Αντιμέτωπη με την πρωτόγνωρη ορμή του 4ου πανδημικού κύματος βρίσκεται η γηραιά ήπειρος, αλλά και ο κόσμος ολόκληρος. Τα κράτη, μεταξύ των οποίων βεβαίως και η Ελλάδα, καταγράφουν ρεκόρ κρουσμάτων, γεγονός που αναγκάζει τις κυβερνήσεις τους να λαμβάνουν νέα μέτρα, σφίγγοντας περισσότερο τον κλοιό γύρω από τους ανεμβολίαστους.

Μέσα σε αυτό όμως το κλίμα της ανησυχίας και του φόβου, που έχει διαμορφωθεί μεταξύ των πολιτών, κάποιοι στη χώρα μας έχουν επιλέξει και επιμένουν να χρησιμοποιούν την πανδημία ως προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης. Ωστόσο, ό,τι και να συζητείται για τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας και για το αν η κυβέρνηση προωθεί τα σωστά ή όχι, το «μυστικό» βρίσκεται σε αυτό που μονότονα επαναλαμβάνουν οι επιστήμονες: στην επέκταση του εμβολιασμού, στους αντιεμβολιστές δηλαδή, τους οποίους κάποιοι «χαϊδεύουν».

Και εδώ είναι το πρόβλημα. Η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει ένα από τα πιο ισχυρά αντιεμβολιαστικά κινήματα, το οποίο όχι μόνο δημιουργεί παρενέργειες, αλλά και αποτελεί τροχοπέδη στον σχηματισμό του τείχους ανοσίας, που απαιτείται. Εσχάτως μάλιστα εμφανίστηκε και ένα άλλο κίνημα, αυτό των «αντι-απογραφικών», το οποίο μερικοί δείχνουν να στηρίζουν. Κάποιοι που θεωρούν πως έχουν το αντάρτικο γραμμένο στο DNA τους, το οποίο (DNA) «προσπαθεί ο Μητσοτάκης να αλλοιώσει με το εμβόλιο», θέλουν τώρα να εμφανίζονται αντίθετοι με την ανά δεκαετία απογραφή του πληθυσμού, που διενεργεί το κράτος. Με… προκηρύξεις στο διαδίκτυο, καλούν σε σαμποτάζ. «Σαμποτάρουμε», γράφουν, «την ηλεκτρονική απογραφή του Μητσοτάκη!», «Αντισταθείτε στην υγειονομική χούντα», «Μας καταγράφουν για να μας εμβολιάσουν μετά με το ζόρι». Κι από κοντά η γνωστή αοιδός, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, να προσδίδει στην απογραφή τιμωρητική διάθεση εκ μέρους της κυβέρνησης: «Βασικός κανόνας της κυβέρνησης είναι η τιμωρία του πολίτη», έγραψε η αθεόφοβη. Θλιβερό φαινόμενο, οι αιτίες του οποίου μπορεί να αναζητηθούν στην παιδεία μας και στην πολιτιστική μας κληρονομιά, αλλά κυρίως στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Στην Ελλάδα, τη μάχη κατά του κορονοϊού δίνει μόνη της μια κυβέρνηση, με μόνο το ΚΙΝΑΛ να εμφανίζει ανά διαστήματα κάποιες εποικοδομητικές προτάσεις. Όλη η άλλη αντιπολίτευση βρίσκεται με το όπλο παρά πόδα και δεν δείχνει σημάδια συνεννόησης.

Συγκριτικές έρευνες σε χώρες της Ευρώπης δείχνουν ότι, ενώ σε όλες είναι τα ακροδεξιά μορφώματα που δημιουργούν αντιεμβολιαστικές συμπεριφορές, στην Ελλάδα βρίσκει κοινές συμπεριφορές ανεξάρτητα από σκεπτικά τόσο από ακροδεξιά, όσο και από αριστερά, ακροαριστερά κομματικά σχήματα. Σε καμία χώρα της Ευρώπης δεν θα βρεις κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να έχει αρχικά αμφισβητήσει την ύπαρξη του εμβολίου, για να κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι κάνει «εμπόριο ελπίδας» ή να έχει ανακαλύψει την «εθελοντική υποχρεωτικότητα». Σε καμία χώρα της Ευρώπης δεν θα βρεις μη ακροδεξιό κόμμα να έχει προβεβλημένα στελέχη που να έκλειναν ή και να κλείνουν το μάτι στους αντιεμβολιαστές ή να στέλνουν αντιπροσωπεία συμπαράστασης, π.χ. σε νοσοκομειακούς, που διαμαρτύρονται για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού. Ακριβώς σ’ αυτούς που η δουλειά τους είναι να προστατεύουν την υγεία μας.

Πιστεύει κανείς ότι η κατάσταση σήμερα θα ήταν η ίδια, αν τα βασικά έστω κόμματα είχαν ένα κοινό πλαίσιο δράσης; Ποιος όμως από την αντιπολίτευση ήταν πρόθυμος να «βάλει πλάτη»; Εδώ το χόμπι ήταν να κατηγορείται η κυβέρνηση όταν παίρνει μέτρα, αλλά να καταγγέλλεται και όταν δεν παίρνει. Βέβαια, κάποια στιγμή θα βγούμε νικητές από αυτόν τον πόλεμο. Τότε νικητής θα είναι αυτός που έδωσε μάχη έστω και με λάθη. Αυτοί που δεν θα έχουν κάνει τίποτε, που έβαζαν τρικλοποδιές, που έβλεπαν την πανδημία ως πεδίο για κομματική εκμετάλλευση, θα μείνουν στο περιθώριο.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο