Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, οι κάτοικοι της Ευρώπης βίωσαν την πρώτη σφοδρή πανδημία των τελευταίων 100 ετών, την πρώτη μείζονα στρατιωτική σύρραξη των τελευταίων 75 ετών και το υψηλότερο πληθωριστικό ρεύμα των τελευταίων 50 ετών. Παρά τις πρωτοφανείς αυτές προκλήσεις, η κυβέρνησή μας τήρησε τη συμφωνία αλήθειας του 2019 και κατάφερε να παραδώσει το 2023 μια Ελλάδα αμιγώς καλύτερη από αυτήν που παρέλαβε από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας στηρίξαμε επιχειρήσεις, εργαζόμενους και ανέργους, διαθέτοντας 43 δισ. ευρώ, αποτρέποντας λουκέτα και σώζοντας εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Παρά τις όποιες κρίσεις που αντιμετωπίσαμε, επιλέξαμε να μειώσουμε δεκάδες φορολογικά βάρη –ΕΝΦΙΑ, εισφορά αλληλεγγύης, φορολόγηση της γονικής παροχής κ.ά.– και να μειώσουμε τις ασφαλιστικές εισφορές για τους εργαζόμενους και για τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, η δική μας κυβέρνηση επέλεξε να αντιμετωπίσει χρονίζουσες εκκρεμότητες και να απεγκλωβίσει εμβληματικές επενδύσεις, όπως αυτή του Ελληνικού, και να σώσει από βέβαιη καταστροφή τα Ναυπηγεία Σύρου, Ελευσίνας και Σκαραμαγκά.

Με τις προαναφερθείσες παρεμβάσεις και κινούμενοι πάντα εντός υγιούς δημοσιονομικού πλαισίου, καταφέραμε να μειώσουμε την ανεργία κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες, να αυξήσουμε για πρώτη φορά τις συντάξεις μετά από 12 χρόνια –παρέχοντας ακόμα κι έκτακτη στήριξη έως 300 ευρώ σε όσους αδικούνται από την προσωπική διαφορά του νόμου Κατρούγκαλου– καθώς και να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό τρεις φορές, φτάνοντας σήμερα στα 780 ευρώ από τα 650 που ήταν το 2019.

Μέσω του νέου Αναπτυξιακού Νόμου, του νέου πλαισίου για τις Στρατηγικές Επενδύσεις αλλά και μέσω του πολύτιμου εργαλείου των ΣΔΙΤ, διαμορφώσαμε το πιο φιλοεπενδυτικό περιβάλλον που είχε η χώρα μας την τελευταία δεκαετία. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η Ελλάδα να προσελκύσει πλήθος επιχειρηματικών κολοσσών και οι άμεσες ξένες επενδύσεις να καταγράφουν νέα ρεκόρ από έτος σε έτος.

Τα αποτελέσματα στο σκέλος της οικονομίας δεν περιορίστηκαν εκεί. Με την πολιτική που ακολουθήσαμε καταφέραμε η χώρα μας, από ουραγός στην ανάπτυξη στην Ευρώπη το 2019, να παρουσιάσει το 2022 διπλάσια ανάπτυξη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά και την ταχύτερη αποκλιμάκωση δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ σε όλη την Ευρώπη.

Βγήκαμε από την ενισχυμένη εποπτεία, είχαμε από το 2019 μέχρι σήμερα 12 αναβαθμίσεις οίκων αξιολόγησης και πλέον βρισκόμαστε ένα σκαλοπάτι πριν από την επενδυτική βαθμίδα. Όσο για την ανάπτυξη το 2023, αναμένουμε να συνεχιστεί με ρυθμό τριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Η επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων δεν είναι τυχαία. Είναι αποτέλεσμα σωστού στρατηγικού σχεδιασμού, τολμηρών και συνετών πολιτικών αλλά και αλλαγής κουλτούρας, με το κράτος να τίθεται πλέον, ως οφείλει, στην υπηρεσία του κάθε πολίτη. Με σαφές σχέδιο και τις ίδιες αξίες θα πορευτούμε και την επόμενη τετραετία, ώστε να θέσουμε τις βάσεις για την Ελλάδα του 2030. Για μια Ελλάδα που αναπτύσσεται, προοδεύει και γίνεται πρωταγωνιστής της Ευρώπης.

 

του Νίκου Παπαθανάση

Αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο