειας Περιβάλλοντος: Αποσκοπεί στην αναβάθμιση 50.000 κατοικιών, με έμφαση στα φτωχά νοικοκυριά και στις περιοχές που αντιμετωπίζουν δυσμενέστερες καιρικές συνθήκες.

Ένταση άνθρακα

Οι αναφορές της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας θέλουν το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στα ευρωπαϊκά ενεργειακά συστήματα περιοχών να «έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σε χώρες όπως για παράδειγμα η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Λετονία και η Λιθουανία. Η ένταση άνθρακα της παραγωγής θερμότητας περιοχής είναι συνήθως 150-300 gCO 2/kWh και οι προσπάθειες απαλλαγής από τον άνθρακα επικεντρώνονται επί του παρόντος σε υπάρχοντα δίκτυα και στην ανάπτυξη δικτύων χαμηλής θερμοκρασίας τέταρτης και πέμπτης γενιάς. Αυτά τα εξαιρετικά αποδοτικά δίκτυα επιτρέπουν μεγαλύτερη ενσωμάτωση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και τοπικά διαθέσιμη απόβλητη θερμότητα».

Η αγορά ηλιακής θέρμανσης «είναι δυναμική και, εκτός από τη Δανία, αρκετές άλλες χώρες στην Ευρώπη και την Ασία προωθούν την ανάπτυξη αυτού του συστήματος. Διερευνώνται επίσης συνέργειες με συστήματα ηλιακής ενέργειας. Η εγκατεστημένη ηλιακή θερμική ικανότητα επεκτάθηκε κατά 250% την περασμένη δεκαετία και ξεπέρασε τα 480 GWth, πλησιάζοντας σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με την εγκατεστημένη ηλιακή φωτοβολταϊκή ικανότητα».

Το υδρογόνο «χρησιμοποιείται ελάχιστα στον παγκόσμιο τομέα των κτιρίων, αν και τα αποθέματα εξοπλισμού που είναι έτοιμα για υδρογόνο διευρύνονται και ο αριθμός των έργων επίδειξης υδρογόνου αυξάνεται, συμπεριλαμβανομένου του συνδυασμού υδρογόνου σε ορισμένα δίκτυα φυσικού αερίου».

Στην Ευρώπη, «έχουν εγκατασταθεί περισσότερα από 1.000 μικρά σταθερά συστήματα κυψελών καυσίμου για κατοικίες και εμπορικά κτίρια σε δέκα χώρες. Ένα άλλο έργο είναι το «H21» στο Ηνωμένο Βασίλειο, που θα καταδείξει τη δυνατότητα άμεσης χρήσης υδρογόνου για τη μείωση της έντασης του άνθρακα της ζήτησης θερμότητας, χρησιμοποιώντας αναμορφωτές μεθανίου ατμού με CCS».

Συνεργασία κυβερνήσεων

Η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας θεωρεί ότι «οι κυβερνήσεις πρέπει να κατευθύνουν τις αγορές (σ.σ.: προς το παρόν οι αγορές κατευθύνουν τις κυβερνήσεις) προς τεχνολογίες καθαρής ενέργειας και να ενθαρρύνουν την καινοτομία των προϊόντων και την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας. Θα μπορούσαν επίσης να προωθήσουν τεχνολογίες καθαρής ενέργειας προσφέροντας (πραγματικές) δημόσιες επιδοτήσεις σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος που θα δυσκολευτούν να αντέξουν οικονομικά. Επιπλέον, δε, πρέπει να συνεργαστούν για τη βελτίωση της παρακολούθησης, της επαλήθευσης και της επιβολής των τεχνολογιών θέρμανσης και να συνεργαστούν με βιομηχανικές και εμπορικές ενώσεις, ώστε να εξασφαλίζεται η σωστή εγκατάσταση και συντήρηση εξοπλισμού».

Οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας «μπορούν επίσης να θέσουν πρότυπα απόδοσης ή στόχους πιο αυστηρούς από το ελάχιστο κόστος κύκλου ζωής και να εφαρμόσουν πιο φιλόδοξες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων προτύπων που επιβάλλουν τεχνολογία που θα μπορούσαν να τονώσουν περαιτέρω καινοτομία λύσεων καθαρής ενέργειας για θέρμανση».

Οι «καθαρές λύσεις» όμως έχουν κόστος. Η θέρμανση είναι ζητούμενο για τα φτωχά βαλάντια, που πλήττονται περισσότερο από τις αυξήσεις των τιμών φυσικού αερίου.

Διεύρυνση κριτηρίων

Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης διευρύνει τα κριτήρια του επιδόματος θέρμανσης με τροποποίηση του πλαισίου χορήγησής του στους δικαιούχους. Στα 3,5 δισ. ανέρχεται το κόστος των επιπλέον μέτρων που ανακοινώθηκαν στη φετινή ΔΕΘ από τον πρόεδρο της κυβέρνησης Κυριάκο Μητσοτάκη και εξειδικεύτηκαν από την οικονομική ηγεσία – χρειάζεται λεπτομερέστερη εξειδίκευση. Το 1,1 δισ. αφορά το 2021 και τα άλλα 2,4 δισ. προβλέπονται για το 2022.

Με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, το επίδομα θέρμανσης κυμαίνεται από 70 έως και 650 ευρώ, αναλόγως της περιοχής όπου διαμένει ο δικαιούχος και της οικογενειακής του κατάστασης.

Πολιτικές παροχών

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ηλιακή θερμική τεχνολογία κάλυπτε μόνο το 2,1% της ζήτησης θερμότητας χώρου και νερού το 2018. Αυτό υπολείπεται της αύξησης 10% ετησίως, που απαιτείται έως το 2030 για να καλύψει το 8% της ζήτησης θερμότητας του κτιρίου. Ο ΙΕΑ παροτρύνει για αποτελεσματικότερες πολιτικές παροχής κινήτρων σε πολλές χώρες, ώστε να καταστούν οι ηλιακές τεχνολογίες ανταγωνιστικές απέναντι στα ορυκτά καύσιμα.

 

του Φίλη Καϊτατζή

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο