Αναταράξεις στις διεθνείς χρηματαγορές δημιούργησε η απόφαση του Τζο Μπάιντεν για εμπάργκο στη ρωσική ενέργεια, μια απόφαση στην οποία η Ευρώπη, εκτός από την Βρετανία, αν και μετείχε στη λήψη της, δεν ακολουθεί, λόγω της μεγαλύτερης ενεργειακής της εξάρτησης από τη Μόσχα.

Το αμερικανικό εμπάργκο αφορά τόσο το ρωσικό πετρέλαιο, όσο και το υγροποιημένο φυσικό αέριο και τον άνθρακα,  στο πλαίσιο των κυρώσεων που επιβάλλονται στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η αναγγελία και μόνο του εμπάργκο, αύξησε την τιμή του αμερικανικού αργού κατά 7,1%  στα 127,8 δολάρια, με το βαρέλι (έφτασε και πάνω από τα 129 δολάρια) να  βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα από το 2008. Την ίδια στιγμή, και το Κογκρέσο ετοιμάζεται να αναλάβει δράση κατά της Ρωσίας, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση Μπάιντεν που κινήθηκε πιο γρήγορα στις ανακοινώσεις.

Έως τώρα, το ρωσικό φυσικό αέριο και το πετρέλαιο είχαν απαλλαγεί από τις κυρώσεις που είχαν επιβάλλει τόσο η Ουάσινγκτον όσο και η Ευρώπη, λόγω της έντονης ανησυχίας, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, που έχει μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση του Καναδά είχε ανακοινώσει ότι σκόπευε να απαγορεύσει όλες τις εισαγωγές αργού πετρελαίου από τη Ρωσία. Ωστόσο η κίνηση ήταν σε μεγάλο βαθμό συμβολική, καθώς οι εισαγωγές είχαν σταματήσει ήδη από το 2019.

Το ρωσικό πετρέλαιο αντιπροσώπευε περίπου το 3% του αργού που έφτασε στις ΗΠΑ την προηγούμενη χρονιά, βάσει των στοιχείων της αρμόδιας αμερικανικής αρχής ενέργειας. Οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων από τη Ρωσία αντιπροσωπεύουν περίπου το 8% στις ΗΠΑ. Παράλληλα, οι εισαγωγές ρωσικού αργού στις ΗΠΑ το 2020 έπεσαν στο χαμηλότερο ετήσιο επίπεδο από το 2017, σύμφωνα με την εταιρεία πληροφοριών Kpler.

Κάποιοι αναλυτές τονίζουν ότι το αμερικανικό εμπάργκο θα έκλεινε ακόμη περισσότερο την αγορά, αυξάνοντας την αστάθεια και οδηγώντας στην άνοδο των τιμών. Οι ΗΠΑ όμως, έχουν πολύ μικρότερη εξάρτηση από την Ευρώπη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών έγκειται στη συντονισμένη δράση μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης. Οι επενδυτές αναφέρουν ότι το ένα ερώτημα που προκύπτει αφορά τον χρόνο διάρκειας του εμπάργκο και το δεύτερο αφορά το εάν το πετρέλαιο από το Ιράν και τη Βενεζουέλα θα μπορούσε να συμβάλλει στην κάλυψη του κενού που θα προκύψει.

Αξιωματούχοι της διοίκησης Μπάιντεν σε ιδιωτικές συζητήσεις σημειώνουν ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση στις προσπάθειες για την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως και στην επέκταση της εγχώριας παραγωγής ενέργειας, ωστόσο, ο Λευκός Οίκος δεν φέρεται να σχεδιάζει νέες πρωτοβουλίες.

Η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, σε σημείωμά της στους νομοθέτες ανέφερε ότι το Σώμα ερευνά νομοθεσία για την απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου και ενεργειακών προϊόντων, στο πλαίσιο των βημάτων που γίνονται για την απομόνωση της Ρωσίας από την παγκόσμια κοινότητα. Η πίεση αυξάνεται, μετά και την έκκληση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η αρμόδια υπηρεσία ενέργειας εκτιμά ότι οι ΗΠΑ εισάγουν καθημερινά 700.000 βαρέλια ρωσικού αργού και πετρελαϊκών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 8% των εισαγωγών το 2021, αν και η τάση ήταν πτωτική τους τελευταίους μήνες.

Ένα εμπάργκο της Ευρώπης πάντως, που εισάγει περίπου 4 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού αργού και διυλισμένων προϊόντων την ημέρα,  θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιπροσωπεύοντας το 27% των ευρωπαϊκών εισαγωγών το 2019, σύμφωνα με την Κομισιόν.