Στην επενδυτική σφαίρα των αμερικανικών χαρτοφυλακίων έχουν μπει εκ νέου οι ελληνικές μετοχές. Οι επενδυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού το τελευταίο διάστημα πραγματοποιούν τη «μερίδα του λέοντος» από πλευράς συναλλαγών. Είναι ενδεικτικό πως, στη συνεδρίαση της Δευτέρας, ο τζίρος κατέγραψε μείωση 50% σε σχέση με τις μέσες συναλλαγές της προηγούμενης εβδομάδας, καθώς η Wall Street ήταν κλειστή.

Το παραπάνω γεγονός, σε συνδυασμό με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει η ΕΧΑΕ ανά μήνα, καταδεικνύει ότι οι Αμερικανοί επενδυτές αυξάνουν διαρκώς τη συμμετοχή τους στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά. Σε διάστημα περίπου ενός έτους, η αξία των χαρτοφυλακίων τους έχει ενισχυθεί κατά 1 δισ. ευρώ, ενώ μειωμένο είναι το μερίδιο των εκ Λονδίνου επενδυτών, που άλλοτε πρωταγωνιστούσαν στο Χ.Α.

Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία της ΕΧΑΕ για τον Νοέμβριο του 2021, οι κωδικοί από τις ΗΠΑ ήλεγχαν πάνω από 6 δισ. ευρώ της κεφαλαιοποίησης του Χ.Α., ποσό που αντιστοιχεί στο 18,28% του συνόλου των θέσεων των ξένων επενδυτών, οι οποίες ξεπερνούσαν τα 33 δισ. ευρώ. Το αντίστοιχο ποσοστό των εξ Αμερικής χαρτοφυλακίων τον Δεκέμβριο του 2020, ήτοι έναν χρόνο πίσω, ήταν 17,71%, καθώς η αξία των χαρτοφυλακίων τους ήταν στα 4,97 δισ. ευρώ.

Αυτό σημαίνει πως, μέσα σε 11 μήνες, η αξία των αμερικανικών χαρτοφυλακίων ενισχύθηκε πάνω από 1 δισ. ευρώ. Παράλληλα, μειώθηκε η αξία των χαρτοφυλακίων των περισσότερων χωρών που ακολουθούν στην κατάταξη.

Στη δεύτερη θέση, με χαρτοφυλάκιο αξίας 5,01 δισ. ευρώ, ήτοι ποσοστό 15,18% στο σύνολο, είναι κωδικοί με «πατρίδα» την Κύπρο. Ακολουθούν οι κωδικοί από την Ολλανδία με 4,18 δισ. ευρώ και μερίδιο 12,68%, το Λουξεμβούργο με 3,68 δισ. ευρώ και ποσοστό 11,15%, η Γερμανία με 3,53 δισ. και ποσοστό 10,69%, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο είναι στην 6η θέση με κωδικούς αξίας 1,75 δισ. ευρώ και ποσοστό 5,32%, ενώ πριν από έναν χρόνο ήταν στο 1,79 δισ. ευρώ, κατέχοντας ποσοστό 6,38% επί των θέσεων ξένων επενδυτών στο Χ.Α. Συνολικά, το ποσοστό των ξένων επενδυτών αυξήθηκε στο 11μηνο του 2011, από τα περίπου 27 δισ. στα 33 δισ. ευρώ, δηλαδή σχεδόν κατά 18%.

«Βullish» η Jefferies

Εν τω μεταξύ, συνεχίζονται οι θετικές εκθέσεις ξένων οίκων για τις ελληνικές μετοχές.

Η Jefferies δηλώνει «bullish» για το Χρηματιστήριο, με βασικό «μοχλό» τις υψηλές εκτιμήσεις για τα EPS (κέρδη ανά μετοχή) των εγχώριων τίτλων τόσο για τη φετινή χρονιά όσο και για την επόμενη, αλλά και την ιδιαίτερα ελκυστική μερισματική απόδοση.

Συγκεκριμένα, η Jefferies (εκτιμήσεις FactSet) αναμένει αύξηση στα κέρδη ανά μετοχή (EPS) των ελληνικών μετοχών της τάξεως του 18,9% για τους επόμενους 12 μήνες και στο 24,5% για τους επόμενους 24 μήνες. Παράλληλα, σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, τα κέρδη ανά μετοχή αναμένεται να κινηθούν σε αρκετά χαμηλά επίπεδα στο +8,8% και στο +8,9% για τους επόμενους 12 και 24 μήνες, στις ΗΠΑ κατά 9,2% και κατά 10,1% και στη Βρετανία κατά 8,5% και κατά 5,5% αντίστοιχα. Υψηλότερα, ωστόσο, θα κινηθεί η εγχώρια αγορά και συγκριτικά με τις αναπτυγμένες και τις αναδυόμενες αγορές, με τους αναλυτές του οίκου να αναμένουν αύξηση των EPS κατά 11,1% και 9,5% (για το 12μηνο και το 24μηνο) και κατά 14,5% και 11,7% αντίστοιχα.

Παράλληλα, οι εγχώριες μετοχές, σύμφωνα με την Jefferies, διαπραγματεύονται με δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E) στο 11x για τους επόμενους 12 μήνες, δείκτη τιμής προς λογιστική αξία (P/B) στο 0,95x, δείκτη PEG (δείκτης τιμής προς κέρδη σταθμισμένος με την αύξηση των κερδών) στο 0,3x και 0,2x για τους επόμενους 12 και 24 μήνες, αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων (ROE) στο 8,8% και με μια υψηλή μερισματική απόδοση (D/Y) της τάξεως του 3,47%, που ξεπερνά κατά πολύ αυτή των αναπτυγμένων (1,98%) και αναδυόμενων (2,69%) αγορών. Αξίζει να σημειωθεί πως, στο scorecard, η εγχώρια αγορά τοποθετείται χαμηλότερα στις αναθεωρήσεις της κερδοφορίας σε σύγκριση με άλλες αγορές.

Αύξηση των κερδών ανά μετοχή προβλέπει η Citi

Οι αναλυτές της Citi προβλέπουν για την Ελλάδα ότι τα κέρδη ανά μετοχή των ελληνικών εισηγμένων (συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών) θα αυξηθούν κατά 29,1% –βελτιωμένη πρόβλεψη σε σχέση με το 25% που προέβλεπε πριν–, που θα είναι και η υψηλότερη αύξηση στην Ευρώπη, αλλά και σε σχέση με τον μέσο όρο σε αναδυόμενες αγορές, ανεπτυγμένες αγορές και ΗΠΑ. Αναφερόμενη ειδικά στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, αναμένεται σημαντική βελτίωση, ξεχωρίζοντας τη μετοχή του ΟΤΕ.

Όπως τονίζει η Citi, αναμένει συνεχή ανάκαμψη στις επενδύσεις σε εποπτικές ίνες, ειδικά σε χώρες που επένδυσαν στο FttC (δίκτυο Fiber To The Cabin) αρχικά και τώρα βρίσκονται σε διαδικασία επένδυσης σε FttH (γραμμές Fiber to the Home). Κατά τη Citi, ο ΟΤΕ προσφέρει την καλύτερη ανάπτυξη στον ευρωπαϊκό κλάδο των τηλεπικοινωνιών με τη χαμηλότερη ακόμη αποτίμηση. Διαθέτει τα «όπλα» για περαιτέρω ανάπτυξη των αποδόσεων των μετόχων παρά τις υψηλότερες επενδύσεις στο FttH και κατέχει πλήρως κάθε τμήμα της υποδομής του.

Ο εκτιμώμενος δείκτης P/Ε στην ελληνική αγορά για το 2021 διαμορφώνεται στο 12,1, ενώ για το 2022 θα κινηθεί στο 10,1. Συγκριτικά, το P/E στην αγορά των ΗΠΑ, από 23,2 φέτος, θα κινηθεί στο 21,6 το 2022, ενώ στην Ευρώπη, από 14,5 φέτος, στο 15,1 το 2022. Τέλος, σημαντικά υψηλότερα αναμένει πλέον ότι θα κινηθεί η μερισματική απόδοση των ελληνικών εισηγμένων και στο 6,4%, από 3,7% πριν, πολύ πάνω από τον μέσο όρο σε Ευρώπη, ΗΠΑ, παγκόσμιες αγορές και αναδυόμενες αγορές, που τοποθετείται στο 3,2%, 1,7%, 2,3% και 3%, αντίστοιχα.

Θετική η HSBC

Θετική για τις ελληνικές μετοχές παραμένει η HSBC, καθώς πιστεύει ότι θα ενισχυθούν χάρη στον συνδυασμό της ισχυρής κυκλικής ανάκαμψης και των φθηνών αποτιμήσεων, με τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών να βρίσκονται στο επίκεντρο του ισχυρού ελληνικού story. Με βάση τις μέσες προβλέψεις της αγοράς, το P/E στο σύνολο της ελληνικής αγοράς τοποθετείται στο 10,9 για το 2021 και στο 9,4 για το 2022. Η αύξηση της κερδοφορίας τοποθετείται στο 15,4% για το 2022. Η HSBC συνεχίζει να υπογραμμίζει πως σαφώς ένα σημαντικό μέρος του story της Ελλάδας σχετίζεται με τις τράπεζες. Το συνολικό P/E του κλάδου τοποθετείται στο 6,5 για το 2021 και στο 6,6 για το 2022. Η μείωση των NPEs και οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων οδηγούν σε σημαντικά βελτιωμένη κεφαλαιακή θέση. Η μόχλευση του Ταμείου Ανάκαμψης, προσθέτει η βρετανική τράπεζα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ισχυρή ανάπτυξη νέων δανείων και σε αξιόλογη βελτίωση της κερδοφορίας. Όπως παρατηρεί, το discount έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών κινείται στο 40%.

Στις κορυφαίες επιλογές της JP Morgan το Χ.Α.

Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα JP Morgan τοποθετεί την ελληνική αγορά στις αγαπημένες της τοποθετήσεις για το νέο έτος, εκτιμώντας πως οι ελληνικές εισηγμένες θα παρουσιάσουν τη μεγαλύτερη αύξηση κερδοφορίας στο σύνολο της περιοχής των αναδυόμενων αγορών. Από τους κλάδους συστήνει επιπλέον έκθεση (overweight) στις τράπεζες, την ενέργεια και τα βασικά υλικά, ουδέτερη στάση στα μη βασικά καταναλωτικά αγαθά και τις τηλεπικοινωνίες, ενώ συστήνει χαμηλότερη επίδοση (underweight) στην τεχνολογία και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της JP Morgan, το P/Ε των ελληνικών μετοχών θα διαμορφωθεί στο 14,5 το 2022, από 17,8 φέτος, ενώ η μερισματική απόδοση θα είναι της τάξης του 3,6% το 2022, από 3,4% το 2021. Επίσης, η JP Morgan εκτιμά ότι τα κέρδη ανά μετοχή των ελληνικών εισηγημένων θα εκτιναχθούν στο 18,2% το 2022, από 1,9% φέτος, και θα εμφανίσουν την υψηλότερη αύξηση ανάμεσα όλες τις αγορές της περιοχής που παρακολουθεί. Σε ό,τι αφορά την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, θα κινηθεί στο 7,7% το επόμενο έτος, από 7,1% φέτος.

 

της Αμαλίας Κάτζου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο